Γιατί η E.A. μπλοκάρει το deal Alpha-Eurobank στις πιστωτικές κάρτες
Τετάρτη, 23-Ιαν-2013 12:22
Του Βασίλη Γεώργα
Μια επιχειρηματική σύμπραξη δύο ανταγωνιστριών τραπεζών, της Alpha Bank και της Eurobank, με στόχο της δημιουργία μιας νέας και πολλά υποσχόμενης αγοράς στις πιστωτικές κάρτες, προσέκρουσε χθες στον «τοίχο» της Επιτροπής Ανταγωνισμού, η οποία οσμίζεται σοβαρές πιθανότητες ολιγοπώλησης της διαχείρισης του πλαστικού χρήματος από τις συστημικές τράπεζες.
Η υπόθεση δεν είναι καθόλου απλή και σχετίζεται άμεσα τόσο με την ανθηρή ανάπτυξη που αναμένεται να γνωρίσουν τα επόμενα χρόνια οι υποχρεωτικές συναλλαγές μέσω πιστωτικών καρτών για λόγους αντιμετώπισης της φοροδιαφυγής, όσο όμως και με τις σοβαρές ανακατατάξεις μεριδίων που πρόκειται να πυροδοτήσουν σε επιμέρους δραστηριότητες οι επικείμενες συγχωνεύσεις μεταξύ των μεγάλων τραπεζών της εγχώριας αγοράς.
Το μπλόκο της Επιτροπής Ανταγωνισμού αφορά στα σχέδια της Eurobank και της Alpha Bank να δραστηριοποιηθούν -επιχειρηματικά πλέον- στην κατασκευή, τη διαχείριση των δεδομένων και την εκκαθάριση των συναλλαγών από πιστωτικές κάρτες, με όχημα την κοινή (50%-50%) εταιρεία Cardlink που έχουν συστήσει από το 2004. Στην εταιρεία αυτή εισήλθε πρόσφατα ως μέτοχος μια αγνώστων λοιπών στοιχείων επενδυτική εταιρεία με την Eπωνυμία Edgepay Holdings Ltd και έδρα τη Μάλτα, ενώ οι δύο τράπεζες διατηρούν τον έλεγχο. Στόχος τους είναι, η Cardlink να δραστηριοποιηθεί ως αυτόνομη επιχειρηματική οντότητα και να κερδίσει χρήματα από τις υπηρεσίες της, στην αγορά πλαστικού χρήματος όπου οι συναλλαγές ξεπερνούν σήμερα τα 4 δισ. ευρώ.
Στην εισήγησή της (σ.σ. δεν είναι δεσμευτική) προς την Ολομέλεια που θα συνεδριάσει στις 4 Φεβρουαρίου για το αν θα εγκρίνει ή θα απορρίψει τον εταιρικό μετασχηματισμό, η Επιτροπή Ανταγωνισμού προτείνει να απορριφθεί η κίνηση συγκέντρωσης, διατυπώνοντας προβληματισμούς ότι λόγω του μεγάλου μεριδίου που έχουν η Alpha και η Eurobank στη χρήση πιστωτικών καρτών δημιουργούνται προϋποθέσεις ενδεχόμενης μελλοντικής κατάχρησης της δεσπόζουσας θέσης της εταιρείας, από την οποία ωφελημένες θα είναι όπως εκτιμάται οι βασικοί της μέτοχοι. Σήμερα το μερίδιο που απολαμβάνουν η Alpha Bank και η Eurobank στη χρήση πιστωτικών καρτών από πελάτες τους φτάνει το 60%, ενώ μετά τη συγχώνευσή τους αντίστοιχα με την Εμπορική και την Εθνική Τράπεζα, το μερίδιό τους θα εκτιναχθεί πάνω από το 80%.
Από το 2004 μέχρι και σήμερα, η Cardlink εξυπηρετεί μόνο την Alpha και την Eurobank στην κατασκευή μηχανών υποδοχής πιστωτικών καρτών για τα εμπορικά καταστήματα -γνωστών ως POS- ενώ επεξεργάζεται τα δεδομένα για λογαριασμό τους και τα αποστέλλει εκκαθαρισμένα στις τράπεζες. Ανάλογες εσωτερικές υπηρεσίες για τις πιστωτικές τους κάρτες έχουν όλες οι τράπεζες. Επειδή, προφανώς μέχρι σήμερα η Cardlink δεν τιμολογεί τις υπηρεσίες της με εμπορικά κριτήρια όπως επιδιώκει να κάνει με την έναρξη της επιχειρηματικής της δραστηριότητας, εμφανίζει χαμηλό τζίρο της τάξης των 2,2 εκατ. ευρώ και κέρδη 16,7 χιλιάδων ευρώ (ισολογισμός 2011).
Ο προβληματισμός των Αρχών ανταγωνισμού έγκειται προφανώς στο γεγονός ότι εφόσον η εταιρεία «αυτονομηθεί» επιχειρηματικά και άρα θα λειτουργήσει με σκοπό το κέρδος, θα έχει κάθε λόγο να τιμολογεί για τις υπηρεσίες της, είτε «φτηνότερα» τις μητρικές της (όμιλοι Εθνικής-Eurobank και Alpha-Εμπορικής), είτε «ακριβά» αφού ούτως ή άλλως το όφελος θα πηγαίνει στις τσέπες των μετόχων. Σε κάθε περίπτωση εκτιμάται ότι η οικονομική ισχύς της θα είναι τέτοια λόγω υψηλών μεριδίων που θα μπορούσε να επηρεάσει τον ανταγωνισμό στην αγορά.
Η απορριπτική εισήγηση φαίνεται να στηρίζεται λίγο πολύ σε αυτές τις εκτιμήσεις, με την Επ.Αντ. να υποστηρίζει ότι εάν προχωρήσει η συγκεκριμένη επιχειρηματική κίνηση θα μπορούσε να περιορίσει τη λειτουργία του ανταγωνισμού ενισχύοντας την δεσπόζουσα θέση της Cardlink στην αγορά της επεξεργασίας δεδομένων σχετικών με την αποδοχή καρτών (Card Acquiring Processing) επειδή μεταξύ άλλων:
(α) θα απέκλειε άλλους ανταγωνιστές της εταιρείας στην αγορά επεξεργασίας δεδομένων μέσω της καθιέρωσης αποκλειστικών συμβάσεων με τις τέσσερις υπό συγχώνευση τράπεζες.
(β) θα μπορούσε να αποκλείσει άλλες μικρότερες τράπεζες από την πρόσβαση στις υπηρεσίες επεξεργασίας δεδομένων
(γ) θα υπάρξει κίνδυνος συντονισμού ως προς την τιμολογιακή πολιτική μεταξύ της Alpha Bank και της Eurobank στην αγορά αποδοχής καρτών (λ.χ. διακριτική μεταχείριση).
Μια επιχειρηματική σύμπραξη δύο ανταγωνιστριών τραπεζών, της Alpha Bank και της Eurobank, με στόχο της δημιουργία μιας νέας και πολλά υποσχόμενης αγοράς στις πιστωτικές κάρτες, προσέκρουσε χθες στον «τοίχο» της Επιτροπής Ανταγωνισμού, η οποία οσμίζεται σοβαρές πιθανότητες ολιγοπώλησης της διαχείρισης του πλαστικού χρήματος από τις συστημικές τράπεζες.
Η υπόθεση δεν είναι καθόλου απλή και σχετίζεται άμεσα τόσο με την ανθηρή ανάπτυξη που αναμένεται να γνωρίσουν τα επόμενα χρόνια οι υποχρεωτικές συναλλαγές μέσω πιστωτικών καρτών για λόγους αντιμετώπισης της φοροδιαφυγής, όσο όμως και με τις σοβαρές ανακατατάξεις μεριδίων που πρόκειται να πυροδοτήσουν σε επιμέρους δραστηριότητες οι επικείμενες συγχωνεύσεις μεταξύ των μεγάλων τραπεζών της εγχώριας αγοράς.
Το μπλόκο της Επιτροπής Ανταγωνισμού αφορά στα σχέδια της Eurobank και της Alpha Bank να δραστηριοποιηθούν -επιχειρηματικά πλέον- στην κατασκευή, τη διαχείριση των δεδομένων και την εκκαθάριση των συναλλαγών από πιστωτικές κάρτες, με όχημα την κοινή (50%-50%) εταιρεία Cardlink που έχουν συστήσει από το 2004. Στην εταιρεία αυτή εισήλθε πρόσφατα ως μέτοχος μια αγνώστων λοιπών στοιχείων επενδυτική εταιρεία με την Eπωνυμία Edgepay Holdings Ltd και έδρα τη Μάλτα, ενώ οι δύο τράπεζες διατηρούν τον έλεγχο. Στόχος τους είναι, η Cardlink να δραστηριοποιηθεί ως αυτόνομη επιχειρηματική οντότητα και να κερδίσει χρήματα από τις υπηρεσίες της, στην αγορά πλαστικού χρήματος όπου οι συναλλαγές ξεπερνούν σήμερα τα 4 δισ. ευρώ.
Στην εισήγησή της (σ.σ. δεν είναι δεσμευτική) προς την Ολομέλεια που θα συνεδριάσει στις 4 Φεβρουαρίου για το αν θα εγκρίνει ή θα απορρίψει τον εταιρικό μετασχηματισμό, η Επιτροπή Ανταγωνισμού προτείνει να απορριφθεί η κίνηση συγκέντρωσης, διατυπώνοντας προβληματισμούς ότι λόγω του μεγάλου μεριδίου που έχουν η Alpha και η Eurobank στη χρήση πιστωτικών καρτών δημιουργούνται προϋποθέσεις ενδεχόμενης μελλοντικής κατάχρησης της δεσπόζουσας θέσης της εταιρείας, από την οποία ωφελημένες θα είναι όπως εκτιμάται οι βασικοί της μέτοχοι. Σήμερα το μερίδιο που απολαμβάνουν η Alpha Bank και η Eurobank στη χρήση πιστωτικών καρτών από πελάτες τους φτάνει το 60%, ενώ μετά τη συγχώνευσή τους αντίστοιχα με την Εμπορική και την Εθνική Τράπεζα, το μερίδιό τους θα εκτιναχθεί πάνω από το 80%.
Από το 2004 μέχρι και σήμερα, η Cardlink εξυπηρετεί μόνο την Alpha και την Eurobank στην κατασκευή μηχανών υποδοχής πιστωτικών καρτών για τα εμπορικά καταστήματα -γνωστών ως POS- ενώ επεξεργάζεται τα δεδομένα για λογαριασμό τους και τα αποστέλλει εκκαθαρισμένα στις τράπεζες. Ανάλογες εσωτερικές υπηρεσίες για τις πιστωτικές τους κάρτες έχουν όλες οι τράπεζες. Επειδή, προφανώς μέχρι σήμερα η Cardlink δεν τιμολογεί τις υπηρεσίες της με εμπορικά κριτήρια όπως επιδιώκει να κάνει με την έναρξη της επιχειρηματικής της δραστηριότητας, εμφανίζει χαμηλό τζίρο της τάξης των 2,2 εκατ. ευρώ και κέρδη 16,7 χιλιάδων ευρώ (ισολογισμός 2011).
Ο προβληματισμός των Αρχών ανταγωνισμού έγκειται προφανώς στο γεγονός ότι εφόσον η εταιρεία «αυτονομηθεί» επιχειρηματικά και άρα θα λειτουργήσει με σκοπό το κέρδος, θα έχει κάθε λόγο να τιμολογεί για τις υπηρεσίες της, είτε «φτηνότερα» τις μητρικές της (όμιλοι Εθνικής-Eurobank και Alpha-Εμπορικής), είτε «ακριβά» αφού ούτως ή άλλως το όφελος θα πηγαίνει στις τσέπες των μετόχων. Σε κάθε περίπτωση εκτιμάται ότι η οικονομική ισχύς της θα είναι τέτοια λόγω υψηλών μεριδίων που θα μπορούσε να επηρεάσει τον ανταγωνισμό στην αγορά.
Η απορριπτική εισήγηση φαίνεται να στηρίζεται λίγο πολύ σε αυτές τις εκτιμήσεις, με την Επ.Αντ. να υποστηρίζει ότι εάν προχωρήσει η συγκεκριμένη επιχειρηματική κίνηση θα μπορούσε να περιορίσει τη λειτουργία του ανταγωνισμού ενισχύοντας την δεσπόζουσα θέση της Cardlink στην αγορά της επεξεργασίας δεδομένων σχετικών με την αποδοχή καρτών (Card Acquiring Processing) επειδή μεταξύ άλλων:
(α) θα απέκλειε άλλους ανταγωνιστές της εταιρείας στην αγορά επεξεργασίας δεδομένων μέσω της καθιέρωσης αποκλειστικών συμβάσεων με τις τέσσερις υπό συγχώνευση τράπεζες.
(β) θα μπορούσε να αποκλείσει άλλες μικρότερες τράπεζες από την πρόσβαση στις υπηρεσίες επεξεργασίας δεδομένων
(γ) θα υπάρξει κίνδυνος συντονισμού ως προς την τιμολογιακή πολιτική μεταξύ της Alpha Bank και της Eurobank στην αγορά αποδοχής καρτών (λ.χ. διακριτική μεταχείριση).