Τα πρώτα μηνύματα των ξένων funds στις τράπεζες
Παρασκευή, 27-Ιαν-2017 08:15
Tης Νένας Μαλλιάρα
Ενδιαφέρον με αστερίσκους και χωρίς ο φόβος ενός πιστωτικού επεισοδίου να έχει φύγει εντελώς από τον ορίζοντα, εκδηλώνουν τα ξένα funds για την ελληνική αγορά. Αξιολόγηση, βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος και QE βαραίνουν θετικά στη "ζυγαριά" τους, αλλά μπαίνουν σε "μικρό καλάθι", ενώ από την άλλη πλευρά, το απευκταίο σενάριο ενός πιστωτικού επεισοδίου παραμένει πάντα στο προσκήνιο.
Το ανάμικτο κλίμα συγκρατημένης αισιοδοξίας και επιφυλακτικότητας χαρακτήρισε τις πρώτες επαφές για το 2017 που είχαν, την περασμένη εβδομάδα στο Λονδίνο, οι ελληνικές τράπεζες με τα ξένα funds που επενδύουν σε αναδυόμενες αγορές. Στις συναντήσεις αυτές, πέραν των hedge funds, παρευρέθηκαν και funds με πιο μακροπρόθεσμο ορίζοντα, μεταξύ των οποίων μεγάλα ονόματα όπως αυτό της Allianz, της Pioneer, της East Spring από τη Σιγκαπούρη, της Barrow Hanley από το Τέξας και της M&G Investments, θυγατρικής της βρετανικής Prudential.
Με αρχικό δεδομένο ότι από πλευράς επενδυτικού ενδιαφέροντος η Ελλάδα παραμένει στη σκιά άλλων αναδυόμενων αγορών όπως οι ασιατικές, της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και της Ρωσίας, τα ξένα funds έθεσαν στο επίκεντρο το θέμα της δεύτερης αξιολόγησης. Κοινή συνισταμένη των funds ήταν η εκτίμηση πως η αξιολόγηση θα κλείσει με καθυστερήσεις, τις οποίες οι ελληνικές τράπεζες "προσδιόρισαν" όχι πέραν του α΄ τριμήνου 2017.
Το track record των καθυστερήσεων που έχει, πάντως, η ελληνική κυβέρνηση στις διαπραγματεύσεις για τις φάσεις του προγράμματος προσαρμογής, σκιάζει το δυνητικό επενδυτικό ενδιαφέρον. Κρατά δε ζωντανό τον φόβο ενός πιστωτικού επεισοδίου που αυτή τη φορά συνδέεται με τις αποπληρωμές της χώρας τον προσεχή Ιούλιο (3,9 δις. ευρώ οι οφειλές σε Κεντρικές Τράπεζες και 2 δις. ευρώ οι πληρωμές των τριετών ομολόγων με τα οποία η Ελλάδα είχε βγει για τελευταία φορά στις αγορές το καλοκαίρι του 2014).
Θεωρώντας ως "δυσμενές σενάριο" οι διαπραγματεύσεις για την ολοκλήρωση της β΄ αξιολόγησης να παραταθούν μέχρι τότε και κρατώντας ως "βασικό σενάριο" ότι θα κλείσουν εντός του α΄ τριμήνου 2017, τα ξένα funds φαίνεται να αποδίδουν βαρύτητα και στη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα. Όπως εκτιμούν, το ΔΝΤ θα παραμείνει στο πρόγραμμα έστω ως τεχνικός σύμβουλος.
Θετικά βλέπουν τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, αν και αυτά φαίνεται να τα έχουν αποτιμήσει ήδη. Όπως εκτιμούν, τα μέτρα αυτά αποτελούν ένα βήμα ώστε η χώρα να λάβει από την ΕΚΤ ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους της και να ενταχθεί στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
Αν και δεν υπάρχει ρητή προϋπόθεση από πλευράς ΕΚΤ, τα ξένα funds εκτιμούν ότι απαραίτητη προϋπόθεση για τα παραπάνω είναι η ολοκλήρωση της β΄ αξιολόγησης. Θεωρούν δε δεδομένο ότι αυτή θα "ξεμπλοκάρει", καθώς θα συνδυαστεί με πρόβλεψη για μέτρα που θα ενεργοποιηθούν το 2018, αν δεν έχουν πιαστεί οι στόχοι για τα πλεονάσματα. Συγκεκριμενοποιώντας τα μέτρα αυτά κατά τις επαφές τους με τους Έλληνες τραπεζίτες, τα ξένα funds έκαναν λόγο για περικοπές στις συντάξεις.
Σημειώνεται ότι οι ελληνικές τράπεζες (χθες συνεδρίασε και το διοικητικό συμβούλιο της Alpha Bank) ενέκριναν την περασμένη εβδομάδα την ανταλλαγή των ομολόγων ESFS στο πλαίσιο των βραχυπρόθεσμων μέτρων για το χρέος. Τα μέτρα ενέκριναν στις 23/1 ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM) και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF).
Σε σχετική ανακοίνωση, ο ESM ανέφερε ότι τα μέτρα έχουν σχεδιαστεί ώστε να μειώσουν τον επιτοκιακό κίνδυνο για την Ελλάδα με την ανταλλαγή - μεταξύ άλλων - ενός μέρος του χρέους σε σταθερό από κυμαινόμενο επιτόκιο, και να ελαφρύνουν το βάρος των αποπληρωμών για τη χώρα. Όπως πρόσθεσε ο επικεφαλής του ESM, Klaus Regling, η εκτίμηση είναι πως η πλήρης εφαρμογή των μέτρων θα οδηγήσει σε συνολική μείωση του δείκτη χρέους προς ΑΕΠ κατά περίπου 20 ποσοστιαίες μονάδες μέχρι το 2060 και τις ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας χαμηλότερα κατά σχεδόν πέντε ποσοστιαίες μονάδες στο ίδιο διάστημα.
Αξιολόγηση, βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος και QE, αποτελούν για τα ξένα funds και το "κλειδί" για την ανάπτυξη. Όπως ανέφεραν στους Έλληνες τραπεζίτες, ανάπτυξη της τάξεως του 2% (και όχι παραπάνω) θα ήταν εφικτή για το τρέχον έτος, εφόσον έρθουν επενδύσεις στη χώρα επειδή ακριβώς η ολοκλήρωση της β΄ αξιολόγησης θα έχει δρομολογήσει τις αναμενόμενες θετικές επιπτώσεις.