Αντιμέτωπες με πέντε προκλήσεις οι ελληνικές τράπεζες - Η στρατηγική για να τις ξεπεράσουν

Παρασκευή, 15-Νοε-2024 07:34

Αντιμέτωπες με πέντε προκλήσεις οι ελληνικές τράπεζες - Η στρατηγική για να τις ξεπεράσουν

Μπροστά σε πέντε προκλήσεις θα βρεθούν βραχυ-μακροπρόθεσμα οι ελληνικές τράπεζες, οι οποίες προκειμένου να τις αντιμετωπίσουν προχωρούν ήδη σε αναπροσαρμογή της στρατηγικής τους, με σκοπό να διαφυλάξουν την πολύ καλή εικόνα που εμφανίζουν σήμερα, έχοντας, ωστόσο, περάσει διά πυρός και σιδήρου. 

Ο τραπεζικός τομέας, όπως τόνισε σε ενημερωτική συνάντηση με δημοσιογράφους ο πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών (ΕΕΤ) και της Εθνικής Τράπεζας, κ. Γκίκας Χαρδούβελης, υπέστη σημαντική συρρίκνωση και αναδιάρθρωση, αλλά ανέκαμψε, με την απόδοση ιδίων κεφαλαίων (ROE) να βρίσκεται στο 12% (από αρνητική την περίοδο 2014-2019 λόγω και των τιτλοποιήσεων) έναντι ευρωπαϊκού μέσου όρου 9%, υψηλότερα από την Ισπανία και προσεγγίζοντας την Ιταλία. Παράλληλα, ο δανεισμός προς τις επιχειρήσεις έχει επιστρέψει σε φυσιολογικά επίπεδα, με τον ρυθμό καθαρής πιστωτικής επέκτασης να είναι στο 9,2% έναντι 1,1% στην Ευρωζώνη, θετικός από το 2019 και μεγαλύτερος του ευρωπαϊκού από το 2022. Ο δανεισμός προς τα νοικοκυριά ανακάμπτει (-0,9% έναντι 0,7% στην ευρωζώνη), κυρίως τα καταναλωτικά, με τα νέα δάνεια να πλησιάζουν τις αποπληρωμές των παλαιότερων δανείων. Οι συνθήκες ρευστότητας έχουν βελτιωθεί ακόμα και μετά την αποπληρωμή TLTRO III (LCR κοντά στο 210% έναντι περίπου 160% στην ΕΕ) και οι καταθέσεις αυξάνονται σταθερά από το 2018 (197,6 δισ. ευρώ τον περασμένο Σεπτέμβριο). Τέλος, οι τράπεζες σχεδιάζουν την ταχύτερη απόσβεση (μέχρι το 2032-2034 αντί του 2041) του DTC.

Οι προκλήσεις, ωστόσο, παραμένουν και έχουν να κάνουν, τόσο με την κερδοφορία και την κεφαλαιακή επάρκεια, όσο και με την ψηφιοποίηση, αλλά και το ESG. Πιο αναλυτικά:

1) Θα παραμείνει η κερδοφορία υψηλή σε ένα περιβάλλον μειούμενων επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ); Αυτό είναι, ίσως, ένα από τα πιο συχνά ερωτήματα των διεθνών αναλυτών, αλλά και των επενδυτών, προς τις διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών. Κι αυτό γιατί, αυτές εξαρτώνται πολύ περισσότερο από τα καθαρά επιτοκιακά έσοδα σε σχέση με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές (78,61% έναντι 59,77% αντίστοιχα στα λειτουργικά έσοδα). "Οι ελληνικές τράπεζες πρέπει να αυξήσουν τα κέρδη από προμήθειες, το ποσοστό των οποίων κυμαίνεται στο 17,29% των λειτουργικών εσόδων όταν στην υπόλοιπη Ευρώπη αυτές ‘αγγίζουν’ το 28,77%", τόνισε ο κ. Χαρδούβελης, ξεκαθαρίζοντας, ωστόσο, πως η όποια αύξηση θα πρέπει να γίνει χωρίς να ζημιωθούν οι μικροκαταθέτες. Αξίζει να αναφερθεί πως στο συγκεκριμένο μέτωπο οι τράπεζες φέρεται να ετοιμάζουν ένα νέο σύστημα πληρωμών account to account, στη λογική του Iris που έτσι κι αλλιώς μηδένισε ή μείωσε τις προμήθειες, ενώ ανοικτό παραμένει το ενδεχόμενο για περαιτέρω αναπροσαρμογή στην τιμολογιακή πολιτική σε μία σειρά συναλλαγές, μετά και τις "πιέσεις" της κυβέρνησης,  

Σύμφωνα με τον κ. Χαρδούβελη, πάντως, σε μία αναπτυσσόμενη οικονομία η πιστωτική επέκταση είναι πιθανό να αυξηθεί και να καλύψει την αναμενόμενη απώλεια από καθαρά επιτοκιακά έσοδα ανά δάνειο, ενώ οι τράπεζες έχουν ήδη ακολουθήσει στρατηγικές αντιστάθμισης κινδύνου επιτοκίου από το 2023. Αξίζει να αναφερθεί πως, όπως τόνισε ο πρόεδρος της συντονιστικής επιτροπής οικονομικών μελετών της ΕΕΤ και επικεφαλής οικονομολόγος της Εurobank, κ. Τάσος Αναστασάτος, ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας θα είναι στη ζώνη του 2%-2,4% τα επόμενα χρόνια και υψηλότερα από άλλες ευρωπαϊκές οικονομίες. Ανάπτυξη που υποστηρίζεται αφενός, από τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης και άλλων πρωτοβουλιών της ΕΕ που αγγίζουν τα 100 δισ. ευρώ για την περίοδο 2020-2027, αλλά και ένα υγιές τραπεζικό σύστημα.

2) Θα πιέσει και η Βασιλεία IV τις ελληνικές τράπεζες όσο τις έχει πιέσει η Ελάχιστη Απαίτηση Ιδίων Κεφαλαίων και Επιλέξιμων Υποχρεώσεων (MREL); Με βάση τις δηλώσεις του επικεφαλής της ΕΕΤ και της Εθνικής Τράπεζας, η επίδραση της Βασιλείας IV στο ελάχιστο εποπτικό κεφάλαιο είναι μικρή, επειδή οι ελληνικές τράπεζες ακολουθούν την τυποποιημένη προσέγγιση στον υπολογισμό των συντελεστών στάθμισης κινδύνου. "Το 2025, ωστόσο, η επίπτωση στους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας αναμένεται να είναι της τάξης των 30-60 μ.β., σε αντίθεση με ορισμένες μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες, όπου η επίπτωση αναμένεται να είναι σημαντικότερη (100-200 μ.β.)", ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Χαρδούβελης. 

Από την άλλη πλευρά, οι απαιτήσεις για το MREL είναι αυστηρές. Ανάγκασαν τις τράπεζες να εκδώσουν μεγάλο όγκο ομολόγων, αυξάνοντας σημαντικά τη ρευστότητα. Ήδη και οι τέσσερις συστημικές τράπεζες έχουν πιάσει τους τελικούς δεσμευτικούς στόχους (28,7% για την Alpha Bank, 28% για τη Eurobank, 27,8% για την Εθνική Τράπεζα και 27,9% για την Τράπεζα Πειραιώς έως το 2026), με τον κ. Χαρδούβελη να εκτιμά πως θα χαμηλώσει περαιτέρω ο πήχης για την υποχρέωση των ελληνικών τραπεζών να "χτίσουν" μαξιλάρια ρευστότητας για ενδεχόμενες ανάγκες εξυγίανσης στο μέλλον, γεγονός που σημαίνει ότι το 2025 δεν θα υπάρξουν πολλές εκδόσεις ομολόγων. Υπενθυμίζεται πως μόλις πριν λίγες ημέρες η ΕΤΕ προχώρησε στην έκδοση εξαετούς "πράσινου" ομολόγου, αντλώντας 650 εκατ. ευρώ, με τις προσφορές να ξεπερνούν τα 3,5 δισ. ευρώ.

3) Είναι οι τράπεζες επαρκώς προετοιμασμένες για την αναπτυσσόμενη ψηφιακή οικονομία; Μπορούν να ανταποκριθούν στις εξελισσόμενες ανάγκες των πελατών τους; Ανταποκρίνονται στην πρόκληση των Fin- Techs και των Big-Techs; Είναι γεγονός πως η Ελλάδα έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο στην ψηφιοποίηση. Το ποσοστό των ατόμων που χρησιμοποιεί internet banking αυξάνεται σταθερά από το 2015, ακόμη, ωστόσο, βρίσκεται κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ (στο 52% στην Ελλάδα έναντι μ.ο. 63,9%). Οι ελληνικές τράπεζες δε, πραγματοποιούν μεγάλες επενδύσεις στον τομέα της πληροφορικής, ενώ είναι οι κύριοι χρήστες της τεχνητής νοημοσύνης. Την ίδια στιγμή, η ψηφιοποίηση έχει ήδη αλλάξει τη σχέση τράπεζας – πελάτη, με τα ΑΤΜs να πολλαπλασιάζονται και τον αριθμό των καταστημάτων να μειώνεται, ενώ τα γκισέ τείνουν να αποτελέσουν… είδος προς εξαφάνιση. Αυτό, βέβαια, έχει ως συνέπεια πολύς κόσμος να μην μπορεί να εξυπηρετηθεί άμεσα, δεδομένου ότι τα ραντεβού στα φυσικά καταστήματα που ίσχυσαν την περίοδο της πανδημίας συνεχίζουν να υφίστανται και σήμερα, γεγονός που δημιουργεί αρκετά προβλήματα. 

4) Θα επεκταθούν οι ελληνικές τράπεζες στο εξωτερικό, όπως είχαν κάνει πριν από 30 χρόνια; Κατά τη διάρκεια της ελληνικής κρίσης οι ελληνικές τράπεζες αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν από το εξωτερικό. Σήμερα εξετάζουν τις στρατηγικές και τις μεθόδους επέκτασης, σταθμίζοντας τα κόστη και τα οφέλη. Το ενεργητικό των ελληνικών τραπεζών στο εξωτερικό ανήλθε τον Ιούνιο του 2024 σε 37,7 δισ. ευρώ, αυξημένο κατά 8,2% σε σύγκριση με τον Δεκέμβριο του 2023, ενώ το μερίδιο των διεθνών δραστηριοτήτων στο συνολικό ενεργητικό σε ενοποιημένη βάση αυξήθηκε στο 11,8% τον Ιούνιο του 2024 από 11,0% τον Δεκέμβριο του 2023. Τον περασμένο Αύγουστο, ωστόσο, η Eurobank ενίσχυσε περαιτέρω τη συμμετοχή της στην Ελληνική Τράπεζα στην Κύπρο, με το συνολικό ποσοστό της να φθάνει το 56% μετά την ολοκλήρωση της δημόσιας πρότασης εξαγοράς που είχε ξεκινήσει στις αρχές του καλοκαιριού. Η τράπεζα δε, όπως ανακοίνωσε η διοίκηση στους αναλυτές, με αφορμή τα αποτελέσματα γ’ τριμήνου του 2024, προτίθεται να προχωρήσει σε νέα δημόσια πρόταση προς τους μετόχους μειοψηφίας της Ελληνικής Τράπεζας νωρίς μέσα στο 2025 και σίγουρα όχι νωρίτερα από την 8η Φεβρουαρίου του 2025, δηλαδή έξι μήνες μετά την ολοκλήρωση της προηγούμενης υποχρεωτικής δημόσιας πρότασης, έχοντας μέσω δύο συναλλαγών αυξήσει το ποσοστό της στην κυπριακή τράπεζα στο 68,81%.  

5) Τράπεζες και ESG: Εξυπηρετούν οι τράπεζες τις ανάγκες της κοινωνίας; Τη βεβαιότητα πως οι τράπεζες έχουν στραμμένο το βλέμμα στην κοινωνία εξέφρασε ο κ. Χαρδούβελης, υπενθυμίζοντας, μεταξύ άλλων, ότι έχουν διαθέσει περίπου 400 εκατ. ευρώ το 2019-2024 για να στηρίξουν το ελληνικό Δημόσιο και τα νοικοκυριά μέσω διαφόρων πρωτοβουλιών εταιρικής κοινωνικής ευθύνης συλλογικά και ατομικά. Για παράδειγμα:

(Α) Όλες οι τράπεζες πάγωσαν για δύο χρόνια, από τον Απρίλιο του 2023, το επιτόκιο για 442.000 δανειακές συμβάσεις που σημαίνει διαφυγόντα επιτοκιακά έσοδα 250 εκατ. ευρώ. 

(Β) Όλες οι τράπεζες συλλογικά μέσω της ΕΕΤ διέθεσαν: 1,75 εκατ. ευρώ για πυροπροστασία στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη για μίσθωση drones & ελικοπτέρων, 0,75 εκατ. ευρώ για αγορά περιπολικών της ΕΛΑΣ, 4 εκατ. ευρώ για εγκατάσταση και συντήρηση της πλατφόρμας διαχείρισης ιδιωτικού χρέους.

(Γ) Οι συστημικές τράπεζες συνεισέφεραν 50 εκατ. ευρώ για την αποκατάσταση ζημιών στην περιφέρεια Θεσσαλίας, 26,2 εκατ. ευρώ στον πολιτισμό, 24,8 εκατ. ευρώ για την παιδεία και την ενίσχυση όλων των εκπαιδευτικών βαθμίδων, 12 εκατ. ευρώ μέσω του προγράμματος "ΓΕΦΥΡΑ ΙΙΙ" για να επιδοτηθεί για ένα έτος το 50% από την αύξηση του επιτοκίου ειδικά για ευάλωτους δανειολήπτες, 7,6 εκατ. ευρώ στη δημόσια υγεία, 7,3 εκατ. ευρώ για προστασία του περιβάλλοντος, 3,3 εκατ. ευρώ για τον αθλητισμό, 1,3 εκατ. ευρώ για το δημογραφικό, 0,5 εκατ. ευρώ για τους σεισμοπαθείς στην Τουρκία.