9η Οικονομική Διάσκεψη της Ε.ΕΝ.Ε.: Η επόμενη μέρα της ανάπτυξης περνά μέσα από μια νέα φορολογική πραγματικότητα
Τετάρτη, 05-Νοε-2025 11:07
Ενόψει της 9ης Οικονομικής Διάσκεψης της Ελληνικής Ένωσης Επιχειρηματιών (Ε.ΕΝ.Ε.), με τίτλο "Ελλάδα & Ευρώπη 2030: Μια Διαφορετική Φορολόγηση για την Ανάπτυξη" — που θα πραγματοποιηθεί την Τετάρτη 5 Νοεμβρίου 2025, στο ξενοδοχείο Μεγάλη Βρεταννία — η Δανάη Μπεζαντάκου, μέλος του Δ.Σ. της Ε.ΕΝ.Ε. και CEO της Navigator Shipping Consultants Ltd, αναλύει στο Capital.gr τη φιλοσοφία πίσω από τη φετινή θεματολογία.
Όπως τονίζει, η συζήτηση περνά πλέον "από το τι πρέπει να γίνει, στο πώς θα γίνει": μέσα από φορολογικά κίνητρα που ενθαρρύνουν επενδύσεις, επανεκπαίδευση και διεθνοποίηση, χωρίς δημοσιονομικό κόστος.
Με αναφορές σε ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης που επιβραβεύει την παραγωγικότητα και τη γνώση, η κ. Μπεζαντάκου θέτει στο επίκεντρο το ζητούμενο της επόμενης δεκαετίας: μια Ελλάδα που δημιουργεί αξία μέσα από τους ανθρώπους, τις δεξιότητες και τις επιχειρήσεις της.
- Ποια είναι η "φυσική εξέλιξη” της περσινής συζήτησης ("Επαναβιομηχανοποίηση & Δεξιότητες") μέσα από το φετινό θέμα "Μια διαφορετική φορολόγηση για την ανάπτυξη";
Η περσινή συζήτηση έθεσε τις βάσεις για έναν επαναπροσδιορισμό του παραγωγικού μας μοντέλου — με έμφαση στην τεχνολογία, την καινοτομία και την ανάπτυξη των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού. Η φετινή θεματολογία έρχεται ως το επόμενο, φυσικό βήμα: περνάμε από το "τι πρέπει να γίνει" στο "πώς θα γίνει". Δηλαδή, πώς οι σωστές πολιτικές, τα φορολογικά κίνητρα και τα χρηματοδοτικά εργαλεία μπορούν να μετατρέψουν αυτή τη στρατηγική κατεύθυνση σε πράξη — ενθαρρύνοντας τις επενδύσεις, την αναβάθμιση των δεξιοτήτων και την ανάπτυξη των επιχειρήσεων, χωρίς να επιβαρύνουν δημοσιονομικά το κράτος.
- Ποιοι είναι οι βασικοί θεματικοί άξονες της φετινής διάσκεψης;
Οι βασικοί θεματικοί άξονες της φετινής Διάσκεψης επικεντρώνονται σε μια ολοκληρωμένη στρατηγική για την ανάπτυξη, μέσα από ένα νέο φορολογικό και παραγωγικό μοντέλο. Πρώτος άξονας είναι η "διαφορετική φορολόγηση" για την ανάπτυξη, με έμφαση σε φορολογικά κίνητρα που ενθαρρύνουν επενδύσεις στην παραγωγή και την τεχνολογία. Δεύτερος, η επανεκπαίδευση και το μη μισθολογικό κόστος, όπου προτείνεται η εφαρμογή μηδενικού οριακού μη μισθολογικού κόστους για πιστοποιημένη αναβάθμιση δεξιοτήτων (certified upskilling), συνδέοντας αυτή την πιστοποίηση με πραγματικές αυξήσεις μισθών.
Τρίτος άξονας αφορά την ενίσχυση της ρευστότητας και των αποσβέσεων, με στόχο την επιτάχυνση των αποσβέσεων σε μηχανολογικό εξοπλισμό ώστε να "τρέξουν" οι επενδύσεις. Παράλληλα, προβλέπονται δομές συντονισμού, όπως ένα διυπουργικό "διευθυντήριο" με συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα, για τον αποτελεσματικό σχεδιασμό και την υλοποίηση του στρατηγικού σχεδίου επαναβιομηχάνισης της χώρας. Τέλος, ο άξονας του scale-up και της διεθνοποίησης περιλαμβάνει εργαλεία και κίνητρα για εξαγορές, εξαγωγές και είσοδο των ελληνικών επιχειρήσεων σε μεγάλες διεθνείς αγορές, ενισχύοντας τη δυναμική τους και τη συνολική ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.Θα πρέπει να σημειώσω πως αυτοί οι άξονες προκύπτουν σαφώς από το προσχέδιο προτάσεων της ΕΕΝΕ και τη σχετική δημόσια συζήτηση.
- Ποιες δεξιότητες είναι οι πιο κρίσιμες για τη νέα βιομηχανική εποχή και πώς η Ελλάδα να επενδύσει ουσιαστικά σε αυτές;
Οι δεξιότητες που θα καθορίσουν τη νέα βιομηχανική εποχή δεν περιορίζονται μόνο στις τεχνολογικές γνώσεις. Φυσικά, η ψηφιακή επάρκεια — data literacy, cloud, cybersecurity, AI και εφαρμογές Industry 4.0 — είναι απαραίτητη. Όμως εξίσου κρίσιμες είναι οι δεξιότητες συνεργασίας, επίλυσης προβλημάτων, προσαρμοστικότητας και επιχειρηματικότητας. Ο συνδυασμός τεχνικής κατάρτισης με soft skills και στρατηγική σκέψη είναι αυτός που θα δημιουργήσει το εργατικό δυναμικό του αύριο. Η Ελλάδα χρειάζεται να επενδύσει ουσιαστικά σε ένα οικοσύστημα δια βίου μάθησης — όχι μόνο μέσα από προγράμματα upskilling και reskilling, αλλά και μέσα από mentoring, επιμόρφωση των ίδιων των εκπαιδευτικών και την ένταξη μαθημάτων όπως η κριτική σκέψη και η δημιουργικότητα ήδη από το σχολείο.
Η τεχνολογία εξελίσσεται καταιγιστικά· το ζητούμενο δεν είναι να την "προλάβουμε", αλλά να μάθουμε να τη χρησιμοποιούμε στρατηγικά προς όφελός μας. Ταυτόχρονα, πρέπει να δοθούν ουσιαστικά κίνητρα στις επιχειρήσεις — όπως το μηδενικό οριακό μη μισθολογικό κόστος για αυξήσεις που συνδέονται με πιστοποιημένη αναβάθμιση δεξιοτήτων — ώστε να επενδύσουν στους ανθρώπους τους. Παράλληλα, η σύνδεση των ΑΕΙ και ΙΕΚ με την αγορά εργασίας μέσω πρακτικής άσκησης και συνεργασιών με τον ιδιωτικό τομέα θα διασφαλίσει ότι το know-how παραμένει και αναπτύσσεται στην Ελλάδα. Και φυσικά, η ενίσχυση της επιχειρηματικής έρευνας και καινοτομίας (R&D) με στοχευμένες επιχορηγήσεις και φορολογικά κίνητρα θα επιτρέψει στις επιχειρήσεις να γίνουν φορείς παραγωγής γνώσης και δεξιοτήτων.
- Τι γίνεται με το μισθολογικό κόστος, πώς επηρεάζει την ανταγωνιστικότητα και τι μπορεί να αλλάξει;
Το μη μισθολογικό κόστος αποτελεί σήμερα έναν από τους μεγαλύτερους ανασταλτικούς παράγοντες για την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων. Όταν για κάθε 100 ευρώ καθαρά που λαμβάνει ένας εργαζόμενος, το συνολικό κόστος για τον εργοδότη αγγίζει τα 300 ευρώ, είναι λογικό πολλές επιχειρήσεις να διστάζουν να δώσουν αυξήσεις ή να επενδύσουν ουσιαστικά στο ανθρώπινο δυναμικό τους. Ωστόσο, η πρότασή της Ε.Ε.Ε. είναι όταν η αύξηση μισθού συνδέεται με πιστοποιημένη αναβάθμιση δεξιοτήτων, να υπάρχει απαλλαγή από το μη μισθολογικό κόστος για ένα συγκεκριμένο διάστημα.
Έτσι δημιουργείται πραγματικό κίνητρο για επανεκπαίδευση και ανάπτυξη χωρίς να επιβαρύνεται δημοσιονομικά το κράτος — αντιθέτως, ενισχύεται η παραγωγικότητα και τα εισοδήματα. Παράλληλα, χρειάζεται να βελτιώσουμε τη ρευστότητα των επιχειρήσεων μέσα από τη σταδιακή κατάργηση της προκαταβολής φόρου και την επιτάχυνση των αποσβέσεων σε μηχανολογικό εξοπλισμό. Αυτά τα μέτρα δεν είναι απλώς "φορολογικά εργαλεία" — είναι παρεμβάσεις που ενθαρρύνουν την επένδυση, τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και τελικά, τη βιώσιμη ανάπτυξη.
- "Διαφορετική φορολόγηση" — τι σημαίνει πρακτικά για τον επιχειρηματικό κόσμο;
Η έννοια της "διαφορετικής φορολόγησης" σημαίνει τη δημιουργία ενός φορολογικού πλαισίου που επιβραβεύει την ανάπτυξη και την επένδυση, αντί να συντηρεί τη στασιμότητα.
Στο πλαίσιο αυτό, προτείνεται η καθιέρωση μηδενικού μη μισθολογικού κόστους για αυξήσεις που συνδέονται με πιστοποιημένη αναβάθμιση δεξιοτήτων. Παράλληλα, εισάγεται ο μηχανισμός της οριακής φορολόγησης, σύμφωνα με τον οποίο το πρόσθετο εισόδημα που υπερβαίνει έναν καθορισμένο μέσο όρο (π.χ. μέσος όρος τριετίας προσαυξημένος με τον ρυθμό ανάπτυξης του ΑΕΠ) φορολογείται με ειδικό, χαμηλό συντελεστή – ενδεικτικά 10%. Το μέτρο αυτό λειτουργεί ως κίνητρο για επανεπένδυση και ειλικρινή δήλωση κερδών, ενώ προβλέπεται και ελάχιστο όριο για το συνολικό effective tax rate (π.χ. άνω του 15%), σε συμφωνία με τα πρότυπα του ΟΟΣΑ.
Επιπλέον, προτείνεται η καθιέρωση ταχύτερων αποσβέσεων για μηχανολογικό εξοπλισμό — με ενδεικτική κατανομή 10-10-40-40 — ώστε να μειωθεί το κόστος κεφαλαίου στα πρώτα στάδια και να ενθαρρυνθούν οι επενδύσεις. Συνολικά, το νέο αυτό φορολογικό πλαίσιο στοχεύει στη μείωση του "κόστους ευκαιρίας" της επένδυσης και της αναβάθμισης δεξιοτήτων, δημιουργώντας ένα περιβάλλον που επιβραβεύει την ανάπτυξη, την καινοτομία και την παραγωγικότητα.
- Ως επιχειρηματίας και μέλος του Δ.Σ. της Ε.ΕΝ.Ε., ποιο είναι το μεγαλύτερο στοίχημα των επόμενων ετών για τον ιδιωτικό τομέα στην Ελλάδα;
Το μεγαλύτερο στοίχημα των επόμενων ετών για τον ιδιωτικό τομέα είναι να μετατρέψουμε το σημερινό οικονομικό μοντέλο — που στηρίζεται κυρίως στις υπηρεσίες και στις εισαγωγές — σε ένα πιο παραγωγικό και τεχνολογικά αναβαθμισμένο οικοσύστημα, που θα δημιουργεί ελληνική προστιθέμενη αξία και θα την εξάγει. Χρειάζεται ένα νέο μίγμα ανάπτυξης, με επιχειρήσεις που επενδύουν στις δεξιότητες, αξιοποιούν την καινοτομία και συνεργάζονται στενά με το κράτος και την ακαδημαϊκή κοινότητα.
Παράλληλα, είναι απαραίτητο να ενημερώσουμε τους νέους, με συνέπεια και στρατηγική, για τους παραγωγικούς τομείς που έχουν πραγματικές προοπτικές στη χώρα μας. Η ναυτιλία, για παράδειγμα, απασχολεί σήμερα πάνω από 200.000 οικογένειες και έχει περιθώριο για τουλάχιστον 50.000 ακόμη θέσεις εργασίας στην ξηρά, με τη θάλασσα να έχει ακόμα μεγαλύτερο περιθώριο. Ο τουρισμός, επίσης, παραμένει κινητήριος μοχλός, αλλά πρέπει να αντιμετωπιστεί η εποχικότητα — είτε αξιοποιώντας τον χειμώνα για επανεκπαίδευση του προσωπικού, είτε εστιάζοντας σε πρωτοβουλίες που θα καθιερώσουν την Αθήνα και άλλες περιοχές ως χειμερινούς προορισμούς. Αντίστοιχα, ο τομέας της ενέργειας, με τη στροφή στις νέες τεχνολογίες, ανοίγει τεράστιες δυνατότητες για επενδύσεις και απασχόληση.
Πρέπει επίσης να λάβουμε σοβαρά υπόψη το δημογραφικό ζήτημα, σε συνδυασμό με το μεταναστευτικό. Σε μια χώρα που γερνά, ακόμη κι αν υπάρχουν δουλειές, δεν θα υπάρχουν αρκετά χέρια για να τις κάνουν. Αλλιώς ο τελευταίος Ελληνας θα γεννηθεί το 2114. Είναι απαραίτητο να σχεδιάσουμε έγκαιρα πολιτικές που θα διασφαλίσουν τη διαθεσιμότητα ανθρώπινου δυναμικού σε κρίσιμους τομείς, ώστε να διατηρηθεί η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.
Αν καταφέρουμε να επενδύσουμε μεθοδικά στις δεξιότητες, στις υποδομές και στους ανθρώπους μας, θα έχουμε μια Ελλάδα που δεν θα εξαρτάται από συγκυρίες, αλλά θα χτίζει σταθερά την ανάπτυξή της πάνω σε υγιή, παραγωγικά θεμέλια.
-Τι θα θέλατε να κρατήσουν οι συμμετέχοντες από τη φετινή Διάσκεψη; Ποιο είναι το βασικό μήνυμα της Ε.ΕΝ.Ε.;
Θα ήθελα να φύγουν με τρία πράγματα ξεκάθαρα:
α) Η επαναβιομηχάνιση σήμερα δεν είναι "επιστροφή σε φουγάρα" — είναι τεχνολογία, υπηρεσίες υψηλής προστιθέμενης αξίας και εξαγώγιμα προϊόντα/υπηρεσίες (ναυτιλία, τουριστικό know-how, maintenance services, ψηφιακά προϊόντα).
β) Υπάρχουν ρεαλιστικά, στοχευμένα φορολογικά εργαλεία που μπορούν να κάνουν την αλλαγή οικονομικά βιώσιμη — και τα μέτρα αυτά πρέπει να σχεδιαστούν ώστε να επιβραβεύουν επένδυση και επανεκπαίδευση.
γ) Χρειαζόμαστε συνεργασία: κράτος, επιχειρήσεις, εργαζόμενοι και φορείς έρευνας πρέπει να δουλέψουν κοινά, με ένα ισχυρό συντονιστικό "διευθυντήριο", για να επιταχύνουμε την εφαρμογή — γιατί τα οφέλη σε ΑΕΠ και απασχόληση (όπως δείχνει και η αξιολόγηση του ΙΟΒΕ) είναι σημαντικά και υλοποιήσιμα.
Το βασικό μήνυμα είναι το εξής: ας αλλάξουμε τους κανόνες ώστε η ανάπτυξη να επιβραβεύεται — με φορολόγηση που προωθεί επενδύσεις, δεξιότητες και διεθνοποίηση — και όχι να τιμωρεί την επιχειρηματική πρωτοβουλία που δημιουργεί προστιθέμενη αξία για την οικονομία και τους εργαζόμενους.