Έρευνα: Τα γονίδια "ρυθμίζουν" πόσο κλαίνε τα μωρά

Πέμπτη, 17-Ιουλ-2025 19:21

Έρευνα: Τα γονίδια "ρυθμίζουν" πόσο κλαίνε τα μωρά

Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Uppsala και το Ινστιτούτο Karolinska στη Σουηδία μελέτησαν τις περιπτώσεις των γονέων 1.000 διδύμων ηλικίας 2 και 5 μηνών, με σκοπό να διακρίνουν την επίδραση της κληρονομικότητας και του περιβάλλοντος στην ένταση του κλάματος, την ποιότητα του ύπνου και την ικανότητα του μωρού να ηρεμεί.

Τα αποτελέσματα έδειξαν πως το κλάμα των βρεφών καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από τα γονίδια. Σε ηλικία 2 μηνών, τα γονίδια εξηγούν περίπου το 50% της διακύμανσης στο πόσο κλαίνε τα μωρά, ενώ στα 5 μήνες το ποσοστό αυτό φτάνει έως και το 70%. Η υπόλοιπη διαφορά αποδίδεται σε μοναδικούς περιβαλλοντικούς παράγοντες, δηλαδή σε στοιχεία του περιβάλλοντος και της ζωής του κάθε μωρού που δεν μπορούν να ταυτοποιηθούν συγκεκριμένα μέσω ερωτηματολογίων.

Η χρήση διδύμων στην έρευνα έδωσε τη δυνατότητα να συγκριθεί πόσο πιο παρόμοια είναι τα μονοζυγωτικά (μονοωογενή) δίδυμα, που έχουν 100% κοινό DNA, σε σχέση με τα διζυγωτικά δίδυμα, που μοιράζονται περίπου το 50%. Η μεγαλύτερη ομοιότητα στα μονοζυγωτικά δίδυμα όσον αφορά το κλάμα υποδεικνύει τον σημαντικό ρόλο της κληρονομικότητας.

Αντίθετα, η ποιότητα του ύπνου φαίνεται να επηρεάζεται περισσότερο από το περιβάλλον. Το πόσες φορές ξυπνάει το μωρό κατά τη διάρκεια της νύχτας επηρεάζεται κυρίως από εξωτερικούς παράγοντες, όπως οι συνήθειες ύπνου και το περιβάλλον στον οποίο κοιμάται το μωρό.

Η ταχύτητα με την οποία το βρέφος ηρεμεί όταν το βάλουν για ύπνο φαίνεται να εξαρτάται περισσότερο από το περιβάλλον σε ηλικία 2 μηνών, αλλά η γενετική αρχίζει να παίζει μεγαλύτερο ρόλο μέχρι τον 5 μήνα. Αυτό δείχνει πόσο γρήγορα αναπτύσσονται τα μωρά τους πρώτους μήνες και υποδηλώνει ότι οι προσπάθειες των γονιών να βοηθήσουν το μωρό να ηρεμήσει έχουν μεγαλύτερη αξία στους πρώτους μήνες της ζωής.

Παρότι η μελέτη δεν εντοπίζει συγκεκριμένα περιβαλλοντικά στοιχεία που επηρεάζουν τον ύπνο και το κλάμα, ανοίγει τον δρόμο για μελλοντικές έρευνες που θα εστιάσουν σε πρακτικές και ρουτίνες ύπνου.

Η έρευνα αυτή αποτελεί σημαντική πρόοδο στην κατανόηση της συμπεριφοράς των βρεφών και αναδεικνύει πόσο κρίσιμος είναι ο ρόλος της γενετικής στα πρώτα στάδια της ζωής. Παράλληλα, τονίζει τη σημασία της υποστήριξης και της ενημέρωσης των γονέων ώστε να αντιμετωπίζουν με υπομονή και κατανόηση το κλάμα των μωρών τους. 

Αντί να νιώθουν ενοχές ή αβεβαιότητα, οι γονείς μπορούν να κατανοήσουν ότι το έντονο κλάμα του μωρού δεν οφείλεται πάντα σε λάθη ή αμέλειες, αλλά συχνά πηγάζει από ενδογενείς παράγοντες, όπως τα γονίδια, που είναι πέρα από τον έλεγχό τους. Αυτή η γνώση μπορεί να ενισχύσει την ψυχολογική τους ανθεκτικότητα και να δημιουργήσει ένα πιο υποστηρικτικό περιβάλλον για όλη την οικογένεια, αναγνωρίζοντας το κλάμα ως φυσικό κομμάτι της φύσης του παιδιού.


Το κείμενο επιμελήθηκε ο Ιάκωβος Σούσης Msc, FRCOG, Μαιευτήρ-Γυναικολόγος, Ιατρός Αναπαραγωγής.