Ο Γλάρος της οικογένειας Σκλαβενίτη "μαγειρεύει" εξαγωγές σ’ όλο τον κόσμο
Τετάρτη, 01-Οκτ-2025 10:26
Της Ξανθής Γούναρη
Πριν η οικογένεια Σκλαβενίτη επιχειρήσει να ξεκλειδώσει τις ξένες αγορές με την ιδιότητα του λιανέμπορου φιλοδοξεί να το πράξει με το "καπέλο" του βιομήχανου.
Ήδη μέσω της Αύρα Παραγωγή Γευμάτων ΜΑΕ, εταιρείας του ομίλου Γλάρος συμφερόντων της οικογένειας, στη Μαγούλα κατασκευάζεται το μεγαλύτερο εργοστάσιο παραγωγής έτοιμων γευμάτων στην Ευρώπη, με δυνατότητα παραγωγής 250.000 μερίδων την ημέρα.
Η επένδυση, ύψους 100 εκατ. ευρώ, που θα καλυφθεί κυρίως με ίδια κεφάλαια, έχει ως στόχο την εξαγωγή γνήσιων ελληνικών παραδοσιακών φαγητών σε όλο τον κόσμο, όπως αναφέρουν πηγές κοντά στην εταιρεία. Η έναρξη λειτουργίας της νέας μονάδας όπου θα απασχολούνται 300 εργαζόμενοι έχει προγραμματιστεί για τον Ιούνιο του 2026.
Από τη χαρτοποιία στη βιομηχανία τροφίμων
Η ιστορία ξεκινά το 2004, όταν ο αείμνηστος Σπύρος Σκλαβενίτης ίδρυσε τη χαρτοποιία Γλάρος στα Οινόφυτα Βοιωτίας. Τότε, η ελληνική αγορά κινδύνευε να μείνει χωρίς εγχώρια παραγωγή χαρτικών μετά την εξαγορά της Softex από ξένα κεφάλαια. Η Γλάρος κάλυψε το κενό, δίνοντας δουλειά σε απολυμένους εργαζόμενους και παράγοντας προσιτά προϊόντα.
Η στρατηγική καθετοποίησης συνεχίστηκε και το 2011 αποκτήθηκε η Baker Master, βιομηχανία προϊόντων ζύμης, ενώ το 2016 ιδρύθηκε η Meat House, με αντικείμενο την επεξεργασία κρέατος. Έτσι δημιουργήθηκε ένα οικοσύστημα που καλύπτει από τη βασική πρώτη ύλη έως το τελικό προϊόν που φτάνει στα ράφια του Σκλαβενίτη.
Στα πρώτα βήματά της, η Γλάρος ΑΒΕΕ απασχολούσε 15 εργαζομένους, στεγαζόταν σε εγκαταστάσεις 3.600 τ.μ., παρήγε ετησίως 454.000 κιβώτια χαρτικών προϊόντων (χαρτί κουζίνας, χαρτί υγείας, χαρτοπετσέτες, χαρτομάντιλα), ενώ είχε πωλήσεις ύψους 4 εκατ. ευρώ. Σήμερα, απασχολεί 81 εργαζομένους, διαθέτει ιδιόκτητες εγκαταστάσεις 13.000 τ.μ., παράγοντας 4.000.000 κιβώτια ετησίως.
Οι επιδόσεις του 2024
Το 2024 ο ενοποιημένος κύκλος εργασιών του ομίλου Γλάρος ανήλθε σε 141,1 εκατ. ευρώ, αυξημένος κατά σχεδόν 10% σε σχέση με το 2023, ενώ τα καθαρά κέρδη μετά από φόρους διαμορφώθηκαν στα 28,6 εκατ. ευρώ, από 26,2 εκατ. ευρώ την προηγούμενη χρονιά. Τα ίδια κεφάλαια ξεπέρασαν τα 84 εκατ. ευρώ, καταγράφοντας άνοδο άνω του 50% σε ετήσια βάση, ενώ τα ταμειακά διαθέσιμα εκτινάχθηκαν στα 26,4 εκατ. ευρώ, προσφέροντας σημαντικό περιθώριο χρηματοδότησης νέων επενδύσεων.
Αναλύοντας τη δυναμική των θυγατρικών, η Γλάρος ΑΒΕΕ, που αποτελεί τη "ναυαρχίδα" με έδρα τα Οινόφυτα, σημείωσε το 2024 πωλήσεις 71,9 εκατ. ευρώ και καθαρά κέρδη 12,6 εκατ. ευρώ, παραμένοντας η πιο κερδοφόρα εταιρεία του ομίλου, αν και με μικρότερο περιθώριο σε σχέση με το 2023 (17,5% έναντι 20,2%).
Η Meat House Μονοπρόσωπη ΑΕ, που ειδικεύεται στην επεξεργασία κρέατος, ενίσχυσε τον κύκλο εργασιών της κατά 26%, φτάνοντας τα 41 εκατ. ευρώ, με καθαρά κέρδη 731 χιλ. ευρώ, διατηρώντας όμως χαμηλό περιθώριο κερδοφορίας, στο 1,8%.
Η Baker Master ΑΒΕΕ, βιομηχανία προϊόντων ζύμης, κινήθηκε επίσης ανοδικά, με τζίρο 28,2 εκατ. ευρώ και καθαρά κέρδη σχεδόν 1 εκατ. ευρώ, παρουσιάζοντας σταθερό περιθώριο γύρω στο 3,5%.
Στον όμιλο ανήκει επίσης η BONORA ΙΚΕ, που δραστηριοποιείται σε υπηρεσίες επενδύσεων, και η ANIKA ΑΕ, εταιρεία γενικών επενδύσεων, με έδρα το Περιστέρι, που λειτουργούν συμπληρωματικά.
Επιπλέον, η νεότερη θυγατρική, η ΑΥΡΑ Παραγωγή Γευμάτων ΜΑΕ, εντάχθηκε το 2024 στο σχήμα και ήδη προετοιμάζει την κομβικής σημασίας επένδυση στη Μαγούλα Αττικής, η οποία θα μετατρέψει τον Γλάρο σε ηγέτη της ευρωπαϊκής βιομηχανίας έτοιμων γευμάτων.
Το συνολικό ενεργητικό του ομίλου διαμορφώθηκε στα 156,6 εκατ. ευρώ, από 111,3 εκατ. ευρώ το 2023, αντανακλώντας την επέκταση σε πάγια στοιχεία και νέες θυγατρικές.
Ο μακροπρόθεσμος δανεισμός, ύψους 20 εκατ. ευρώ, και τα βραχυπρόθεσμα τραπεζικά δάνεια των 18 εκατ. ευρώ, ισοσκελίζονται από την ισχυρή ρευστότητα και την υψηλή κερδοφορία, δημιουργώντας ένα ισοζύγιο που επιτρέπει στον όμιλο να στηρίξει τις στρατηγικές επενδύσεις του κυρίως με ίδια κεφάλαια.
Παρά την κερδοφορία, η διοίκηση του ομίλου Γλάρος, προτείνει τη μη διανομή μερίσματος ενώ στην χρήση που έκλεισε καταβλήθηκαν 1,7 εκατ. ευρώ σε αμοιβές μελών του Δ.Σ., ποσό που προήλθε από κέρδη προηγούμενων ετών.