Νιτσιάκος: Επενδύσεις 167 εκατ. στο κοτόπουλο και το μεγάλο στοίχημα στο μοσχάρι
Τετάρτη, 01-Οκτ-2025 07:30
Της Ξανθής Γούναρη
"Τρέχοντας" ένα από τα μεγαλύτερα επενδυτικά προγράμματα στον κλάδο τροφίμων, ύψους 167 εκατ. ευρώ, ο Κώστας Νιτσιάκος δηλώνει κατηγορηματικά ότι η οικογενειακή επιχείρηση "δεν πωλείται", βάζοντας τέλος στις φημολογίες που θέλουν τη Θ. Νιτσιάκος ΑΒΕΕ να αναζητά αγοραστή.
Το κεντρικό σημείο για τον "βαρύ" επιχειρηματικό σχεδιασμό, της Νιτσιάκος, που είναι η μοναδική εταιρεία στην Ελλάδα που παράγει όλα τα είδη κρέατος, αφορά την κατασκευή υπερσύγχρονου σφαγείου στη Βιομηχανική Περιοχή Ιωαννίνων, το οποίο θα έχει δυναμικότητα 15.000 κοτόπουλα ανά ώρα. Η ολοκλήρωση του έργου προγραμματίζεται για το καλοκαίρι του 2026 και αναμένεται σχεδόν να διπλασιάσει την παραγωγική δυναμικότητα του ομίλου, που αυτή τη στιγμή φθάνει τα 8.000 κοτόπουλα την ώρα.
Ταυτόχρονα στα σκαριά βρίσκεται και η ανέγερση νέου εργοστασίου ζωοτροφών στη Θεσσαλονίκη, καθώς και η δημιουργία σύγχρονης μονάδας αναθρεπτηρίου.
Για τη χρηματοδότηση του επενδυτικού προγράμματος, η εταιρεία έχει εξασφαλίσει πόρους από το Ταμείο Ανάκαμψης που καλύπτουν το μισό της συνολικής δαπάνης με ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους, ενώ το υπόλοιπο θα προέλθει από ίδιους και δανειακούς πόρους.
Στόχος οι εξαγωγές
Η αύξηση της δυναμικότητας μέσω του νέου πτηνοσφαγείου αναμένεται να ενδυναμώσει περαιτέρω την εξαγωγική δραστηριότητα του ομίλου, όπως ανέφερε ο Κώστας Νιτσιάκος σε δημοσιογραφική επίσκεψη στη φάρμα εκτροφής μοσχαριών στο Καλπάκι Ιωαννίνων.
Σήμερα περίπου το 10% του συνολικού τζίρου προέρχεται από διεθνείς αγορές. Τα ελληνικά κοτόπουλα της Νιτσιάκος βρίσκουν διέξοδο κυρίως στην Ιταλία, την Κύπρο και τις χώρες των Βαλκανίων
Το στοίχημα του ελληνικού μοσχαριού
Παράλληλα με την επέκταση στην πτηνοτροφία, η Νιτσιάκος θέλει να κερδίσει και το στοίχημα της παραγωγής ελληνικού μοσχαριού. Η ιδέα γεννήθηκε από τον ιδρυτή της εταιρείας Θεόδωρο Νιτσιάκο και υλοποιήθηκε από τη δεύτερη γενιά μετά το 2019.
Στη φάρμα της εταιρείας έκτασης 2.100 στρεμμάτων, η οποία διαθέτει σταβλικές εγκαταστάσεις με ρομποτικά συστήματα ταΐσματος για τους μόσχους, εκτρέφονται τρεις γαλλικές φυλές: η Charolais, γνωστή για τον όγκο και την ταχεία ανάπτυξή της, η Aubrac, ανθεκτική και με κρέας εξαιρετικής ποιότητας, και η Limousin, που ξεχωρίζει για το τρυφερό και άπαχο κρέας της.
Παρά τη δύσκολη συγκυρία όσον αφορά τις τιμές μιας και το κόστος προμήθειας των ζωντανών ζώων από το εξωτερικό έχει σχεδόν διπλασιαστεί μέσα σε δύο χρόνια, από 3,8 ευρώ το κιλό το 2023 σε 6,5 ευρώ το κιλό το 2024, ο στόχος είναι η μείωση του διαχρονικού ελλείμματος στην ελληνική παραγωγή, δεδομένου ότι περίπου το 90% του μοσχαριού που καταναλώνεται στη χώρα προέρχεται από εισαγωγές.
Προς το παρόν τα συνολικά νούμερα του μοσχαριού είναι ακόμη μικρά, καθώς αντιπροσωπεύουν μόλις το 8% του συνολικού τζίρου του ομίλου Νιτσιάκου έναντι του 40% που συνεισφέρει το κοτόπουλο, ωστόσο η διοίκηση εμφανίζεται αποφασισμένη να επενδύσει στην ανάπτυξη αυτού του τομέα.
Η υπερσύγχρονη μονάδα αποστέωσης και επεξεργασίας βόειου κρέατος στο Καλπάκι, εξοπλισμένη με ηλεκτρονικό σύστημα ιχνηλασιμότητας και πιστοποιήσεις διαχείρισης ασφάλειας τροφίμων, αποτελεί το εργαλείο για την υλοποίηση αυτής της στρατηγικής.
Η συνεργασία με την ΑΒ Βασιλόπουλος
Καθοριστικής σημασίας για την επιτυχία του εγχειρήματος είναι η αποκλειστική σύμπραξη με την ΑΒ Βασιλόπουλος, η οποία ξεκίνησε τον Μάιο του 2023 και εξελίχθηκε σε αποκλειστική έναν χρόνο αργότερα. Σήμερα, το 40% του μοσχαριού που διακινεί η αλυσίδα σούπερ μάρκετ προέρχεται από τις εγκαταστάσεις της Νιτσιάκος στην Ήπειρο όπου εκτρέφονται 7.000 μοσχάρια ετησίως.
Η φιλοδοξία είναι να δημιουργηθεί ένα αναγνωρίσιμο επώνυμο προϊόν που θα κερδίσει την προτίμηση των καταναλωτών χάρη στην ποιότητα και την ιχνηλασιμότητά του, διαφοροποιούμενο έτσι από τα εισαγόμενα κρέατα που κατακλύζουν την αγορά. Με τον τρόπο αυτό, η εταιρεία στοχεύει να αναδείξει την αξία της ντόπιας παραγωγής και να συμβάλει στην αναζωογόνηση της ελληνικής κτηνοτροφίας.
Το 2024 οι πωλήσεις από τον συγκεκριμένο τομέα στην ΑΒ Βασιλόπουλος έφτασαν τα 8 εκατ. ευρώ, ενώ για το 2025 προβλέπεται σημαντική αύξηση με τα έσοδα να αναμένονται στα 14 εκατ. ευρώ.
Η συνεργασία με την ΑΒ Βασιλόπουλος εκτείνεται σε όλες τις προϊοντικές κατηγορίες της Νιτσιάκος, από κοτόπουλα και γαλοπούλες μέχρι κουνέλια και προψημένα προϊόντα.
Αυξάνεται ο τζίρος
Τα οικονομικά αποτελέσματα της Νιτσιάκος για το 2024 επιβεβαιώνουν την ανθεκτικότητα του επιχειρηματικού μοντέλου. Ο κύκλος εργασιών διαμορφώθηκε στα 530 εκατ. ευρώ, τα κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων έφτασαν τα 43 εκατ. ευρώ, ενώ ο δανεισμός μειώθηκε στα 55 εκατ. ευρώ. Για το τρέχον έτος, ο κύριος Νιτσιάκος προέβλεψε ότι τα έσοδα θα είναι της τάξης των 570 εκατ. ευρώ, γεγονός που καταδεικνύει τη συνέχιση της ανοδικής τάσης.
Για την ομαλή υλοποίηση του επενδυτικού προγράμματος και την αποτελεσματικότερη διαχείριση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, δημιουργήθηκαν τρεις εταιρείες συμμετοχών από τα τρία αδέλφια Νιτσιάκου -τον Κώστα, τη Μαριλένα και την Αγγελικής– που συνεχίζουν την παράδοση που ξεκίνησε ο πατέρας τους, Θεόδωρος Νιτσιάκος, το 1972 στα Γιάννενα. Η κατεύθυνση είναι ξεκάθαρη και επικεντρώνει στην πρωτογενή παραγωγή, κυρίως στην αναπαραγωγή και πάχυνση του κοτόπουλου.
Το παραγωγικό αποτύπωμα του ομίλου
Σήμερα η δύναμη του ομίλου βασίζεται σε ένα εκτεταμένο δίκτυο 27 εγκαταστάσεων που καλύπτουν ολόκληρη την παραγωγική αλυσίδα. Στον τομέα της μεταποίησης κρέατος, λειτουργούν δύο πτηνοσφαγεία, ένα στα Γιάννενα και ένα στη Θεσσαλονίκη, ενώ υπάρχει και ξεχωριστό σφαγείο για γαλοπούλες και κουνέλια στην Ήπειρο.
Στην Άρτα βρίσκεται η μονάδα περαιτέρω επεξεργασίας, με δυναμικότητα ψησίματος 1.500 κιλών ανά ώρα, όπου παράγονται τα έτοιμα προϊόντα της εταιρείας, ενώ στα Ιωάννινα λειτουργεί η υπερσύγχρονη μονάδα αποστέωσης και συσκευασίας κόκκινου κρέατος.
Παράλληλα, η εταιρεία διαθέτει τέσσερα εργοστάσια σε Γιάννινα με δυναμικότητα 20 τόνων ανά ώρα, Άρτα με 20 τόνους ανά ώρα, Θεσσαλονίκη με 12 τόνους ανά ώρα και Σχηματάρι με 15 τόνους ανά ώρα. Για την αποθήκευση πρώτων υλών, λειτουργούν σιλό χωρητικότητας 20.000 τόνων και αποθήκες 6.500 τετραγωνικών μέτρων στον Σίνδο Θεσσαλονίκης, καθώς και τεράστιες αποθήκες 35.000 τετραγωνικών μέτρων στη Χαλκίδα.
Ο όμιλος έχει εξασφαλίσει επίσης μισθωμένες αποθήκες στα λιμάνια Βόλου και Αστακού για την απευθείας εισαγωγή σογιαλεύρου με πλοίο.
Στον πυρήνα της παραγωγής βρίσκονται οι πτηνοτροφικές μονάδες πατρογονικών ορνίθων και πάχυνσης, η κονικλοτροφική μονάδα, το εκκολαπτήριο με δυναμικότητα 1,4 εκατ. αυγών ανά εβδομάδα, καθώς και η εκτροφή μοσχαριών που εκτείνεται σε έκταση 2.100 στρεμμάτων στο Καλπάκι Ιωαννίνων.
Συμπληρωματικά, η εταιρεία διαθέτει εργοστάσιο παραγωγής τροφών για ζώα συντροφιάς με δυναμικότητα 5 τόνων ανά ώρα και ιδιόκτητο δίκτυο διανομής που εξυπηρετεί όλη την ελληνική επικράτεια.