Η ελληνική αγορά εργασίας μέσα από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας

Πέμπτη, 26-Μαϊ-2022 00:03

Του Γιώργου Μανάλη 

Το διαχρονικά υψηλό ποσοστό ανεργίας και το χαμηλό οικονομικά ενεργό ποσοστό του πληθυσμού θεωρούνται ως βασικοί ανασταλτικοί παράγοντες στην  αναμόρφωση του ελληνικού παραγωγικού μοντέλου και χρήζουν άμεσης αντιμετώπισης. Η περιορισμένη συμμετοχή στο ενεργό εργατικό δυναμικό αποτελεί ένα ανεκμετάλλευτο περιουσιακό στοιχείο για την ελληνική οικονομία με σοβαρές επιπτώσεις στην διεύρυνση των οικονομικών ανισοτήτων, την υπονόμευση της κοινωνικής συνεκτικότητας και εν τέλει τον εκτροχιασμό της αναπτυξιακής πορείας της χώρας.  

Και παρότι οι πολιτικές βελτίωσης της αγοράς εργασίας έχουν συνήθως μακροχρόνιο ορίζοντα και απαιτούν την ταυτόχρονη αναδιάρθρωση τομέων εφαπτόμενων αυτής όπως π.χ. η βελτίωση του επενδυτικού κλίματος, ώστε να καταστεί μία χώρα ελκυστικός προορισμός επενδύσεων, η διευκόλυνση ανάπτυξης επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, η ενίσχυση της επιχειρηματικής χρηματοδότησης από τον τραπεζικό τομέα, η παροχή των κατάλληλων φορολογικών κινήτρων στους εργαζόμενους και τις επιχειρήσεις κτλ, το σχέδιο που υποβλήθηκε στα πλαίσια του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας εμπεριέχει ένα συνεκτικό σχέδιο δράσης για την άμεση αντιμετώπιση των παθογενειών της ελληνικής αγοράς εργασίας. 

Το γεγονός ότι το σχέδιο Ελλάδα 2.0 αφιερώνει έναν από τους τέσσερις πυλώνες του αναπτυξιακού πλάνου σε μέτρα αποκλειστικά για την αγορά εργασίας αποκτά ιδιαίτερη σημασία, καθώς μπορεί ταυτόχρονα να περιορίσει τα διαχρονικά προβλήματα αλλά και να αντιμετωπίσει τις νέες ισορροπίες που θα προκύψουν από το ίδιο το σχέδιο. Είναι γεγονός πως μέσω των προγραμματισμένων επενδύσεων και μεταρρυθμίσεων, το Ελλάδα 2.0 αναμφίβολα θα δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας (υπολογίζεται οτι θα δημιουργηθούν 180.000 - 200.000 νέες θέσεις) αλλά την ίδια στιγμή θα οδηγήσει και στην απώλεια θέσεων, μεταλλάσοντας έτσι τις δυναμικές στο εργασιακό τοπίο οδηγώντας πολλούς εργαζόμενους εντός και εκτός  εργασίας. 

Χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιας εξέλιξης ενδεχομένως να αποτελέσουν οι επενδύσεις στον ψηφιακό τομέα. Η ψηφιακή μετάβαση είναι μία από τις κύριες προτεραιότητες του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και συγκεκριμένα το ελληνικό πλάνο αφιερώνει περίπου 2,2 δισ. ευρώ σε επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις ψηφιακής φύσης. Η εισχώρηση ψηφιακών τεχνολογιών τόσο στον ιδιωτικό όσο και στο δημόσιο τομέα θα δημιουργήσει την ανάγκη για ένα εργατικό δυναμικό υψηλότερης ψηφιακής κατάρτισης, με νέες δεξιότητες αλλάζοντας τη μέχρι τώρα ζήτηση εργασίας σ’ αυτούς τους τομείς. Την ίδια στιγμή, πολλές υπάρχουσες θέσεις εργασίας θα καταστούν απαρχαιωμένες και θα αντικατασταθούν είτε από νέες τεχνολογίες, είτε από νέους εργαζόμενους διαφορετικής εξειδίκευσης. Επιπρόσθετα, διεθνείς μελέτες για τις επιπτώσεις της ψηφιακής μετάλλαξης του εργασιακού τοπίου αναφέρουν πως κυρίως πλήττονται θέσεις εργασίας που αμείβονται με μέσους μισθούς, αυξάνοντας έτσι την πόλωση στην αγορά εργασίας με πολλούς εργαζόμενους να πληρώνονται με χαμηλούς μισθούς και πολλούς εργαζόμενους με υψηλούς. Κατά αυτό τον τρόπο διευρύνονται οι ανισότητες στον εργασιακό χώρο και διαχέονται στον κοινωνικό ιστό. 

Επι της αρχής, ο τρίτος άξονας του Ελλάδα 2.0, "Απασχόληση, δεξιότητες και κοινωνική συνοχή” παρουσιάζει ένα λεπτομερή οδικό χάρτη παρεμβάσεων στην αγορά εργασίας με σκοπό την αξιοποίηση του ανθρώπινου κεφαλαίου, την ενίσχυση της μακροχρόνιας απασχόλησης και της παραγωγικότητας της εργασίας, ενώ με στοχευμένες μεταρρυθμίσεις αναμένεται να μειώσει το μισθολογικό χάσμα και το χάσμα απασχόλησης ανάμεσα στα φύλα και να παρέχει ίσες ευκαιρίες εργασίας σε όλες τις κοινωνικές ομάδες. Συνολικά ο άξονας "Απασχόληση, δεξιότητες και κοινωνική συνοχή” αποτελείται από 32 δράσεις (μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις) και χρηματοδοτείται με 5.2 δισ. ευρω (από τα συνολικά 30,5 δισ του πακέτου). Οι δράσεις που αφορούν άμεσα τον τομέα της εργασίας κατηγοριοποιούνται περαιτέρω στις ακόλουθες κατηγορίες: (1) Αύξηση των θέσεων εργασίας και προώθηση της συμμετοχής στην αγορά εργασίας, (2) Ενίσχυση των ψηφιακών δυνατοτήτων της εκπαίδευσης και εκσυγχρονισμός της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης, και (3) Αύξηση της πρόσβασης σε αποτελεσματικές και χωρίς αποκλεισμούς κοινωνικές πολιτικές. 

Τα τρία αυτά μέρη του άξονα για την απασχόληση προωθούν δράσεις τις οποίες από καιρό είχε ανάγκη η ελληνική οικονομία. Συγκεκριμένα προβλέπεται η ενίσχυση των Ενεργητικών Πολιτικών Απασχόλησης ώστε να διευκολυνθεί η μετάβαση από την ανεργία στο εργατικό δυναμικό, μέσω της εκπαίδευσης, της υποστήριξης του ιδιωτικού τομέα, την παροχή προγραμμάτων αύξησης των δεξιοτήτων και την αναβάθμιση των υπηρεσιών που παρέχονται από τον ΟΑΕΔ. Εμβληματική χαρακτηρίζεται και η μεταρρύθμιση σχετικά με την κατάρτιση των εργαζομένων η οποία προβλέπεται να εφαρμοστεί οριζόντια σε ολόκληρο το εργατικό δυναμικό και να δώσει ιδιαίτερη έμφαση στις ψηφιακές δεξιότητες. Βασικός στόχος αυτής της δράσης είναι η μείωση της αναντιστοιχίας μεταξύ δεξιοτήτων και θέσεων εργασίας, σημείο στο οποίο πάσχει η ελληνική αγορά εργασίας. Τέλος, ειδική μέριμνα παρέχεται και σε ομάδες που υπο-εκπροσωπούνται στο εργατικό δυναμικό, με πρώτη και κύρια τις γυναίκες. Μία δέσμη μέτρων του συγκεκριμένου άξονα στοχεύει στην εξασφάλιση ίσων ευκαιριών για τις γυναίκες μέσα από τη δημιουργία νέων μονάδων παιδικής μέριμνας και την εγκατάσταση αυτών και στις ιδιωτικές επιχειρήσεις επιδιώκοντας να υποστηρίξει τις νέες μητέρες να συνεχίσουν την εργασία τους. Ταυτόχρονα, η ενίσχυση του Παρατηρητηρίου Ισότητας αναμένεται να καταγράψει και να δώσει μία πλήρη εικόνα σχετικά με τις έμφυλες ανισότητες στους χώρους εργασίας. 

Φαίνεται λοιπόν πως το σχέδιο Ελλάδα 2.0 το οποίο βασίζεται κατά το μεγαλύτερο μέρος του στην έκθεση Πισσαρίδη, προβλέπει μεταρρυθμίσεις οι οποίες απαντούν τόσο στα δομικά προβλήματα της ελληνικής αγοράς εργασίας, π.χ. η επανένταξη των μακροχρόνια ανέργων και το χάσμα απασχόλησης ανδρών-γυναικών αλλά και στις νέες προκλήσεις που θα προκύψουν, όπως η ανάγκη αναβάθμισης των δεξιοτήτων των ανέργων. Το ζητούμενο λοιπόν στην παρούσα συνθήκη που θα κρίνει την αναμόρφωση της ελληνικής αγοράς εργασίας από το Ταμείο ως επιτυχημενη είναι η απορρόφηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων, η επιτάχυνση των προβλεπόμενων μεταρρυθμίσεων και η επιτυχής εφαρμογή του σχεδίου.

* Ο κ. Γιώργος Μανάλης είναι Μεταδιδακτορικός Ερευνητής, Υπότροφος της Ερευνητικής Έδρας Α. Γ. Λεβέντη, Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπαϊκής & Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ)