Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο καταδίκασε την Ελλάδα για τη διαπόμπευση των οροθετικών γυναικών το 2012
Τρίτη, 23-Ιαν-2024 15:55
ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ: 16.10
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ) καταδίκασε σήμερα την Ελλάδα κρίνοντας ομόφωνα ότι η αποκάλυψη της ταυτότητας και των ιατρικών δεδομένων των ιερόδουλων που διαγνώστηκαν με HIV το 2012, ήταν παραβίαση του δικαιώματός τους στην ιδιωτική ζωή.
Το Δικαστήριο έκρινε ότι η Ελλάδα πρέπει να καταβάλει συνολικά 70.000 ευρώ στις προσφεύγουσες για ηθική βλάβη.
Το ΕΔΑΔ έκρινε, ομόφωνα, ότι υπήρξαν δύο παραβιάσεις:
Πρώτον, παραβίαση του άρθρου 8 (δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής ζωής) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Το Δικαστήριο έκρινε ότι τα δείγματα αίματος που επιβλήθηκαν σε δύο αιτούσες ισοδυναμούσαν με παρέμβαση στην ιδιωτική τους ζωή. Το Δικαστήριο σημείωσε ότι καμία από τις διατάξεις που επικαλέστηκε η κυβέρνηση δεν ήταν ικανή να δικαιολογήσει ιατρική παρέμβαση, είτε διενεργήθηκε από αστυνομικούς είτε γιατρούς, όπως αυτή που επιβλήθηκε στις ενδιαφερόμενες προσφεύγουσες.
Δεύτερον, παραβίαση του άρθρου 8 (δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής ζωής) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης όσον αφορά τέσσερις αιτούσες, λόγω της δημοσίευσης δεδομένων που τους αφορούν. Το Δικαστήριο έκρινε ότι η δημοσίευση των δεδομένων των τεσσάρων προσφευγουσών ισοδυναμούσε με δυσανάλογη παρέμβαση στο δικαίωμά τους στον σεβασμό της ιδιωτικής ζωής. Τα ονόματα και οι φωτογραφίες αυτών των αιτουσών και οι πληροφορίες ότι ήταν οροθετικές, είχαν μεταφορτωθεί στον ιστότοπο του αστυνομικού τμήματος και μεταδόθηκαν από τα μέσα ενημέρωσης, ενώ ο εισαγγελέας δεν είχε προσπαθήσει να εξακριβώσει εάν άλλα μέτρα, ικανά να εξασφαλίσουν λιγότερη έκθεση στα μέσα ενημέρωσης των αιτουσών, θα μπορούσαν να είχαν ληφθεί στις υποθέσεις τους.
Τέλος, το Δικαστήριο αποφάσισε να αφαιρέσει από τον κατάλογό του τμήματα των αιτήσεων που αφορούσαν πέντε αιτούσες, τέσσερις από τις οποίες είχαν πεθάνει. Απέρριψε επίσης τις καταγγελίες ορισμένων προσφευγουσών ως εκπρόθεσμες ή για μη εξάντληση των εσωτερικών ένδικων μέσων.
Οι προσφεύγουσες είναι έντεκα Ελληνίδες υπήκοοι που γεννήθηκαν μεταξύ 1976 και 1986. Δέκα από εκ των οποίων ήταν ιερόδουλες που είχαν διαγνωστεί ως οροθετικές και η τελευταία ήταν αδερφή μιας ιερόδουλης. Στο πλαίσιο μιας αστυνομικής επιχείρησης στο κέντρο της Αθήνας, ιερόδουλες, μεταξύ των οποίων δέκα από τις προσφεύγουσες, συνελήφθησαν από την αστυνομία σε διαφορετικές ημερομηνίες το 2012. Χρειάστηκε να υποβληθούν σε έλεγχο ταυτότητας, ιατρικό έλεγχο για σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα και εξετάσεις αίματος οι οποίες επιβεβαίωσαν ότι ήταν θετικές στον ιό του HIV. Σε βάρος τους απαγγέλθηκαν κατηγορίες για απόπειρα πρόκλησης σοβαρής σωματικής βλάβης από πρόθεση μαζί με το αδίκημα της απλής βλάβης. Ακολούθως ο εισαγγελέας διέταξε, βάσει του νόμου 2472/1997, να δημοσιοποιηθούν τα ονόματα και οι φωτογραφίες τους, καθώς και οι λόγοι για τους οποίους ασκήθηκε ποινική δίωξη εναντίον τους και αναφορά στην οροθετική τους κατάσταση. Η εισαγγελική εντολή ανέβηκε στον ιστότοπο της Αστυνομίας και η διάδοση των προσωπικών τους δεδομένων έλαβε εκτεταμένη κάλυψη από τα μέσα ενημέρωσης για αρκετές ημέρες, ειδικά στην τηλεόραση. Μετά από αυτά τα γεγονότα, η προσφεύγουσα, της οποίας η αδερφή ήταν ιερόδουλη και είχε διαγνωστεί με HIV, ειδοποιήθηκε -από έναν γνωστό της- ότι το όνομά της και η φωτογραφία της είχαν μεταδοθεί στο κεντρικό απογευματινό τηλεοπτικό πρόγραμμα ειδήσεων αντί για το όνομα της αδερφής της. Ενώπιον του Δικαστηρίου, οι προσφεύγουσες παραπονέθηκαν για τη διάδοση ευαίσθητων προσωπικών και ιατρικών δεδομένων. Δέκα προσφεύγουσες ισχυρίστηκαν επίσης ότι δεν είχε ζητηθεί η συγκατάθεσή τους πριν από τις εξετάσεις αίματος.
Καταδίκη και για απάνθρωπη μεταχείριση σε ασυνόδευτο ανήλικα αιτούντα άσυλο
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ) καταδίκασε σήμερα την Ελλάδα να καταβάλει 8.000 ευρώ για ηθική βλάβη σε έναν ασυνόδευτο ανήλικο αιτούντα άσυλο, που το 2018 είχε μείνει χωρίς κατάλυμα για έξι μήνες.
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έκρινε, ομόφωνα, ότι παραβιάστηκε το άρθρο 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων περί απαγόρευσης απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης.
Η υπόθεση αφορούσε τις συνθήκες διαβίωσης ενός ασυνόδευτου ανήλικου αιτούντα άσυλο στην Ελλάδα, από τον Νοέμβριο του 2018 έως τον Μάιο του 2019. Ο προσφεύγων O.R. -ασυνόδευτος ανήλικος και αιτών άσυλο την κρίσιμη περίοδο- ισχυρίστηκε ότι είχε μείνει άστεγος για σχεδόν έξι μήνες, χωρίς πρόσβαση σε βασικά είδη και χωρίς επίσημα διορισμένο νόμιμο κηδεμόνα. Το δικαστήριο διαπίστωσε ότι καθ' όλη την εν λόγω περίοδο, οι ελληνικές αρχές είχαν εγκαταλείψει τον O.R. να φροντίζει μόνος τον εαυτό του σε ένα περιβάλλον εντελώς ακατάλληλο για ανηλίκους -είτε όσον αφορά την ασφάλεια, τη στέγαση, την υγιεινή ή την πρόσβαση σε τροφή και περίθαλψη, είτε ως προς τα μέτρα που ελήφθησαν για την παροχή φροντίδας γενικότερα- και σε απαράδεκτα επισφαλείς συνθήκες, δεδομένης της ιδιότητάς του ως αιτούντος άσυλο και ασυνόδευτου ανηλίκου. Το δικαστήριο έκρινε ότι ο O.R. είχε βρεθεί σε μια απάνθρωπη και εξευτελιστική κατάσταση που παραβίαζε το άρθρο 3 της Σύμβασης.
Ο αιτών, O.R., είναι Αφγανός υπήκοος που γεννήθηκε το 2003. Υποστήριξε ότι έφτασε στην Ελλάδα τον Νοέμβριο του 2018 ως ασυνόδευτος ανήλικος. Στις 24 Νοεμβρίου 2018 ο O.R. ενημέρωσε για πρώτη φορά τις αρμόδιες αρχές για την προσωπική του κατάσταση και δήλωσε ότι επιθυμούσε να υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας. Στη συνέχεια επέστησε την προσοχή των αρχών στην κατάστασή του. Στις 19 Δεκεμβρίου 2018 οι αρχές κατέγραψαν την αίτησή του για διεθνή προστασία και, τον Μάιο του 2019, του ανέθεσαν μια θέση σε χώρο υποδοχής ασυνόδευτων ανηλίκων στην Αθήνα. Παρέμεινε εκεί μέχρι τις 25 Σεπτεμβρίου 2019, οπότε έφυγε από την Ελλάδα για το Βερολίνο (Γερμανία).
Ο O.R. εξήγησε ότι από τον Νοέμβριο του 2018 έως τον Μάιο του 2019 είχε υποβληθεί σε άκρως στρεσογόνες συνθήκες που δεν ήταν προσαρμοσμένες στην προσωπική του κατάσταση. Ειδικότερα, ο Ο.R. δήλωσε ότι είχε μείνει άστεγος για αρκετούς μήνες, συμπεριλαμβανομένης της χειμερινής περιόδου, και υπέφερε λόγω του κρύου και της κακοκαιρίας, χωρίς πρόσβαση σε πόσιμο νερό, φαγητό, ζεστό νερό ή τουαλέτα. Εξήγησε, μεταξύ άλλων, ότι είχε υποχρεωθεί να περάσει αρκετές νύχτες σε δημόσιες πλατείες της Αθήνας και στη συνέχεια φιλοξενήθηκε για λίγες μέρες σε υπερπλήρη σπίτια, παρέα με ενήλικες άνδρες. Υποστήριξε επίσης ότι είχε κοιμηθεί για αρκετές νύχτες στους καταυλισμούς Σκαραμαγκά και Μαλακάσας, χωρίς άδεια, είτε στο πάτωμα σε δωμάτια για ενήλικες άνδρες ή σε εξωτερικούς χώρους. Υποστήριξε ότι είχε δεχτεί σεξουαλική παρενόχληση από ενήλικες σε δύο περιπτώσεις κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου και είχε αναφέρει αυτό το γεγονός στον υπεύθυνο επικοινωνίας για ψυχοκοινωνικά θέματα στη ΜΚΟ Arsis. Επεσήμανε επίσης, ότι παρά την ιδιότητά του ως ανήλικου, δεν είχε ληφθεί κανένα μέτρο για τον διορισμό κηδεμόνα του και υποστήριξε ότι είχε βιώσει φόβο, αίσθημα ανασφάλειας και απόγνωσης.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ