Συνεχης ενημερωση

    Πέμπτη, 09-Ιουν-2022 00:03

    Αναμόρφωση του ευρωπαϊκού δημοσιονομικού πλαισίου

    • Εκτύπωση
    • Αποστολή με email
    • Προσθήκη στη λίστα ανάγνωσης
    • Μεγαλύτερο μέγεθος κειμένου
    • Μικρότερο μέγεθος κειμένου

    Του Γιώργου Μανάλη 

    Με την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, για επέκταση αναστολής των δημοσιονομικών κανόνων μέχρι το 2024, παρέχεται ο απαραίτητος δημοσιονομικός χώρος στα κράτη-μέλη ώστε να ανταπεξέλθουν στην οικονομική συγκυρία, αλλά ταυτόχρονα καταδεικνύεται και η ανεπάρκεια του υπάρχοντος δημοσιονομικού πλαισίου. Η περίοδος των χαμηλών επιτοκίων αναμένεται σύντομα να λήξει με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να κάνει στροφή προς τη σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής και τη διακοπή της ποσοτικής χαλάρωσης, γεγονός που θα οδηγήσει πολλά κράτη-μέλη σε ακριβότερο δανεισμό ο οποίος θα επιβαρύνει σημαντικά τους προϋπολογισμούς τους και θα επηρεάσει τη βιωσιμότητα του χρέους τους.

    Την ίδια στιγμή, οι χώρες-μέλη ήδη έχουν αυξήσει ιδιαίτερα τον δημόσιο δανεισμό τους. Η παρατεταμένη περίοδος μηδενικών επιτοκίων παρακίνησε τις οικονομίες να χρηματοδοτούν δημόσιες δαπάνες εκδίδοντας χρέος με ουσιαστικά μηδενικό κόστος. Επιπρόσθετα, η πανδημική κρίση κατέστησε αναγκαία μία επεκτατική δημοσιονομική πολιτική, ώστε να στηριχθούν οι δοκιμαζόμενες επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Έτσι, η προβλεπόμενη αλλαγή στάσης από την ΕΚΤ βρίσκει τα κράτη σε υψηλά επίπεδα χρέους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση της Γαλλίας της οποίας το δημόσιο χρέος από περίπου 65% του ΑΕΠ το 2008, αυξήθηκε στο 98% το 2019, ενώ κατά τη διάρκεια της πανδημίας ακολούθησε επίσης αυξητική τάση.

    Η ευρωπαϊκή οικονομία, μετά την πανδημία, βιώνει ένα δεύτερο ισχυρό οικονομικό σοκ. Με το αυξημένο ενεργειακό κόστος να εντείνει τις πληθωριστικές πιέσεις σε ολόκληρη την ήπειρο, η Κομισιόν κατά τις εαρινές προβλέψεις της αναθεώρησε προς τα κάτω όλες τις εκτιμήσεις της για τα οικονομικά μεγέθη της ένωσης. Κατά τον Paolo Gentiloni της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η αναστολή των δημοσιονομικών κανόνων και για το 2023 είναι ένα απαραίτητο βήμα για την ανάκαμψη, αφού πολλές ευρωπαϊκές οικονομίες θα αποτύγχαναν να φέρουν ελλείματα μικρότερα του 3% ή θα αδυνατούσαν να εφαρμόσουν μία περιοριστική δημοσιονομική πολιτική υπό τη δεδομένη οικονομική συνθήκη. Η πρόταση λοιπόν της Κομισιόν για επέκτασης της ρήτρας αποφυγής των δημοσιονομικών κανόνων δίνει χώρο για αναγκαίες δαπάνες, αλλά επίσης φέρνει πιο κοντά το ενδεχόμενο αναμόρφωσης του δημοσιονομικού πλαισίου, αφού θα δώσει χρόνο στις χώρες με διαφορετικές απόψεις για την αυστηρότητα που θα πρέπει να διέπει τους νέους κανόνες να βρουν μία συμβιβαστική λύση.

    Ήδη πολλοί ακαδημαϊκοί κύκλοι έχουν αρχίσει να καταθέτουν προτάσεις για τη μορφή που θα πρέπει να λάβει η νέα δέσμη κανόνων. Μία τέτοια πρόταση από τους Blanchard, Leandro και Zettelmeyer (2021) έχει αναλυθεί σε προηγούμενο άρθρο. Έχουν όμως ταυτόχρονα κινητοποιηθεί και πολιτικοί κύκλοι από διάφορες χώρες-μέλη στην προσπάθεια τους να έχουν λόγο στη διαμόρφωση των νέων κανονισμών. Μία τέτοια κίνηση ήταν το κοινό άρθρο από τους υπουργούς οικονομικών της Ολλανδίας (Sigrid Kaag) και της Ισπανίας (Nadia Calviño), δύο χωρών οι οποίες παραδοσιακά βρίσκονται σε απέναντι στρατόπεδα σχετικά με τη διαχείριση των δημοσίων δαπανών. Στο άρθρο τους οι δύο υπουργοί προτείνουν ένα σχέδιο το οποίο ως πρωταρχικό στόχο θα έχει την επίτευξη βιωσιμότητας στα δημοσιονομικά μεγέθη με απλούς κανόνες ρύθμισης των δαπανών, οι οποίοι θα προσαρμόζονται στα οικονομικά χαρακτηριστικά του κάθε κράτους μέλους. Επίσης αναφέρονται και σε έναν "πράσινο” χρυσό κανόνα, ο οποίος θα εξαιρεί τις επενδύσεις με ξεκάθαρη στόχευση στην πράσινη μετάβαση από το ευρύτερο δημοσιονομικό πλαίσιο. Αν και δεν αποσαφηνίζονται επαρκώς οι λεπτομέρειες του σχεδίου, αποτελεί μια καλή πρώτη ένδειξη από κοινού ανάληψης πρωτοβουλιών για ένα θέμα στο οποίο δεν έχει ακόμα επιτευχθεί ομοφωνία στους κόλπους της Ευρώπης.

    Υπάρχει ακόμα λοιπόν αρκετός δρόμος για την επίτευξη μιας ολοκληρωμένες συμφωνίας, αφού η διαφορά απόψεων ανάμεσα στα κράτη μέλη είναι ακόμα μεγάλη. Ωστόσο, είναι σημαντικό πως αναδεικνύεται η ανεπάρκεια του παρόντος πλαισίου και η ανάγκη αναμόρφωσής του. Η τελική μορφή που θα πάρει το νέο ευρωπαϊκό δημοσιονομικό πλαίσιο θα εξαρτηθεί από τις δυναμικές που θα επικρατήσουν στο ευρωπαϊκό χώρο. Σήμερα όμως το πρόβλημα του δημόσιου χρέους δεν αποτελεί πρόβλημα μονάχα για ορισμένες χώρες, αλλά πλέον αφορά περισσότερες και μεγαλύτερες οικονομίες. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την πρόσφατη εμπειρία της πανδημίας και τα οφέλη που προέκυψαν από την από κοινού διαχείριση της, ενδεχομένως να ενισχύσει τις συμβιβαστικές εκείνες λύσεις που θα ικανοποιούν στο μέτρο του δυνατού τις διαφορετικές πλευρές.

    * Ο κ. Γιώργος Μανάλης είναι Μεταδιδακτορικός Ερευνητής, Υπότροφος της Ερευνητικής Έδρας Α. Γ. Λεβέντη, Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπαϊκής & Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ)

    ΣΑΣ ΑΡΕΣΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ;

    ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ