Λιανεμπόριο: Τα είδη πολυτελείας ανθούν – και – στην Ελλάδα
Κυριακή, 27-Οκτ-2024 08:25
Του Γιώργου Λαμπίρη
Διαρκής είναι η ανάπτυξη που παρουσιάζουν από χρόνο σε χρόνο οι μεγάλοι οίκοι πώλησης ειδών πολυτελείας στην Ελλάδα, λαμβάνοντας σημαντική ώθηση από τον τουρισμό αλλά και από Έλληνες αγοραστές υψηλού εισοδήματος. Στελέχη της αγοράς αναφέρουν ότι τα είδη πολυτελείας διατηρούν τη δυναμική τους, καθότι αποτελούν μια κατηγορία αγαθών που δεν επηρεάζεται από τις ευρύτερες χρηματοοικονομικές συνθήκες και τον πληθωρισμό, δεδομένου ότι απευθύνονται σε καταναλωτές υψηλού εισοδήματος, οι οποίοι έχουν την οικονομική ευχέρεια να τα αποκτήσουν.
Χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα εταιρειών όπως η Louis Vuitton. Με βάση τις οικονομικές καταστάσεις που δημοσίευσε η εταιρεία Λουίς Βουιττόν Ελλάς, οι πωλήσεις της το 2023 αυξήθηκαν κατά 19,3% σε σχέση με το 2022, ανερχόμενες στα 64,84 εκατ. ευρώ. Η κερδοφορία παραμένει σε υψηλά επίπεδα, παρά το γεγονός ότι είναι μειωμένη κυρίως λόγω της πρόσληψης 18 επιπλέον εργαζομένων – πλέον απασχολούνται 64 άτομα–, δεδομένων και των επενδύσεων σε νέα καταστήματα όπως αυτό στην Astir Marina της Βουλιαγμένης αλλά και στις εγκαταστάσεις του εστιατορίου Zuma στη Μύκονο. Τα κέρδη προ φόρων ανήλθαν στα 18,66 εκατ. ευρώ, από 19,52 εκατομμύρια ευρώ, και τα καθαρά κέρδη στα 14,5 εκατ. ευρώ, από 15,16 εκατομμύρια ευρώ.
Η Rolex
Αντίστοιχα, και η Rolex Ελλάς συνέχισε να αναπτύσσεται. Η εταιρεία είναι ο αποκλειστικός εισαγωγέας των ρολογιών Rolex και Tudor στην Ελλάδα και το 2023 παρουσίασε κύκλο εργασιών 93 εκατομμυρίων ευρώ, αυξημένο κατά 12,6% έναντι κύκλου εργασιών 82,58 εκατ. ευρώ το 2022. Τα προ φόρων κέρδη της Rolex Ελλάς διαμορφώθηκαν στα 90,1 εκατ. ευρώ, καταγράφοντας αύξηση έναντι των 82,5 εκατ. ευρώ στη χρήση του 2022, ενώ σταθεροποιητικά κινήθηκαν τα καθαρά κέρδη μετά από φόρους. Ειδικότερα, το 2023 ανήλθαν στο ύψος των 6,66 εκατ. ευρώ, έναντι καθαρών κερδών 6,67 εκατ. ευρώ στην αμέσως προηγούμενη χρήση.
Το "ράλι" του οίκου Chanel στην Ελλάδα
Ένα από τα πιο γνωστά αποφθέγματα της Coco Chanel ήταν το εξής: "Γεννήθηκες για να είσαι αυθεντικός, μη γίνεις αντίγραφο!". Η Chanel προσέδωσε έναν ξεχωριστό χαρακτήρα στα προϊόντα της, τον διατήρησε και παραμένει κλασική και διαχρονική στο παγκόσμιο στερέωμα της μόδας. Στην Ελλάδα ο οίκος Chanel δραστηριοποιείται μέσω του εμπορικού της συνεργάτη επί πολλές δεκαετίες, της εταιρείας Linea Piu.
Η Linea Piu, που διακινεί τα προϊόντα της Chanel, με boutique στην οδό Βουκουρεστίου αλλά και στο Κολωνάκι, είχε τζίρο 27,87 εκατομμυρίων ευρώ το 2023, με αύξηση 136,8% σε σχέση με το 2022, όπου το αντίστοιχο ποσό ήταν 11,76 εκατομμύρια ευρώ. Την ίδια στιγμή, το περιθώριο κέρδους προ φόρων στη διάρκεια του 2023 ξεπέρασε το 30%, καθώς αυτά ανήλθαν στα 10,65 εκατομμύρια ευρώ, από 3,5 εκατομμύρια ευρώ που ήταν το 2022. Πιο συγκεκριμένα, το καθαρό περιθώριο κέρδους έφτασε στο 37,18%, από 29,19% που ήταν τη χρονιά που προηγήθηκε. Η εταιρεία προέβη στη λειτουργία δύο νέων καταστημάτων, στην Αθήνα επί της οδού Βουκουρεστίου 13 –μετεγκαταστάθηκε εκεί από την οδό Σέκερη– και στη Μύκονο.
Τα στοιχεία της έρευνας "The future of consumer goods: The market of luxury goods" της KPMG δείχνουν ότι η αγορά πολυτελών ειδών αποτελεί ένα ανθεκτικό τμήμα της οικονομίας, επιτυγχάνοντας εξαιρετική απόδοση ακόμα και ύστερα από περιόδους οικονομικής ύφεσης. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον εμφανίζει η υποκατηγορία των προσωπικών ειδών πολυτελείας, η οποία παρουσιάζει σημαντικές ευκαιρίες ανάπτυξης τόσο στην παγκόσμια όσο και στην εγχώρια αγορά.
Στη χώρα μας δύο παράγοντες που κάνουν τη διαφορά είναι η αύξηση του τουρισμού και η βαθιά ριζωμένη προτίμηση των Ελλήνων αγοραστών στα είδη πολυτελείας. Δηλαδή ουσιαστικά έχουμε να κάνουμε με μια "μικτή" προέλευση καταναλωτών, που προέρχονται τόσο από το εξωτερικό όσο και από την Ελλάδα.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, η ελληνική αγορά ειδών πολυτελείας παρέμεινε σε ανοδική τροχιά το 2022, επιτυγχάνοντας καθαρές πωλήσεις συνολικού ύψους 509,8 εκατ. ευρώ, με μέσο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης (CAGR) 13,2% μεταξύ 2018 και 2022. Για το 2022 η ενίσχυση προήλθε από τον αυξημένο τουρισμό και τα ανοίγματα νέων σημείων λιανικής πώλησης. Η Αθήνα και η Μύκονος αποτελούν βασικούς εμπορικούς προορισμούς, με μια σειρά διαφορετικών μοντέλων διανομής που υιοθετούνται από τα εμπορικά σήματα.
Η εισροή νέων εμπορικών σημάτων έχει αναζωογονήσει τη δυναμική της αγοράς, οδηγώντας σε μια αξιοσημείωτη συνολική αύξηση των πωλήσεων. Την ίδια ώρα, οι καθοριστικοί παράγοντες της ζήτησης ευθυγραμμίζονται με την αυθεντικότητα, την ποιότητα, το κύρος, τον σχεδιασμό και τη μοναδικότητα, έχοντας απήχηση σε όλες τις ηλικιακές ομάδες. Οι νεότερες δημογραφικά ομάδες δίνουν έμφαση στην προσωπική εμπειρία και την εξατομίκευση, ενώ η δεξιοτεχνία αποκτά μεγαλύτερη σημασία με την πάροδο του χρόνου.
Συμπερασματικά, η αγορά ειδών πολυτελείας διανύει μια περίοδο μεγάλης ανάπτυξης, παρά τις παγκόσμιες προκλήσεις που έχουν προκύψει. Η ενσωμάτωση προηγμένων τεχνολογιών σε ολόκληρη την αλυσίδα αξίας, από τις λειτουργίες του back-office έως τις λειτουργίες που απευθύνονται στον καταναλωτή, πρόκειται να αποφέρει σημαντικά πλεονεκτήματα σε όλους τους συμμετέχοντες. Η υιοθέτηση νέων τεχνολογιών θα ωθήσει σε περαιτέρω ανάπτυξη, ενισχύοντας την αλληλεπίδραση μεταξύ των εταιρειών ειδών πολυτελείας και της επιλεκτικής πελατείας τους.
Υπενθυμίζεται ότι το 2022 η παγκόσμια αγορά προσωπικών ειδών πολυτελείας έφτασε τα 234,4 δισ. ευρώ, επιδεικνύοντας σταθερή πορεία ανάπτυξης, με μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης (CAGR) των πωλήσεων στο 2,3% μεταξύ 2018 και 2022. Οι προβλέψεις των παγκόσμιων πωλήσεων για την επόμενη πενταετία δείχνουν μια συνεχιζόμενη θετική τάση, με προβλεπόμενο CAGR στο 3,2%. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι περίπου το 80% των πωλήσεων προσωπικών ειδών πολυτελείας παράγεται από τις 10 κορυφαίες παγκόσμιες εταιρείες προσωπικών ειδών πολυτελείας, υπογραμμίζοντας την κυρίαρχη παρουσία τους στην αγορά.