Γιατί η κατανάλωση αλκοόλ στην εφηβεία μπορεί να γίνει θανατηφόρα
Παρασκευή, 24-Οκτ-2025 07:47
Της Βίκυς Κουρλιμπίνη
Το αλκοόλ δεν επιδρά το ίδιο στους εφήβους και στους ενήλικες. Ο αναπτυσσόμενος εγκέφαλος, ο αργός μεταβολισμός και οι έντονες ορμονικές αλλαγές κάνουν τον οργανισμό των εφήβων πιο ευάλωτο και ακόμη και μικρές ποσότητες αλκοόλ μπορούν να αποδειχθούν επικίνδυνες. Σε κάποιες περιπτώσεις, και μοιραίες.
Η αλκοολική τοξίκωση ή οξεία δηλητηρίαση από αλκοόλ μπορεί να αποβεί θανατηφόρα. Προκαλείται όταν κάποιος καταναλώσει μεγάλη ποσότητα αλκοόλ σε μικρό χρονικό διάστημα, με αποτέλεσμα το σώμα να μην προλαβαίνει να το μεταβολίσει. Αν για τους ενήλικες απαιτείται μεγάλη ποσότητα αλκοόλ για να φτάσουν σε επικίνδυνα επίπεδα, στους εφήβους ο κίνδυνος εμφανίζεται πολύ νωρίτερα.
Ο μεταβολισμός του αλκοόλ στους εφήβους είναι επίσης λιγότερο αποτελεσματικός. Το ήπαρ τους δεν διαθέτει ακόμη πλήρη δραστηριότητα στα ένζυμα που διασπούν το αλκοόλ. Έτσι, παραμένει περισσότερο στο αίμα και η συγκέντρωσή του αυξάνεται γρηγορότερα. Όταν αυτή ξεπεράσει ένα ποσοστό μπορεί να προκληθεί αναπνευστική καταστολή: ο εγκέφαλος σταματά να δίνει εντολές για αναπνοή, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε κώμα ή θάνατο.
Η λεγόμενη "binge drinking” κατανάλωση, δηλαδή η γρήγορη κατανάλωση πολλών ποτών σε σύντομο χρονικό διάστημα, αυξάνει κατακόρυφα τον κίνδυνο οξείας δηλητηρίασης. Οι έφηβοι που πίνουν με αυτόν τον τρόπο έχουν έως και τριπλάσια πιθανότητα να εμφανίσουν επικίνδυνα επίπεδα αλκοόλ στο αίμα σε σχέση με τους ενήλικες.
Η σωματική σύσταση παίζει επίσης ρόλο και η ίδια ποσότητα αλκοόλ προκαλεί υψηλότερη συγκέντρωση στο αίμα. Με απλά λόγια, αυτό που για έναν ενήλικα μπορεί να ισοδυναμεί με ήπια μέθη, για έναν έφηβο μπορεί να είναι τοξικό επίπεδο.
Αντίστοιχα, ο εγκέφαλος των εφήβων βρίσκεται ακόμη σε φάση ωρίμανσης. Η περιοχή που ελέγχει τον αυτοέλεγχο, την κρίση και τη λήψη αποφάσεων (ο προμετωπιαίος φλοιός) δεν έχει ολοκληρωθεί και αυτό σημαίνει ότι οι νεαροί μπορεί να μην αντιλαμβάνονται έγκαιρα τις συνέπειες της υπερβολικής κατανάλωσης, να υποτιμούν τον κίνδυνο και είναι πιο πιθανό να συνεχίσουν να πίνουν ενώ έχουν ήδη φτάσει σε επικίνδυνα επίπεδα αλκοόλ στο αίμα.
Την ίδια ώρα, η ορμονική δραστηριότητα της εφηβείας κάνει τον οργανισμό ακόμη πιο δεκτικό στις επιδράσεις του αλκοόλ. Οι ορμόνες, όπως η τεστοστερόνη και τα οιστρογόνα, μεταβάλλουν την ευαισθησία του εγκεφάλου στις ουσίες που επηρεάζουν το σύστημα ανταμοιβής. Το αλκοόλ αυξάνει τη ντοπαμίνη, προκαλώντας ευφορία, ενώ παράλληλα μειώνει τα ανασταλτικά σήματα που θα προειδοποιούσαν για κίνδυνο.