Συνεχης ενημερωση

    Πέμπτη, 28-Ιουλ-2022 01:36

    Αντιλήψεις για τις πολιτικές καταπολέμησης της κλιματικής αλλαγής

    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Του Γιώργου Μανάλη

    Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Αλλαγή του Κλίματος (IPCC), ένα αυτόνομο διακυβερνητικό σώμα αποτελούμενο από επιστήμονες και εμπειρογνώμονες υπό την αιγίδα του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών, η ανθρώπινη δραστηριότητα ευθύνεται μετά βεβαιότητας για πολλές από τις παρατηρούμενες μεταβολές στο κλίμα.

    Συγκεκριμένα η έκθεση αναφέρει πως η ανθρώπινη παρέμβαση έχει οδηγήσει σε αύξηση της θερμοκρασίας σε γη, ωκεανό και ατμόσφαιρα με ιστορικά πρωτοφανή ρυθμό. Η μέση θερμοκρασία στην επιφάνεια της Γης για τις δύο πρώτες δεκαετίες του 21ου αιώνα είναι η υψηλότερη που έχει σημειωθεί από το 1850 κι έπειτα (συγκρίνοντας μέσους όρους δεκαετίας), ενώ υπερβαίνει τις θερμοκρασίες της περιόδου 1850-1900 κατά περίπου ένα βαθμό Κελσίου (0.99℃). Βασιζόμενη στην πληθώρα των επιστημονικών δεδομένων και αποδείξεων για την ισχυρή επιρροή της ανθρώπινης δραστηριότητας στην επιτάχυνση της κλιματικής αλλαγής, η έκθεση του IPCC παρακινεί την παγκόσμια κοινότητα σε δραστική μείωση των εκπομπών αερίων για την επίτευξη του στόχου αύξησης της θερμοκρασίας κατά λιγότερο από 2℃ το 2050. 

    Κρίνοντας από τις δημόσιες δεσμεύσεις και τους στόχους που έχουν τεθεί σε παγκόσμιο επίπεδο, τα κράτη φαίνεται να λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τους κινδύνους και την ανάγκη για άμεση δράση στον τομέα του κλίματος. Περισσότερες από 100 χώρες μέχρι στιγμής στοχεύουν σε κλιματική ουδετερότητα μέχρι το 2050. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η ΕΕ η οποία κήρυξε κατάσταση κλιματικής έκτακτης ανάγκης στα τέλη του 2019, ενώ έχει νομοθετήσει μείωση των εκπομπών αερίων εώς και 55% μέχρι το 2030 και καθεστώς κλιματικής ουδετερότητας μέχρι το 2050. Διακρίνεται όμως σημαντική αναντιστοιχία μεταξύ της φιλοδοξίας των στόχων που θέτουν οι αρχηγοί κρατών και της πρακτικής αποτελεσματικότητας των δράσεων που αναλαμβάνουν. Με τα μέτρα και τις πολιτικές που προβλέπονται μέχρι στιγμής, η μέση θερμοκρασία αναμένεται να αυξηθεί κατά 2,7℃ το 2100 επιφέροντας καταστροφικές κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες. Δημιουργείται λοιπόν ένα παράδοξο, ενώ ο κίνδυνος που διατρέχει το κλίμα είναι ευρέως αποδεκτός και οι πολιτικές ηγεσίες ανά τον κόσμο δεσμεύονται για τη δραστική αντιμετώπιση του, οι μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται δύσκολα εφαρμόζονται

    Μία νέα έρευνα από ακαδημαϊκούς* επιχειρεί να καταγράψει τις αντιλήψεις των πολιτών για την κλιματική αλλαγή. Η έρευνα βασίζεται σε εκτενή ερωτηματολόγια που απαντήθηκαν από 40.000 συμμετέχοντες σε 20 χώρες του κόσμου και εστιάζει στους προσδιοριστικούς παράγοντες που διαμορφώνουν τη στήριξη ή την αντίθεση του κοινού απέναντι στα μέτρα αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής. Τα ευρήματά της είναι διαφωτιστικά για τη χάραξη αποτελεσματικής κλιματικής πολιτικής με ευρεία αποδοχή από την κοινωνία. 

    Σε πρώτο επίπεδο η έρευνα αναδεικνύει πως μεγάλο μέρος του πληθυσμού (άνω του 80% κατά μέσο όρο τόσο σε χώρες υψηλού όσο και μέσου εισοδήματος) συμμερίζεται την ανησυχία για την κλιματική αλλαγή και πιστεύει ότι η κυβέρνηση της χώρας στην οποία κατοικεί πρέπει να λάβει μέτρα. Στη συνέχεια, η έρευνα ρίχνει φως στις παραμέτρους που λαμβάνουν υπόψη τους οι πολίτες για να διαμορφώσουν τη στήριξη ή την αντίθεση τους στις προτεινόμενες πολιτικές καταπολέμησης της κλιματικής αλλαγής. Τρεις είναι οι βασικοί παράγοντες: (α) η αποτελεσματικότητα του μέτρου, (β) η οικονομική επίπτωση που θα έχει σε νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος και (γ) η επίπτωση που θα έχει στο νοικοκυριό του συμμετέχοντα. Βάσει αυτών, οι πολίτες είναι πιθανότερο να στηρίξουν μέτρα και πολιτικές τις οποίες αντιλαμβάνονται ως πιο αποτελεσματικές για τον περιορισμό της κλιματικών επιπτώσεων (π.χ. στοχευμένες επενδύσεις σε πράσινη ανάπτυξη και εφαρμογή τεχνολογιών παραγωγής φιλικών προς το περιβάλλον) ενώ προτιμούν η χρηματοδότηση αυτών να γίνεται είτε μέσω κλιμακούμενης φορολόγησης αναλογικά με το ύψος των εισοδημάτων (μεγαλύτερη επιβάρυνση για υψηλότερα εισοδήματα) είτε μέσω της  έκδοσης δημόσιου χρέους. 

    Στο πλαίσιο αυτό, η έρευνα επίσης δείχνει πως η ενημέρωση και η πληροφόρηση μπορεί να ενισχύσει τη στήριξη σε πολιτικές για το κλίμα εάν διαφωτίζει σχετικά με τους τρεις παράγοντες που αναφέρονται παραπάνω. Αποδεικνύεται λοιπόν αναγκαίο να μετακινηθεί το αφήγημα από τις καταστροφικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής στην αποτελεσματικότητα, τον τρόπο χρηματοδότησης και την οικονομική επίπτωση των συγκεκριμένων μέτρων που προτείνονται. Τέλος, η έρευνα ρωτάει τους ανά τον κόσμο συμμετέχοντες κατά πόσο είναι διατεθειμένοι να αλλάξουν οι ίδιοι τη συμπεριφορά τους και να υιοθετήσουν συνήθειες περισσότερο φιλικές προς το περιβάλλον. Οι απαντήσεις που δόθηκαν δείχνουν να υπάρχει περιορισμένη διάθεση για ριζική αλλαγή κυρίως λόγω οικονομικών δυσκολιών (σε συμμετέχοντες χαμηλού εισοδήματος), ενώ η πλειοψηφία αναφέρει πως θα άλλαζε συμπεριφορά εάν διαπίστωνε αντίστοιχη αλλαγή από τα προνομιούχα κοινωνικά στρώματα. 

    Κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί πως υπάρχει έλλειμμα γνώσης σχετικά με τους μελλοντικούς κινδύνους από την κλιματική αλλαγή, αφού οι επιπτώσεις της γίνονται ολοένα και περισσότερο αντιληπτές. Το ζητούμενο είναι οι προτεινόμενες πολιτικές αντιμετώπισης να αποκτήσουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερη κοινωνική αποδοχή και κάτι τέτοιο θα επιτευχθεί μονάχα εάν η χάραξη πολιτικής είναι αποτελεσματική, τολμηρή, χωρίς παρεκκλίσεις και συνοδεύεται από ένα δίχτυ προστασίας για τους πιο ευάλωτους.       

    *Antoine Dechezlepretre, Adrien Fabre, Tobias Kruse, Bluebery Planterose, Ana Sanchez Chico, and Stefanie Stantcheva (2022) - ‘Fighting Climate Change: International Attitudes Toward Climate Policies’ 

    **Ο κ. Γιώργος Μανάλης είναι Μεταδιδακτορικός Ερευνητής, Υπότροφος της Ερευνητικής Έδρας Α. Γ. Λεβέντη, Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπαϊκής & Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ)

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ