Αξιολόγηση SSM: Αλλάζουν επίπεδο οι ελληνικές τράπεζες και πρωταγωνιστούν

Παρασκευή, 15-Αυγ-2025 16:00

Αξιολόγηση SSM: Αλλάζουν επίπεδο οι ελληνικές τράπεζες και πρωταγωνιστούν

Του Νίκου Κωτσικόπουλου

Οι ελληνικές τράπεζες έχουν αλλάξει επίπεδο και η αξιολόγηση του Ευρωπαίου επόπτη SSM, όπως και τα σκληρότερα τεστ που επέβαλε ποτέ η EBA, επιβεβαιώνουν τη μεγάλη πρόοδο που έχουν κάνει. Εξερχόμενες από σοβαρή πολυετή κρίση οι ελληνικές τράπεζες επέστρεψαν σε ευρωπαϊκά επίπεδα και επιπλέον ανταγωνίζονται τις μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες και συχνά τις ξεπερνούν πρωταγωνιστώντας σε επιδόσεις. 

Η αναλυτική αξιολόγηση του SSM που θα διαμορφώσει την εικόνα τους για το επόμενο έτος θα βάλει ψηλότερα τον πήχη. Τα στοιχεία του επόπτη για το πρώτο τρίμηνο δείχνουν ότι τα κόκκινα δάνεια μειώνονται σταθερά και ο μέσος όρος των δανείων αυτών για τις 4 συστημικές τράπεζες έχει επανέλθει κάτω από το 3%.

Τα δάνεια του δεύτερου σταδίου σε καθυστέρηση είναι λιγότερα σε ποσοστό από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, οι δείκτες για τη ρευστότητα είναι στην οροφή και μεταξύ των τραπεζών στις πέντε πρώτες χώρες στην κατάταξη.

Σε εξαιρετικά επίπεδα είναι ο δείκτης δανείων προς καταθέσεις, παρά τα δάνεια που έχουν δώσει. Επιτρέπει τη δυνατότητα για ανάπτυξη και επέκταση με πολλά νέα δάνεια, ενώ η χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών, σε αντίθεση με τράπεζες σε άλλες χώρες, διασφαλίζεται από φθηνού κόστους μεγαλύτερες καταθέσεις τις οποίες έχει εξαντλήσει ο ευρωπαϊκός ανταγωνισμός. Είναι στη δεύτερη υψηλότερη θέση στην Ευρώπη στον τομέα αυτό.

Ταυτόχρονα οι επιδόσεις των τραπεζών είναι κορυφαίου επιπέδου. Έχουν το μικρότερο κόστος λειτουργίας σε σχέση με τα έσοδα που παράγουν, οι πρώτες στην Ευρώπη. Έχουν καλά επιτοκιακά περιθώρια κέρδους παρά την πτώση των επιτοκίων της ΕΚΤ και αυξάνουν αλματωδώς το χαρτοφυλάκιο των δανείων τους που θα αποφέρει έσοδα. Έχουν σημαντικά περιουσιακά στοιχεία και ταυτόχρονα κάνουν εξαγορές. Στην απόδοση επί των περιουσιακών στοιχείων τους είναι επίσης στην πρώτη πεντάδα.

Ο λόγος δανείων προς καταθέσεις των ελληνικών τραπεζών ήταν 62,78%, ο δεύτερος μικρότερος στην Ευρώπη, έναντι μέσου όρου 101,97% καθώς οι ξένες τράπεζες δανείζονται από τις αγορές για να δώσουν νέα δάνεια και τα περιθώρια πιστωτικής επέκτασης που έχουν είναι μικρά.

Οι ελληνικές τράπεζες με βάση τη μέτρηση του SSM έχουν πολύ μεγάλο μαξιλάρι ρευστότητας αναλογικά και στο πρώτο τρίμηνο ξεπερνούσε τα 77 δισ. ευρώ.

Τέλος το 59,9% των δανείων που δίνουν οι τράπεζες έχει χρηματοδοτηθεί από καταθέσεις νοικοκυριών και το 21,04 από καταθέσεις επιχειρήσεων. 

Τα επιτοκιακά περιθώρια και τα κέρδη

Είναι σημαντικό ότι αυτά προκύπτουν από την πρώτη αξιολόγηση της χρονιάς, μετά τα αποτελέσματα του πρώτου τριμήνου, το οποίο αφενός θεωρείται σχετικά αδύναμο, αλλά επίσης ήταν αμέσως μετά τις πωλήσεις κόκκινων δανείων που υποχρέωσαν σε "κάψιμο" κεφαλαίων, για να προκύψει η τελευταία φάση εξυγίανσης από πώληση. Ταυτόχρονα όμως έγιναν εξαγορές. Έτσι τα μεν στοιχεία ενεργητικού αυξήθηκαν, αλλά οι δείκτες κεφαλαίου υποχώρησαν ελαφρώς κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, στον οποίο ήδη στο δεύτερο τρίμηνο επανέρχονται. 

Η επιθεώρηση και αξιολόγηση του SSM έγινε μεταξύ 113 συστημικών τραπεζών σε 21 χώρες στην Ευρώπη. Οι 113 τράπεζες αύξησαν στο πρώτο τρίμηνο τα περιουσιακά στοιχεία τους σε 27,58 τρισεκατομμύρια ευρώ.

Έδωσαν δάνεια με μέσο περιθώριο επιτοκιακού κέρδους 1,53% έναντι 2,92% των ελληνικών τραπεζών. Ο μέσος δείκτης ρευστότητάς τους ήταν πάνω από το 100% στο 156,25%, ενώ για τις ελληνικές τράπεζες ο δείκτης ρευστότητας έφθανε το 205% και ήταν μεταξύ των πέντε χωρών με τον υψηλότερο δείκτη.

Ο μέσος δείκτης απόδοσης κεφαλαίων RoE ήταν κάτω από 10%, στο 9,85%, ενώ για τις 4 ελληνικές τράπεζες ήταν 12,82%. Ο μέσος δείκτης κόστους προς έσοδα CIR ήταν στο 54,84 στην Ευρώπη και για τις ελληνικές τράπεζες ήταν 36,02% και τις έφερε στην πρώτη θέση σε αυτή την κατηγορία.

Όσον αφορά τους δείκτες ιδίων κεφαλαίων ο μέσος όρος στην Ευρώπη ήταν 16,05% για τον δείκτη CET1, ενώ ο ίδιος μέσος δείκτης ιδίων κεφαλαίων στο πρώτο τρίμηνο ήταν 15,88%, που μεταφράζεται σε ίδια κεφάλαια πρώτης κατηγορίας για τις ελληνικές τράπεζες. Στο δεύτερο τρίμηνο αυξήθηκε ελαφρώς και θα καλύψει εύκολα την απόσταση. Απλά οι ελληνικές τράπεζες σπεύδουν τώρα να αναπτυχθούν και καθώς ο δείκτης είναι ήδη 5%-6% πάνω από τις απαιτήσεις του επόπτη, προτιμούν να δώσουν μεγάλα μερίσματα, παρά να τον αυξήσουν τώρα κατά 0,25%. Τα ίδια κεφάλαια του δείκτη CET1 φθάνουν τα 24,64 δισ. ευρώ. Ο δείκτης των συνολικών κεφαλαίων τους ήταν 19,95%, το οποίο μεταφράζεται σε κεφάλαια 30,96 δισ. ευρώ.

Στο πρώτο τρίμηνο οι 4 συστημικές τράπεζες είχαν έσοδα από τόκους 2,05 δισ. ευρώ και έσοδα από προμήθειες 492,97 εκατ. ευρώ. Τα καθαρά κέρδη τους ήταν 1,118 δισ. ευρώ, ενώ οι προμήθειες αποτελούσαν το 18,30% των εσόδων τους. 

Τα κόκκινα δάνεια και η μεγάλη ρευστότητα

Ο SSM υπολόγισε ότι τα καθαρά δάνεια και απαιτήσεις των ελληνικών τραπεζών ήταν 180,47 δισ. ευρώ στο πρώτο τρίμηνο φέτος. Από αυτά τα 25,22 δισ. ευρώ ήταν δάνεια σε άλλες χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις και τράπεζες.

Τα 99,91 δισ. ευρώ δάνεια σε επιχειρήσεις, από τα οποία τα 36,46 δισ. ευρώ σε ΜμΕ. Τα 23,9 δισ. ευρώ ήταν ενυπόθηκα δάνεια με εγγύηση ακινήτου. Σε νοικοκυριά είχαν δοθεί δάνεια 47,12 δισ. ευρώ, με τα 31,27 δισ. ευρώ από αυτά να είναι ενυπόθηκα δάνεια με εγγύηση ακινήτων.

Τα κόκκινα δάνεια στις τράπεζες ήταν 6,03 δισ. ευρώ ή το 2,90% επί του συνόλου των δανείων. Στην Ευρώπη ο μέσος όρος των κόκκινων δανείων ήταν 1,93%, αλλά τα καθυστερούμενα δάνεια του δεύτερου σταδίου ήταν κατά μέσο όρο 9,76% έναντι 7,28% στην Ελλάδα.