Αβεβαιότητα και καθυστερήσεις "τρώνε" τα κέρδη των τραπεζών

Παρασκευή, 19-Αυγ-2016 08:08

Αβεβαιότητα και καθυστερήσεις "τρώνε" τα κέρδη των τραπεζών

Tης Νένας Μαλλιάρα

Σταθεροποίηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, σχετική μείωση στο κόστος χρήματος και βελτίωση της ρευστότητας, θα χαρακτηρίζουν τα αποτελέσματα των τραπεζών για το πρώτο εξάμηνο του 2016, όπως θα φανεί στις ανακοινώσεις αποτελεσμάτων β΄ τριμήνου με την εκπνοή του Αυγούστου (30/8 ανακοινώσεις από Alpha Bank και Τράπεζα Πειραιώς, 31/8 από Eurobank και Εθνική Τράπεζα). 

Ο αργός βηματισμός της Οικονομίας για την έξοδο από την κρίση και οι καθυστερήσεις από την κυβέρνηση σε γενικότερο επίπεδο νομοθέτησης των προαπαιτούμενων και ειδικά στο σκέλος της ενεργητικής διαχείρισης των "κόκκινων" δανείων, αναμένεται να αποτυπωθούν στην εικόνα του α΄ εξαμήνου, συμπιέζοντας τις αρχικές εκτιμήσεις για  κερδοφορία. Όπως εκτιμάται, τα συνολικά κέρδη για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες αναμένεται να κινηθούν στα 120 εκατ. ευρώ.

Πρόκειται για επίπεδα σημαντικά περιορισμένα έναντι των αρχικών εκτιμήσεων για την πορεία της τρέχουσας χρήσης, η οποία λόγω των πολύ αργών ρυθμών δράσης από την κυβέρνηση, οδηγεί τη χρήση σε οριακή κερδοφορία. Ως αποτέλεσμα, οι αρχικές εκτιμήσεις για κέρδη της τάξεως των 500 εκατ. ευρώ φέτος, φαίνεται να μειώνονται στα 200 εκατ. ευρώ.

Οι καθυστερήσεις που έχουν επίπτωση στην επανεκκίνηση της Οικονομίας και οι αβεβαιότητες επίσης για το πολιτικό περιβάλλον, δεδομένης της επερχόμενης δεύτερης αξιολόγησης του Οκτωβρίου με επίκεντρο τα εργασιακά, κρατούν τις τράπεζες σε αναμονή και επιφυλακτικότητα. Το προηγούμενο της μακράς καθυστέρησης στην πρώτη αξιολόγηση, η εκκρεμότητα ακόμη στις διοικητικές αλλαγές των τραπεζών, καθώς και στους τελικούς στόχους για τη μείωση των "κόκκινων" δανείων που οφείλεται στη μη διευθέτηση κρίσιμων θεμάτων για την έναρξη της ενεργητικής διαχείρισης, αλλά κυρίως οι φόβοι για την πορεία της οικονομικής δραστηριότητας, αποτελούν σημαντικά "βαρίδια" για τις τράπεζες. 

Παρά την πρόβλεψη για ανάκαμψη στο β΄ εξάμηνο του έτους, οι τράπεζες διαπιστώνουν δυσκολίες για την έξοδο από την ύφεση, καθώς υπάρχει   επιδείνωση του κλίματος στις επιχειρήσεις. Και αυτό διότι όσο δεν μπορούν να προχωρήσουν οι αναδιαρθρώσεις μεγάλων επιχειρηματικών δανείων, διακυβεύονται ολοένα και περισσότερα "λουκέτα" στην αγορά, με κίνδυνο να συρθούν στον γκρεμό ακόμη και υγιείς επιχειρήσεις. 

Τη στιγμή που καταβάλλονται μεγάλες προσπάθειες για να διασωθεί ο όμιλος Μαρινόπουλου, οι προβλέψεις των τραπεζιτών είναι λίαν απαισιόδοξες για όσα αναμένεται να ακολουθήσουν από Σεπτέμβριο.  Ένα μπαράζ "λουκέτων", πέραν των ευρύτερων επιπτώσεων στην Οικονομία και την απασχόληση, θα έχει  επιπτώσεις στις τράπεζες και όχι μόνο επειδή απειλεί με πρόσθετα καθυστερούμενα δάνεια (αδυναμία πληρωμών λόγω αύξησης της ανεργίας). 

"Απογυμνώνει" επίσης την αξία των καλύψεων που έχουν οι τράπεζες για τα δάνεια που έχουν χορηγήσει. Οι καλύψεις αυτές αφενός δεν είναι για το 100% του κάθε δανείου (μεγάλα επιχειρηματικά δάνεια έχουν ποσοστό κάλυψης από εμπράγματες εξασφαλίσεις της τάξεως του 20% - 40%), αφετέρου έχουν ήδη απομειωθεί από την πτώση της αξίας των ακινήτων. Κατόπιν αυτού, ενδεχόμενο μπαράζ πτωχεύσεων εταιριών, απειλεί τις τράπεζες με την ανάγκη σχηματισμού πρόσθετων προβλέψεων (εν προκειμένω θα εμποδίσει τον ρυθμό μείωσης των υψηλών προβλέψεων που έχουν ήδη σχηματισθεί), γεγονός που "χτυπά" άμεσα στη δυνατότητα παραγωγής κερδών. 

Θετικό, πάντως, είναι το γεγονός ότι η κορύφωση ή ακόμη και αποκλιμάκωση των νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων που φάνηκε στο πρώτο τρίμηνο του έτους, συνεχίστηκε και στο δεύτερο, ενώ λογικά θα βελτιωθεί περαιτέρω μετά την πρόσφατη θέσπιση του αναθεωρημένου Κώδικα Δεοντολογίας για τις ρυθμίσεις δανείων. Απομένει να παγιωθεί η μείωση του σχηματισμού πρόσθετων προβλέψεων για επισφάλειες, εξέλιξη που δεν θα μπορέσει να υπάρξει με δραματική επιδείνωση του οικονομικού κλίματος και αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Στα θετικά του α΄ εξαμήνου για τις τράπεζες θα είναι η βελτίωση των συνθηκών ρευστότητας (μετά την επαναφορά του waiver από την ΕΚΤ εντός του β΄ τριμήνου) και του κόστους χρηματοδότησης που θα προέρχεται από τη μείωση της εξάρτησης των τραπεζών από τον ELA, τον περιορισμό της χρήσης εγγυήσεων του ελληνικού Δημοσίου (ομόλογα Αλογοσκούφη) και τη μείωση των επιτοκίων καταθέσεων. 

Σημειώνεται ότι η εξάρτηση των ελληνικών τραπεζών από τον ELA έχει μειωθεί σήμερα στα 51,4 δις. ευρώ (πέρσι το καλοκαίρι είχε βρεθεί μια ανάσα από τα 90 δις. ευρώ). Ο απευθείας δανεισμός τους από την ΕΚΤ ανέρχεται σε 31,4 δις. ευρώ και άρα συνολικά ο δανεισμός των ελληνικών τραπεζών από το ευρωσύστημα κινείται στα 82,8 δις. ευρώ.