Τα "άγνωστα μονοπάτια" της ΕΧΑΕ

Παρασκευή, 28-Σεπ-2007 08:31

Σε "άγνωστα μονοπάτια" δείχνει να βαδίζει πλέον ο όμιλος της ΕΧΑΕ (ΕΧΑΕ) και μαζί με αυτόν το Χρηματιστήριο Αθηνών ύστερα από την ουσιαστικά πλήρη αποχώρηση των τραπεζικών ομίλων που μέχρι πρότινος μετείχαν στο μετοχικό του κεφάλαιο.

Με τη μορφή πακέτων και placement από την αρχή του μήνα πουλήθηκαν συνολικά 4,3 εκατ. μετοχές της ΕΧΑΕ, αριθμός που αντιστοιχεί σε ποσοστό άνω του 6,15% του μετοχικού της κεφαλαίου. Το μεγαλύτερο μέρος παραχωρήθηκε από την Εθνική Τράπεζα που πριν από λίγα 24ωρα διέθεσε μέσω ιδιωτικής τοποθέτησης (με διοργανωτές την Credit Suisse και τη NBGI) σε θεσμικά χαρτοφυλάκια 3,6 εκατ. μετοχές.

Πωλητές, όμως, τις τελευταίες ημέρες ήταν και οι υπόλοιποι βασικοί μέτοχοι του ομίλου, με εξαίρεση το ολλανδικό επενδυτικό κεφάλαιο Stichting Pensioenfonds ABP (κατέχει ποσοστό 5,75%). Σε ρευστοποιήσεις θέσεων προχώρησε το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, ενώ από τα τέλη Ιουλίου ο Ν. Καραμούζης (μέλος του Δ.Σ. του ομίλου της ΕΧΑΕ και αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος της Eurobank) ενεργώντας για λογαριασμό "συνδεόμενου με αυτόν νομικού προσώπου" προχωρούσε σχεδόν επί καθημερινής βάσης σε πωλήσεις μετοχών της ΕΧΑΕ. Όπως ανακοίνωσε ωστόσο η Eurobank στις 26 Σεπτεμβρίου προχώρησε σε αγορά 525.000 μετοχών της ΕΧΑΕ, ποσοστό που απέκτησε μέσω του placement της Εθνικής Τράπεζας.


Με βάση τα μέχρι στιγμής δεδομένα, το έμμεσο ποσοστό της Εθνικής Τράπεζας έχει περιοριστεί στο 0,45% σύμφωνα με χθεσινή ανακοίνωση, ενώ η συμμετοχή των υπόλοιπων τραπεζών που ήταν οι αρχικοί μέτοχοι (μετά την πώληση του ποσοστού του Δημοσίου το 2003) εκτιμάται ότι έχει περιοριστεί στα επίπεδα του 1% - 1,5%, εάν δεν έχει μηδενιστεί σε κάποιες περιπτώσεις.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις στελεχών του χρηματοοικονομικού κλάδου, η αλλαγή στο στρατηγικό προσανατολισμό των τραπεζών σχετίζεται τόσο με τις επερχόμενες αλλαγές που φέρνει η εφαρμογή της κοινοτικής οδηγίας MiFID για τα χρηματιστήρια, όσο και με τον υπό διαμόρφωση χάρτη των συνασπιζόμενων χρηματιστηριακών δυνάμεων σε διεθνές επίπεδο που αργά ή γρήγορα θα εισέλθει στην "αυλή" του ελληνικού Χρηματιστηρίου.

Τραπεζικό στέλεχος σχολίαζε τις τελευταίες εξελίξεις στο Capital.gr λέγοντας ότι οι τράπεζες δεν είχαν πια λόγο να διατηρούν θέση στην ΕΧΑΕ αφού εκτός των άλλων η μια μετά την άλλη επικεντρώνονται στο κύριο αντικείμενο δραστηριότητας τους. Επιπλέον, σημείωνε, "έχουν πάρει με το παραπάνω τα λεφτά που έβαλαν για να αποκτήσουν μερίδιο στην εταιρεία".

Τον Ιούνιο του 2003 οι επτά τραπεζικοί όμιλοι απέκτησαν το 33,4% της ΕΧΑΕ έναντι 89 εκατ. ευρώ. Έκτοτε η κεφαλαιοποίησή της αυξήθηκε κατά 764% (σήμερα η μετοχή της ΕΧΑΕ βρίσκεται κοντά στα υψηλότερα ιστορικά επίπεδα τιμών των 23,16 ευρώ), πορεία που στο ενδιάμεσο συνοδεύτηκε από σταδιακές παραχωρήσεις ποσοστών από τις τράπεζες οι οποίες φυσικά κατέγραψαν σημαντικές υπεραξίες.


Ο ρόλος της MiFID


Σημαντικότερος λόγος όμως φαίνεται να είναι οι επερχόμενες ραγδαίες αλλαγές στον διεθνή χρηματοοικονομικό τομέα. Θρυαλλίδα των εξελίξεων στα χρηματιστήρια της Ευρώπης αποτελεί η κοινοτική οδηγία MiFID η οποία τίθεται σε εφαρμογή την 1η Νοεμβρίου 2007 (χωρίς να έχει αποκλειστεί το ενδεχόμενο παράτασης για την εφαρμογή της στην Ελλάδα λόγω ελλιπούς προετοιμασίας) και σύμφωνα με τους ειδικούς θα μεταβάλλει άρδην το ισχύον χρηματοοικονομικό τοπίο σε Ελλάδα και Ε.Ε.


Η νέα οδηγία που επιτρέπει τη διενέργεια συναλλαγών σε μετοχές εκτός επίσημων χρηματιστηριακών αγορών, ακόμη και απευθείας μεταξύ τραπεζών και άλλων χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων, αποτελεί τη μεγαλύτερη "απειλή" για τον τρόπο που λειτουργούν σήμερα οι χρηματιστηριακές αγορές.


Η MiFID εστιάζει στο τρόπο με τον οποίο τιμολογούνται οι υπηρεσίες στο χρηματοοικονομικό τομέα και στόχος αποτελεί να γνωρίζουν με ακρίβεια οι επενδυτές το κόστος που επωμίζονται όταν, παραδείγματος χάρη, καταβάλλουν προμήθειες για την επένδυσή τους σε κάποιο προϊόν (μετοχές, αμοιβαία, ETF΄s κ.ά).

Το "πνεύμα" πίσω από τη MiFID είναι η μείωση του κόστους για τον επενδυτή από την αύξηση του ανταγωνισμού μεταξύ των "παικτών" του χρηματοοικονομικού κλάδου είτε αφορούν σε χρηματιστήρια είτε σε επενδυτικούς οργανισμούς.

Αναλυτές εκτιμούν ότι μικρά χρηματιστήρια με τις υψηλές χρεώσεις και υψηλά περιθώρια κέρδους όπως για παράδειγμα το Χ.Α. δεν θα καταφέρουν να επιβιώσουν αυτόνομα. Οι μεγάλοι πελάτες θα επιλέξουν μεγαλύτερα και την ίδια στιγμή φθηνότερα χρηματιστήρια ή θα αναζητήσουν εξωχρηματιστηριακές οδούς για τις χρηματιστηριακές τους συναλλαγές. Έτσι, μικρές αγορές όπως το Χ.Α. θα αναγκαστούν ελέω ανταγωνισμού να συνάψουν συνεργασίες ή να μειώσουν τις χρεώσεις που επιβάλλουν και σε κάθε

περίπτωση δύσκολα θα μπορέσουν να διατηρήσουν τη σημερινή τους κερδοφορία.

Ήδη οι αρμόδιες κυβερνητικές αρχές προσανατολίζονται στη μείωση ή και κατάργηση του φόρου επί των χρηματιστηριακών συναλλαγών (με ανοικτό το ενδεχόμενο όμως επιβολής φόρου υπεραξίας για όσους έχουν κέρδη από συναλλαγές στο Χ.Α. και φορολόγησης των stock options).

Σε κάθε περίπτωση, το τοπίο στο χρηματοοικονομικό κλάδο με αφορμή τις νέες ρυθμίσεις αλλάζει μέρα με τη μέρα. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσονται τα mega-deal των χρηματιστηριακών αγορών στα οποία πρωταγωνιστούν αραβικά κεφάλαια μεταξύ των οποίων και το Dubai Group που διαθέτει παρουσία στην Ελλάδα μέσω του Ομίλου Marfin.

Ο ρόλος των Αράβων


Με όπλο των πακτωλό των κεφαλαίων που προκάλεσε η άνοδος του πετρελαίου την τελευταία πενταετία, τα εμιράτα του Περσικού Κόλπου επιθυμούν να μετατρέψουν την περιοχή σε ισχυρό χρηματοοικονομικό κέντρο. Ηγέτες στην προσπάθεια αυτή είναι το Ντουμπάϊ και το Κατάρ. Το Borse Dubai που δημιουργήθηκε με σκοπό την ενοποίηση των δύο κρατικών χρηματιστηριακών αγορών του (DIFX και Dubai Financial Market) και την ενσωμάτωση στο σχήμα άλλων αγορών, ανακοίνωσε προ ημερών ότι εξαγόρασε το 28% της LSE από την Nasdaq Stock Market στα πλαίσια μιας συμφωνίας που καθιστά το Nasdaq τελικό ιδιοκτήτη της OMX (κατέχει τα χρηματιστήρια της Σουηδίας, της Δανίας, της Φιλανδίας, της Ισλανδίας αλλά και των χωρών της Βαλτικής και παρέχει τεχνογνωσία σε 60 χρηματιστήρια σε ολόκληρο τον κόσμο). Σχεδόν ταυτόχρονα, η Qatar Investment Authority ανακοίνωσε την απόκτηση ποσοστού συμμετοχής ύψους 20% στην London Stock Exchange.


Προ ολίγων μηνών, το NYSE απέκτησε τον έλεγχο του Euronext (περιλαμβάνει τις αγορές του Παρισιού, των Βρυξελλών, του Αμστερνταμ και της Λισαβόνας), δημιουργώντας την πρώτη διατλαντική και μεγαλύτερη στον κόσμο εταιρεία διαχείρισης χρηματιστηρίων.

Έχει η ελληνική αγορά θέση σε αυτές τις εξελίξεις και εάν ναι, ποιά; Ήδη στη γειτονιά μας, το Χρηματιστήριο της Βουλγαρίας "προσδέθηκε" στο άρμα του Deutsche Boerse, κίνηση που αποτελεί "πλήγμα" για τον όμιλο της ΕΧΑΕ αφού εδώ και μήνες επιχειρούσε να εντάξει τον βουλγαρικό οργανισμό στη κοινή πλατφόρμα με το ΧΑΚ και να αποκτήσει "κρίσιμο μέγεθος" εν όψει των εξελίξεων.

Στη διπλανή Ιταλία, το μικρότερο αλλά σαφώς πιο ελκυστικό (και φθηνότερο από άποψης χρεώσεων) Borsa Italiana περνάει στον έλεγχο του LSE έναντι 1,6 δις.ευρώ.

Εκ πρώτης όψεως, το Χ.Α η μεγαλύτερη χρηματιστηριακή αγορά της Βαλκανικής δεν αφήνει αδιάφορα τα μεγάλα επενδυτικά σχήματα. Η εικόνα όμως ακόμη δεν είναι σαφής. Ωστόσο, οι χθεσινές εξελίξεις αναφορικά με την προέλευση των αποδεκτών των μετοχών της ΕΧΑΕ που παραχώρησε προχθές η Εθνική Τράπεζα δείχνουν ότι το ελληνικό χρηματιστήριο ίσως εισέλθει σε δρόμους που ενδεχομένως να μην έχει επιλέξει.

Νίκος Χρυσικόπουλος


nikos.chrissikopoulos@capital.gr