ΕΕ: Πράσινο φως στα σχέδια αναδιάρθρωσης ΕΤΕ και Πειραιώς
Τετάρτη, 23-Ιουλ-2014 12:53
Το "πράσινο φως" στα σχέδια αναδιάρθρωσης της Εθνικής Τράπεζας και της Τράπεζας Πειραιώς έδωσε σήμερα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Ξεχωρίζει η αναφορά στην παραμονή της Εθνικής στην Τουρκία μέσω της Finansbank.
Ειδικότερα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έκρινε ότι το σχέδιο αναδιάρθρωσης της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (ΕΤΕ) είναι σύμφωνο με τους κανόνες της ΕΕ περί κρατικών ενισχύσεων. Τα μέτρα που εφαρμόζονται ήδη και εκείνα που προβλέπονται στο μέλλον θα επιτρέψουν στην τράπεζα να αποκαταστήσει την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητά της, περιορίζοντας ταυτόχρονα τις στρεβλώσεις του ανταγωνισμού που προκάλεσε η χορηγηθείσα κρατική χρηματοδότηση, αναφέρει σε σχετική ανακοίνωση η Κομισιόν.
Ο αντιπρόεδρος της Επιτροπής και επίτροπος Ανταγωνισμού Χοακίν Αλμούνια δήλωσε σχετικά: "Με το σχέδιο αναδιάρθρωσης, η ΕΤΕ θα εστιάσει τις δραστηριότητές της στις ισχυρές τραπεζικές δραστηριότητες στην Ελλάδα και την Τουρκία, βελτιώνοντας έτσι την αποτελεσματικότητα των δραστηριοτήτων αυτών. Έτσι θα διασφαλιστεί ότι η τράπεζα θα συνεχίσει να χρηματοδοτεί την ελληνική οικονομία σε βιώσιμη βάση".
Όπως σημειώνει η Επιτροπή, από το 2008, η Ελλάδα και το Ελληνικό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΕΤΧΣ) παρείχαν επανειλημμένα στην ΕΤΕ κεφαλαιακή στήριξη και ενίσχυση της ρευστότητας. Τον Ιούλιο 2012, η Επιτροπή είχε προσωρινά εγκρίνει τα μέτρα δημόσιας στήριξης και είχε ξεκινήσει διεξοδική έρευνα για την εκτίμηση της συμβατότητας των μέτρων με τους κανόνες της ΕΕ περί κρατικών ενισχύσεων. Τον Ιούνιο 2014, η Ελλάδα κοινοποίησε σχέδιο αναδιάρθρωσης της ΕΤΕ.
Επισημαίνει ακόμη ότι η ΕΤΕ έχει ήδη αρχίσει να εφαρμόζει σημαντικά μέτρα εξορθολογισμού, όπως εθελούσια έξοδο εργαζομένων, περικοπές αμοιβών και κλείσιμο υποκαταστημάτων, καθώς και άλλες πρωτοβουλίες μείωσης δαπανών στην Ελλάδα και στη νοτιοανατολική Ευρώπη. Το σχέδιο αναδιάρθρωσης αποτελεί συνέχεια αυτής της προσπάθειας. Προβλέπει περαιτέρω αναδιάρθρωση των διεθνών δραστηριοτήτων και των μη βασικών δραστηριοτήτων της στην Ελλάδα, καθώς και ενίσχυση των τραπεζικών δραστηριοτήτων στην Ελλάδα, κυρίως με τον εξορθολογισμό των λειτουργικών δαπανών, την ενίσχυση των καθαρών εσόδων από τόκους και τη συνετή διαχείριση του κινδύνου. Η ΕΤΕ θα μειώσει τη συμμετοχή της στην τουρκική θυγατρική της, την Finansbank, γεγονός που θα ενισχύσει την κεφαλαιακή θέση της, διατηρώντας ωστόσο την πλειοψηφική συμμετοχή. Η Finansbank παρουσιάζει σταθερά κερδοφορία τα τελευταία χρόνια. Η τήρηση αυτών των δεσμεύσεων θα παρακολουθείται από ανεξάρτητο εντολοδόχο.
Η Επιτροπή αξιολόγησε το σχέδιο υπό το πρίσμα των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων για την αναδιάρθρωση τραπεζών κατά τη διάρκεια της κρίσης. Κατά την αξιολόγησή της, η Επιτροπή έλαβε υπόψη το γεγονός ότι οι περισσότερες δυσκολίες της ΕΤΕ δεν οφείλονται στην ανάληψη υπέρμετρου κινδύνου, αλλά κυρίως στην κρίση του δημόσιου χρέους και στην επακόλουθη εξαιρετικά παρατεταμένη και βαθιά ύφεση που ξεκίνησε το 2008. Υπό το πρίσμα αυτών των εξαιρετικών περιστάσεων, η ενίσχυση έχει λιγότερο στρεβλωτικό χαρακτήρα και παράλληλα ο ηθικός κίνδυνος είναι μικρότερος απ΄ό,τι στην περίπτωση ενίσχυσης προς χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που είχαν συσσωρεύσει υπερβολικούς κινδύνους. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι μια σχετικά περιορισμένη μείωση του μεγέθους της ΕΤΕ επαρκεί για να περιοριστούν οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού και, ειδικότερα, δε ζήτησε να μειωθεί το μέγεθος των τραπεζικών δραστηριοτήτων στην Ελλάδα.
Οι μέτοχοι και οι κάτοχοι χρεωστικών τίτλων μειωμένης εξασφάλισης συνέβαλαν ουσιαστικά στη μείωση του ποσού της κεφαλαιακής ενίσχυσης που έπρεπε να χορηγήσει το κράτος, αντίστοιχα με τη συμμετοχή τους στις διαδοχικές αυξήσεις του κεφαλαίου και στις διαδικασίες διαχείρισης του παθητικού. Επιπλέον, η χορηγηθείσα κρατική ενίσχυση δεν κάλυψε τις απώλειες των παραδοσιακών μετόχων, των οποίων η συμμετοχή έχει σχεδόν πλήρως αποδυναμωθεί.
Συνεπώς, η Επιτροπή συνεπέρανε ότι το σχέδιο αναδιάρθρωσης είναι σύμφωνο με τους κανόνες της περί αναδιάρθρωσης των τραπεζών κατά τη διάρκεια της κρίσης.
Η Επιτροπή εγκρίνει ενίσχυση για την αναδιάρθρωση της Τράπεζας Πειραιώς
Για την Τράπεζα Πειραιώς η Επιτροπή αναφέρει ότι διαπίστωσε πως το σχέδιο αναδιάρθρωσης της ελληνικής τράπεζας το οποίο περιλαμβάνει την ενσωμάτωση διάφορων ελληνικών τραπεζών, είναι σύμφωνο με τους κανόνες της ΕΕ περί κρατικών ενισχύσεων.
Τα μέτρα που εφαρμόζονται ήδη και εκείνα που προβλέπονται στο μέλλον θα επιτρέψουν στην ΤΠ να αποκαταστήσει πλήρως την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητά της, περιορίζοντας ταυτόχρονα τις στρεβλώσεις του ανταγωνισμού που προκάλεσε η εκτεταμένη κρατική χρηματοδότηση, σημειώνει η Κομισιόν.
Ο αντιπρόεδρος της Επιτροπής και επίτροπος Ανταγωνισμού Χοακίν Αλμούνια δήλωσε σχετικά: "Η επιτυχημένη ενσωμάτωση διάφορων ελληνικών τραπεζικών δραστηριοτήτων ενίσχυσε τη ρευστότητα της τράπεζας Πειραιώς. Ο διευρυμένος όμιλος πρέπει τώρα να ολοκληρώσει τη σημαντική διαδικασία εξορθολογισμού που ξεκίνησε πριν από δύο χρόνια, ώστε να αποκαταστήσει τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητά του και να μπορεί να χρηματοδοτεί την ελληνική οικονομία σε βιώσιμη βάση".
Από το 2008, η Ελλάδα και το Ελληνικό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΕΤΧΣ) παρείχαν επανειλημμένα στην ΤΠ κεφαλαιακή στήριξη και ενίσχυση της ρευστότητας. Η Επιτροπή ξεκίνησε διεξοδική έρευνα τον Ιούλιο του 2012. Η Ελλάδα κοινοποίησε σχέδιο αναδιάρθρωσης της ΤΠ τον Ιούνιο του 2014.
Από τον Ιούλιο του 2012, η ΤΠ έχει αποκτήσει διάφορες τραπεζικές δραστηριότητες στην Ελλάδα, οι οποίες προέκυψαν είτε από εξυγίανση (Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδας (ΑΤΕ)) είτε από πωλήσεις από ξένες τράπεζες (Millenium Bank Greece (MBG), Γενική και υποκαταστήματα κυπριακών τραπεζών στην Ελλάδα). Η ΤΠ ενσωμάτωσε αυτά τα στοιχεία πολύ γρήγορα, ξεκίνησε τον εξορθολογισμό της λειτουργίας τους και έχει ήδη επιτύχει σημαντικές συνέργειες. Το σχέδιο αναδιάρθρωσης αποτελεί συνέχεια αυτής της προσπάθειας, με τη μείωση των λειτουργικών δαπανών, την αύξηση των καθαρών εσόδων από τόκους και τη συνετή διαχείριση του κινδύνου. Το σχέδιο προβλέπει επίσης τη σημαντική μείωση των διεθνών δραστηριοτήτων της ΤΠ, που είναι ζημιογόνες. Η τήρηση αυτών των δεσμεύσεων θα παρακολουθείται από ανεξάρτητο εντολοδόχο.
Η Επιτροπή αξιολόγησε το σχέδιο υπό το πρίσμα των κανόνων της περί κρατικών ενισχύσεων για την αναδιάρθρωση τραπεζών κατά τη διάρκεια της κρίσης. Κατά την αξιολόγησή της, η Επιτροπή έλαβε υπόψη το γεγονός ότι οι περισσότερες δυσκολίες της ΤΠ δεν οφείλονται στην ανάληψη υπέρμετρου κινδύνου, αλλά κυρίως στην κρίση του δημόσιου χρέους και στην εξαιρετικά παρατεταμένη και βαθιά ύφεση που ξεκίνησε το 2008. Υπό το πρίσμα αυτών των εξαιρετικών περιστάσεων, η ενίσχυση έχει λιγότερο στρεβλωτικό χαρακτήρα και παράλληλα ο ηθικός κίνδυνος είναι μικρότερος απ΄ό,τι η ενίσχυση προς χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που είχαν συσσωρεύσει υπερβολικούς κινδύνους. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι θα χρειαστούν πιο περιορισμένα αντισταθμιστικά μέτρα για να περιοριστούν οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού που προκάλεσε η σημαντική κρατική ενίσχυση και, ειδικότερα, δεν ζήτησε μείωση των τραπεζικών δραστηριοτήτων της ΤΠ στην Ελλάδα. Ωστόσο, η τράπεζα θα μειώσει τις δραστηριότητές της στο εξωτερικό για να διασφαλίσει (i) ότι τα οφέλη από την ενίσχυση διοχετεύονται στη χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας και (ii) ότι η ενίσχυση δεν στρεβλώνει τον ανταγωνισμό σε ξένες αγορές όπου οι ανταγωνιστές της ΤΠ δεν έχουν λάβει ενισχύσεις.
Η ΤΠ έχει λάβει μεγαλύτερη ενίσχυση απ΄ό,τι άλλες μεγάλες ελληνικές τράπεζες, σε σχέση με τα περιουσιακά στοιχεία σταθμισμένου κινδύνου που κατείχε στις 31 Μαρτίου 2012. Ωστόσο, μείωσε το ποσό της απαιτούμενης ενίσχυσης με εξαγορές που αύξησαν τα ίδια κεφάλαια, επαναγορές χρεωστικών τίτλων μειωμένης εξασφάλισης με σημαντική έκπτωση σε σχέση με το άρτιο, και αυξήσεις κεφαλαίου. Έτσι η ΤΠ απέκτησε και πάλι πρόσβαση στις κεφαλαιαγορές και συγκέντρωσε σημαντικά ιδιωτικά κεφάλαια το 2013 και το 2014, τα οποία της έδωσαν τη δυνατότητα να αποπληρώσει μέρος της ενίσχυσης που είχε λάβει.
Συνεπώς, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το σχέδιο αναδιάρθρωσης είναι σύμφωνο με τους κανόνες της για την αναδιάρθρωση των τραπεζών κατά τη διάρκεια της κρίσης.
Νωρίτερα το Capital.gr μετέδωσε τα εξής:
Την έγκριση της DGComp αναμένουν Πειραιώς και ΕΤΕ
Το “πράσινο φως” για τα σχέδια αναδιάρθρωσης, βάσει των οποίων θα “τρέξουν” τα stress tests της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας αναμένουν, σύμφωνα με πληροφορίες, μέσα στις επόμενες ημέρες οι διοικήσεις των Τρ. Πειραιώς και Εθνικής.
Τα επικαιροποιημένα σχέδια έχουν υποβληθεί προς έγκριση, μετά την ολοκλήρωση των αυξήσεων μετοχικού κεφαλαίου και τη σχετική διαβούλευση μεταξύ των τραπεζικών διοικήσεων και των κοινοτικών στελεχών, στην Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Κομισιόν (DGComp) και πλέον αναμένεται η τελική έγκριση.
Η υλοποίηση των συγκεκριμένων πλάνων είναι εξαιρετικά σημαντική, αφενός γιατί η ΕΚΤ δέχτηκε, όπως ήταν αναμενόμενο, να τα λάβει υπόψη στη διαδικασία συνολικής αξιολόγησης που ήδη “τρέχει” και θα καταλήξει στα stress tests του Οκτωβρίου και αφετέρου διότι η πιστή τους εφαρμογή θα “ξεκλειδώσει” μία σειρά καθοριστικών εξελίξεων.
Οι εγχώριοι πιστωτικοί όμιλοι έχουν δεσμευτεί να προχωρήσουν σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο κινήσεων αναδιάρθρωσης σε αντάλλαγμα της κρατικής βοήθειας που έλαβαν στην πρώτη φάση της ανακεφαλαιοποίησης από το “πακέτο” των 50 δισ. ευρώ για τον τραπεζικό κλάδο. Η μείωση των λειτουργικών δαπανών, η πώληση ζημιογόνων θυγατρικών και μη αμιγώς τραπεζικών δραστηριότητων αποτελούν μερικές μόνο δεσμεύσεις οι οποίες θα πρέπει να τηρηθούν και να υλοποιηθούν μέχρι το 2018.
Στο μεταξύ, όσο διαρκεί η υλοποίησή τους οι τράπεζες υπόκεινται σε συγκεκριμένους περιορισμούς, όπως η μη διανομή μερίσματος. Για το συγκεκριμένο, ωστόσο, θέμα ανώτερα τραπεζικά στελέχη εκτιμούν ότι όταν έρθει η ώρα και αποφασίσουν να διανείμουν μέρισμα θα καταφέρουν να εξασφαλίσουν τη συγκατάθεση της DGComp, αφού πρώτα αποδείξουν ότι οι τράπεζες είναι κεφαλαιακά ισχυρές και τα σχέδια αναδιάρθρωσης εφαρμόζονται πιστά.
Όπως, ωστόσο, εξηγούν πηγές από τις Βρυξέλλες, τα σχέδια αναδιάρθρωσης δεν είναι “στατικά” και δεν αποκλείεται να προσαρμοστούν εκ νέου στο μέλλον, αν αυτό κριθεί απαραίτητο. Αυτό θα μπορούσε να γίνει, στην περίπτωση που προκύψουν επιπρόσθετες κεφαλαιακές ανάγκες στα stress tests του Οκτωβρίου – οπότε και θα απαιτηθεί ένα capital plan για την κάλυψή τους, το οποίο ενδεχομένως να αλλάξει τον σχεδιασμό. Θα μπορούσαν, επίσης, θα τροποποιηθούν στην περίπτωση που η οικονομία ανακάμψει ταχύτερα του αναμενόμενου και οι πιστωτικοί όμιλοι εμφανίσουν σημάδια βιώσιμης κερδοφορίας.
Ειδικότερα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έκρινε ότι το σχέδιο αναδιάρθρωσης της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (ΕΤΕ) είναι σύμφωνο με τους κανόνες της ΕΕ περί κρατικών ενισχύσεων. Τα μέτρα που εφαρμόζονται ήδη και εκείνα που προβλέπονται στο μέλλον θα επιτρέψουν στην τράπεζα να αποκαταστήσει την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητά της, περιορίζοντας ταυτόχρονα τις στρεβλώσεις του ανταγωνισμού που προκάλεσε η χορηγηθείσα κρατική χρηματοδότηση, αναφέρει σε σχετική ανακοίνωση η Κομισιόν.
Ο αντιπρόεδρος της Επιτροπής και επίτροπος Ανταγωνισμού Χοακίν Αλμούνια δήλωσε σχετικά: "Με το σχέδιο αναδιάρθρωσης, η ΕΤΕ θα εστιάσει τις δραστηριότητές της στις ισχυρές τραπεζικές δραστηριότητες στην Ελλάδα και την Τουρκία, βελτιώνοντας έτσι την αποτελεσματικότητα των δραστηριοτήτων αυτών. Έτσι θα διασφαλιστεί ότι η τράπεζα θα συνεχίσει να χρηματοδοτεί την ελληνική οικονομία σε βιώσιμη βάση".
Όπως σημειώνει η Επιτροπή, από το 2008, η Ελλάδα και το Ελληνικό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΕΤΧΣ) παρείχαν επανειλημμένα στην ΕΤΕ κεφαλαιακή στήριξη και ενίσχυση της ρευστότητας. Τον Ιούλιο 2012, η Επιτροπή είχε προσωρινά εγκρίνει τα μέτρα δημόσιας στήριξης και είχε ξεκινήσει διεξοδική έρευνα για την εκτίμηση της συμβατότητας των μέτρων με τους κανόνες της ΕΕ περί κρατικών ενισχύσεων. Τον Ιούνιο 2014, η Ελλάδα κοινοποίησε σχέδιο αναδιάρθρωσης της ΕΤΕ.
Επισημαίνει ακόμη ότι η ΕΤΕ έχει ήδη αρχίσει να εφαρμόζει σημαντικά μέτρα εξορθολογισμού, όπως εθελούσια έξοδο εργαζομένων, περικοπές αμοιβών και κλείσιμο υποκαταστημάτων, καθώς και άλλες πρωτοβουλίες μείωσης δαπανών στην Ελλάδα και στη νοτιοανατολική Ευρώπη. Το σχέδιο αναδιάρθρωσης αποτελεί συνέχεια αυτής της προσπάθειας. Προβλέπει περαιτέρω αναδιάρθρωση των διεθνών δραστηριοτήτων και των μη βασικών δραστηριοτήτων της στην Ελλάδα, καθώς και ενίσχυση των τραπεζικών δραστηριοτήτων στην Ελλάδα, κυρίως με τον εξορθολογισμό των λειτουργικών δαπανών, την ενίσχυση των καθαρών εσόδων από τόκους και τη συνετή διαχείριση του κινδύνου. Η ΕΤΕ θα μειώσει τη συμμετοχή της στην τουρκική θυγατρική της, την Finansbank, γεγονός που θα ενισχύσει την κεφαλαιακή θέση της, διατηρώντας ωστόσο την πλειοψηφική συμμετοχή. Η Finansbank παρουσιάζει σταθερά κερδοφορία τα τελευταία χρόνια. Η τήρηση αυτών των δεσμεύσεων θα παρακολουθείται από ανεξάρτητο εντολοδόχο.
Η Επιτροπή αξιολόγησε το σχέδιο υπό το πρίσμα των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων για την αναδιάρθρωση τραπεζών κατά τη διάρκεια της κρίσης. Κατά την αξιολόγησή της, η Επιτροπή έλαβε υπόψη το γεγονός ότι οι περισσότερες δυσκολίες της ΕΤΕ δεν οφείλονται στην ανάληψη υπέρμετρου κινδύνου, αλλά κυρίως στην κρίση του δημόσιου χρέους και στην επακόλουθη εξαιρετικά παρατεταμένη και βαθιά ύφεση που ξεκίνησε το 2008. Υπό το πρίσμα αυτών των εξαιρετικών περιστάσεων, η ενίσχυση έχει λιγότερο στρεβλωτικό χαρακτήρα και παράλληλα ο ηθικός κίνδυνος είναι μικρότερος απ΄ό,τι στην περίπτωση ενίσχυσης προς χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που είχαν συσσωρεύσει υπερβολικούς κινδύνους. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι μια σχετικά περιορισμένη μείωση του μεγέθους της ΕΤΕ επαρκεί για να περιοριστούν οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού και, ειδικότερα, δε ζήτησε να μειωθεί το μέγεθος των τραπεζικών δραστηριοτήτων στην Ελλάδα.
Οι μέτοχοι και οι κάτοχοι χρεωστικών τίτλων μειωμένης εξασφάλισης συνέβαλαν ουσιαστικά στη μείωση του ποσού της κεφαλαιακής ενίσχυσης που έπρεπε να χορηγήσει το κράτος, αντίστοιχα με τη συμμετοχή τους στις διαδοχικές αυξήσεις του κεφαλαίου και στις διαδικασίες διαχείρισης του παθητικού. Επιπλέον, η χορηγηθείσα κρατική ενίσχυση δεν κάλυψε τις απώλειες των παραδοσιακών μετόχων, των οποίων η συμμετοχή έχει σχεδόν πλήρως αποδυναμωθεί.
Συνεπώς, η Επιτροπή συνεπέρανε ότι το σχέδιο αναδιάρθρωσης είναι σύμφωνο με τους κανόνες της περί αναδιάρθρωσης των τραπεζών κατά τη διάρκεια της κρίσης.
Η Επιτροπή εγκρίνει ενίσχυση για την αναδιάρθρωση της Τράπεζας Πειραιώς
Για την Τράπεζα Πειραιώς η Επιτροπή αναφέρει ότι διαπίστωσε πως το σχέδιο αναδιάρθρωσης της ελληνικής τράπεζας το οποίο περιλαμβάνει την ενσωμάτωση διάφορων ελληνικών τραπεζών, είναι σύμφωνο με τους κανόνες της ΕΕ περί κρατικών ενισχύσεων.
Τα μέτρα που εφαρμόζονται ήδη και εκείνα που προβλέπονται στο μέλλον θα επιτρέψουν στην ΤΠ να αποκαταστήσει πλήρως την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητά της, περιορίζοντας ταυτόχρονα τις στρεβλώσεις του ανταγωνισμού που προκάλεσε η εκτεταμένη κρατική χρηματοδότηση, σημειώνει η Κομισιόν.
Ο αντιπρόεδρος της Επιτροπής και επίτροπος Ανταγωνισμού Χοακίν Αλμούνια δήλωσε σχετικά: "Η επιτυχημένη ενσωμάτωση διάφορων ελληνικών τραπεζικών δραστηριοτήτων ενίσχυσε τη ρευστότητα της τράπεζας Πειραιώς. Ο διευρυμένος όμιλος πρέπει τώρα να ολοκληρώσει τη σημαντική διαδικασία εξορθολογισμού που ξεκίνησε πριν από δύο χρόνια, ώστε να αποκαταστήσει τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητά του και να μπορεί να χρηματοδοτεί την ελληνική οικονομία σε βιώσιμη βάση".
Από το 2008, η Ελλάδα και το Ελληνικό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΕΤΧΣ) παρείχαν επανειλημμένα στην ΤΠ κεφαλαιακή στήριξη και ενίσχυση της ρευστότητας. Η Επιτροπή ξεκίνησε διεξοδική έρευνα τον Ιούλιο του 2012. Η Ελλάδα κοινοποίησε σχέδιο αναδιάρθρωσης της ΤΠ τον Ιούνιο του 2014.
Από τον Ιούλιο του 2012, η ΤΠ έχει αποκτήσει διάφορες τραπεζικές δραστηριότητες στην Ελλάδα, οι οποίες προέκυψαν είτε από εξυγίανση (Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδας (ΑΤΕ)) είτε από πωλήσεις από ξένες τράπεζες (Millenium Bank Greece (MBG), Γενική και υποκαταστήματα κυπριακών τραπεζών στην Ελλάδα). Η ΤΠ ενσωμάτωσε αυτά τα στοιχεία πολύ γρήγορα, ξεκίνησε τον εξορθολογισμό της λειτουργίας τους και έχει ήδη επιτύχει σημαντικές συνέργειες. Το σχέδιο αναδιάρθρωσης αποτελεί συνέχεια αυτής της προσπάθειας, με τη μείωση των λειτουργικών δαπανών, την αύξηση των καθαρών εσόδων από τόκους και τη συνετή διαχείριση του κινδύνου. Το σχέδιο προβλέπει επίσης τη σημαντική μείωση των διεθνών δραστηριοτήτων της ΤΠ, που είναι ζημιογόνες. Η τήρηση αυτών των δεσμεύσεων θα παρακολουθείται από ανεξάρτητο εντολοδόχο.
Η Επιτροπή αξιολόγησε το σχέδιο υπό το πρίσμα των κανόνων της περί κρατικών ενισχύσεων για την αναδιάρθρωση τραπεζών κατά τη διάρκεια της κρίσης. Κατά την αξιολόγησή της, η Επιτροπή έλαβε υπόψη το γεγονός ότι οι περισσότερες δυσκολίες της ΤΠ δεν οφείλονται στην ανάληψη υπέρμετρου κινδύνου, αλλά κυρίως στην κρίση του δημόσιου χρέους και στην εξαιρετικά παρατεταμένη και βαθιά ύφεση που ξεκίνησε το 2008. Υπό το πρίσμα αυτών των εξαιρετικών περιστάσεων, η ενίσχυση έχει λιγότερο στρεβλωτικό χαρακτήρα και παράλληλα ο ηθικός κίνδυνος είναι μικρότερος απ΄ό,τι η ενίσχυση προς χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που είχαν συσσωρεύσει υπερβολικούς κινδύνους. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι θα χρειαστούν πιο περιορισμένα αντισταθμιστικά μέτρα για να περιοριστούν οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού που προκάλεσε η σημαντική κρατική ενίσχυση και, ειδικότερα, δεν ζήτησε μείωση των τραπεζικών δραστηριοτήτων της ΤΠ στην Ελλάδα. Ωστόσο, η τράπεζα θα μειώσει τις δραστηριότητές της στο εξωτερικό για να διασφαλίσει (i) ότι τα οφέλη από την ενίσχυση διοχετεύονται στη χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας και (ii) ότι η ενίσχυση δεν στρεβλώνει τον ανταγωνισμό σε ξένες αγορές όπου οι ανταγωνιστές της ΤΠ δεν έχουν λάβει ενισχύσεις.
Η ΤΠ έχει λάβει μεγαλύτερη ενίσχυση απ΄ό,τι άλλες μεγάλες ελληνικές τράπεζες, σε σχέση με τα περιουσιακά στοιχεία σταθμισμένου κινδύνου που κατείχε στις 31 Μαρτίου 2012. Ωστόσο, μείωσε το ποσό της απαιτούμενης ενίσχυσης με εξαγορές που αύξησαν τα ίδια κεφάλαια, επαναγορές χρεωστικών τίτλων μειωμένης εξασφάλισης με σημαντική έκπτωση σε σχέση με το άρτιο, και αυξήσεις κεφαλαίου. Έτσι η ΤΠ απέκτησε και πάλι πρόσβαση στις κεφαλαιαγορές και συγκέντρωσε σημαντικά ιδιωτικά κεφάλαια το 2013 και το 2014, τα οποία της έδωσαν τη δυνατότητα να αποπληρώσει μέρος της ενίσχυσης που είχε λάβει.
Συνεπώς, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το σχέδιο αναδιάρθρωσης είναι σύμφωνο με τους κανόνες της για την αναδιάρθρωση των τραπεζών κατά τη διάρκεια της κρίσης.
Νωρίτερα το Capital.gr μετέδωσε τα εξής:
Την έγκριση της DGComp αναμένουν Πειραιώς και ΕΤΕ
Το “πράσινο φως” για τα σχέδια αναδιάρθρωσης, βάσει των οποίων θα “τρέξουν” τα stress tests της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας αναμένουν, σύμφωνα με πληροφορίες, μέσα στις επόμενες ημέρες οι διοικήσεις των Τρ. Πειραιώς και Εθνικής.
Τα επικαιροποιημένα σχέδια έχουν υποβληθεί προς έγκριση, μετά την ολοκλήρωση των αυξήσεων μετοχικού κεφαλαίου και τη σχετική διαβούλευση μεταξύ των τραπεζικών διοικήσεων και των κοινοτικών στελεχών, στην Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Κομισιόν (DGComp) και πλέον αναμένεται η τελική έγκριση.
Η υλοποίηση των συγκεκριμένων πλάνων είναι εξαιρετικά σημαντική, αφενός γιατί η ΕΚΤ δέχτηκε, όπως ήταν αναμενόμενο, να τα λάβει υπόψη στη διαδικασία συνολικής αξιολόγησης που ήδη “τρέχει” και θα καταλήξει στα stress tests του Οκτωβρίου και αφετέρου διότι η πιστή τους εφαρμογή θα “ξεκλειδώσει” μία σειρά καθοριστικών εξελίξεων.
Οι εγχώριοι πιστωτικοί όμιλοι έχουν δεσμευτεί να προχωρήσουν σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο κινήσεων αναδιάρθρωσης σε αντάλλαγμα της κρατικής βοήθειας που έλαβαν στην πρώτη φάση της ανακεφαλαιοποίησης από το “πακέτο” των 50 δισ. ευρώ για τον τραπεζικό κλάδο. Η μείωση των λειτουργικών δαπανών, η πώληση ζημιογόνων θυγατρικών και μη αμιγώς τραπεζικών δραστηριότητων αποτελούν μερικές μόνο δεσμεύσεις οι οποίες θα πρέπει να τηρηθούν και να υλοποιηθούν μέχρι το 2018.
Στο μεταξύ, όσο διαρκεί η υλοποίησή τους οι τράπεζες υπόκεινται σε συγκεκριμένους περιορισμούς, όπως η μη διανομή μερίσματος. Για το συγκεκριμένο, ωστόσο, θέμα ανώτερα τραπεζικά στελέχη εκτιμούν ότι όταν έρθει η ώρα και αποφασίσουν να διανείμουν μέρισμα θα καταφέρουν να εξασφαλίσουν τη συγκατάθεση της DGComp, αφού πρώτα αποδείξουν ότι οι τράπεζες είναι κεφαλαιακά ισχυρές και τα σχέδια αναδιάρθρωσης εφαρμόζονται πιστά.
Όπως, ωστόσο, εξηγούν πηγές από τις Βρυξέλλες, τα σχέδια αναδιάρθρωσης δεν είναι “στατικά” και δεν αποκλείεται να προσαρμοστούν εκ νέου στο μέλλον, αν αυτό κριθεί απαραίτητο. Αυτό θα μπορούσε να γίνει, στην περίπτωση που προκύψουν επιπρόσθετες κεφαλαιακές ανάγκες στα stress tests του Οκτωβρίου – οπότε και θα απαιτηθεί ένα capital plan για την κάλυψή τους, το οποίο ενδεχομένως να αλλάξει τον σχεδιασμό. Θα μπορούσαν, επίσης, θα τροποποιηθούν στην περίπτωση που η οικονομία ανακάμψει ταχύτερα του αναμενόμενου και οι πιστωτικοί όμιλοι εμφανίσουν σημάδια βιώσιμης κερδοφορίας.