Η Άγκυρα αναζητεί πρόθυμους για εισβολή στη Συρία
Τετάρτη, 17-Φεβ-2016 11:01
Του Κώστα Ράπτη
Η ανταλλαγή πυρών εκατέρωθεν των συνόρων με τους Κούρδους αρκεί ως "κατάθεση στίγματος”. Όμως οτιδήποτε περισσότερο, εκθέτει την Τουρκία στον κίνδυνο μιας ρωσικής απάντησης και δεν είναι δυνατόν να προχωρήσει χωρίς κάλυψη του ΝΑΤΟ -και ακριβώς για τον λόγο αυτό δεν είναι πιθανό να προχωρήσει.
Σε τηλεφωνική επικοινωνία με τον Γάλλο ομόλογό του, την πρώτη αφότου ο Jean-Marc Ayrault αντικατέστησε τον Laurent Fabius στον ανασχηματισμό της προηγούμενης εβδομάδας, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Mevlüt Çavuşoğlu εξέφρασε την δυσαρέσκειά του για τη διπλωματική στάση της Γαλλίας στην σύγκρουση της Τουρκίας με τις Μονάδες Λαϊκής Αυτοπροστασίας (YPG) των Κούρδων της Συρίας. Η ανακοίνωση που εξέδωσε το Quai d' Orsay ζητώντας από τις τουρκικές δυνάμεις να σταματήσουν τις βολές πυροβολικού εναντίον θέσεων του YPG υποχρέωσε τον επικεφαλής της τουρκικής διπλωματίας να παραπονεθεί ότι η χώρα του δίνει τη μάχη ενάντια σε μία "τρομοκρατική οργάνωση” και η Γαλλία γνωρίζει καλά τις συνθήκες που επικρατούν στην περιοχή.
Αλλά και με την Ουάσιγκτον τα πράγματα δεν είναι καλύτερα. Η Άγκυρα εξέφρασε έντονη διαμαρτυρία για την δήλωση του εκπροσώπου του State Department, John Kirby, με την οποία παροτρύνονταν οι μεν Κούρδοι της Συρίας να μην επωφεληθούν της συγκεχυμένης κατάστασης επεκτείνοντας τα εδαφικά τους κέρδη, η δε Τουρκία να διακόψει τις βολές πυροβολικού. Κατά τον Kirby, και οι δύο πλευρές θα έπρεπε να εστιάσουν στον "κοινό εχθρό” που είναι το Ισλαμικό Κράτος. "Δεχθήκαμε με κατάπληξη τις δηλώσεις Kirby, που τσουβαλιάζουν τη σύμμαχο των ΗΠΑ Τουρκία μαζί με μια τρομοκρατική οργάνωση” ήταν την Δευτέρα η αντίδραση του εκπροσώπου του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών Tanju Bilgiç.
Και όμως, μέσα σε αυτό το τοπίο υπάρχει ένα μέρος όπου η Τουρκία βρίσκει μόνο κατανόηση: η γερμανική καγκελαρία.
Σε συνέντευξή της στην Stuttgarter Zeitung η Angela Merkel υιοθέτησε, ως ένα μέσο για να περιορισθεί ο εκτοπισμός αμάχων, την πάγια επιδίωξη της Άγκυρας για τη δημιουργία ζώνης απαγόρευσης πτήσεων στη Συρία. "Στην παρούσα κατάσταση θα βοηθούσε το να υπάρχει μια τέτοια περιοχή, όπου σε κανένα από τα εμπλεκόμενα μέρη δεν θα επιτρέπεται να εξαπολύει αεροπορικές επιδρομές -με άλλα λόγια, ενός είδους ζώνη απαγόρευσης πτήσεων”.
Η καγκελάριος δεν διευκρίνισε ποια δύναμη θα εξασφαλίσει την υλοποίηση της απαγόρευσης. Όμως η δημιουργία μιας τέτοιας ζώνης αποτελεί καθαρά πολεμική ενέργεια, η οποία, όπως έδειξε λ.χ. το πρόσφατο προηγούμενο της Λιβύης, απολήγει σε μίαν ευρύτερη εκστρατεία αεροπορικών βομβαρδισμών εναντίον των υποδομών του καθεστώτος-στόχου.
Και πάντως, οι προτάσεις της καγκελαρίου δεν απαντούν στο ζήτημα που κατεξοχήν δείχνει να ανησυχεί αυτή τη στιγμή τις λοιπές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες: την ανταλλαγή πυρών μεταξύ Τουρκίας και YPG που κινδυνεύει να κλιμακωθεί σε ευρύτερη σύγκρουση.
Το βέβαιο είναι ότι από την τελευταία της επίσκεψη στην Τουρκία η Angela Merkel υιοθέτησε μια ρητορική απόδοσης των δεινών της Συρίας (και δη των τελευταίων προσφυγικών κυμάτων) αποκλειστικά στη ρωσική επέμβαση. Η προσφυγική κρίση έχει θέσει το Βερολίνο σε κατάσταση "ομηρίας” απέναντι στις τουρκικές προτεραιότητες.
Ήδη με συνέντευξή του στην εφημερίδα Moskovskij Komsomolets, επ' ευκαιρία της ρωσικής ”Ημέρας των Διπλωματών” (10 Φεβρουαρίου), ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Sergei Lavrov εξέφρασε την έκπληξή του για την άνευ όρων, όπως είπε, υποστήριξη της καγκελαρίου προς την Τουρκία για το θέμα της Συρίας και υπενθύμισε ότι η προσφυγική κρίση προηγείται της στρατιωτικής εμπλοκής της χώρας του στην συριακή κρίση, αλλά και ότι η τρομοκρατική απειλή στη Συρία τροφοδοτείται από το λαθρεμπόριο διαμέσου των τουρκικών συνόρων.
Η Άγκυρα φροντίζει με κάθε τρόπο να συντηρεί την απειλή μιας χερσαίας επέμβασης για τη δημιουργία "ασφαλούς ζώνης” στη βόρεια Συρία – για την προστασία, θεωρητικώς, των προσφύγων και την ανασυγκρότηση, στην πραγματικότητα, των ανταρτών που βρίσκονται τις τελευταίες ημέρες σε πλήρη υποχώρηση μπροστά στα πλήγματα της ρωσικής αεροπορίας, του συριακού στρατού και των Κούρδων συμμάχων τους.
Από μία χώρα που έχει επενδύσει τόσο πολλά στην "αλλαγή καθεστώτος” στη Δαμασκό, που αντιμετωπίζει ως υπαρξιακό κίνδυνο την ανάδειξη ενός δεύτερου αυτόνομου Κουρδιστάν στα νότια σύνορά της, που έχει ήδη ρισκάρει την οργή της Ρωσίας με την κατάρριψη του ρωσικού μαχητικού στις 24 Νοεμβρίου και που ανταλλάσσει φραστικές βολές επί του θέματος με τον υπερατλαντικό σύμμαχό της, φαντάζει πιστευτή η απειλή της πραγματοποίησης χερσαίων επιχειρήσεων. Όμως τα φαινόμενα απατούν.
Μόλις την Τρίτη ο αντιπρόεδρος και εκπρόσωπος της τουρκικής κυβέρνησης Numan Kurtulmuş διαβεβαίωσε ότι λαμβάνονται όλα τα μέτρα για την προστασία των εθνικών συμφερόντων και "εντέλει δεν θα συμφωνήσουμε να εμπλέξουμε την Τουρκία σε μιαν απρόβλεπτη περιπέτεια”.
Αλλά και ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Mevlüt Çavuşoğlu δήλωσε: "Κάποιες χώρες, όπως εμείς, η Σαουδική Αραβία και ορισμένες χώρες της Δυτικής Ευρώπης υποστηρίζουν ότι μια χερσαία επιχείρηση είναι απαραίτητη. Ωστόσο το να περιμένει κανείς αυτό να γίνει μονάχα από τη Σαουδική Αραβία, την Τουρκία και το Κατάρ δεν είναι ούτε σωστό ούτε ρεαλιστικό”. Δεν είναι αυτή η γλώσσα μιας δύναμης που σκοπεύει να προχωρήσει μονομερώς.
Όπως προκύπτει από τις δηλώσεις του επικεφαλής της τουρκικής διπλωματίας, η Άγκυρα επιθυμεί να "εγγράψει” την υπόθεσή της στη στοχοθεσία του υπό τις ΗΠΑ διεθνούς συνασπισμού κατά του Ισλαμικού Κράτους. Η ανταλλαγή πυρών εκατέρωθεν των συνόρων αρκεί ως "κατάθεση στίγματος” της Τουρκίας στη διεθνή ζύμωση για το μέλλον της Συρίας. Οτιδήποτε περισσότερο όμως εκθέτει την Τουρκία στην κίνδυνο μιας ρωσικής απάντησης και δεν είναι δυνατόν να προχωρήσει χωρίς κάλυψη του ΝΑΤΟ – και ακριβώς για τον λόγο αυτό δεν είναι πιθανό να προχωρήσει.
Ο επικοινωνιακός πόλεμος των ΗΠΑ προς τη Ρωσία (για τη διάπραξη "ωμοτήτων” στη Συρία κ.ο.κ.) είναι υπόθεση πολύ διαφορετική από τη διακινδύνευση μιας σύγκρουσης ΝΑΤΟ-Ρωσίας χάριν των προτεραιοτήτων περιφερειακών πελατών. Η διαρκής και εντατική διπλωματική προσπάθεια των John Kerry και Sergei Lavrov καταδεικνύει τον τρόπο με τον οποίο η Ουάσιγκτον έχει επιλέξει να κατοχυρώσει τα συμφέροντά της στη Συρία την "επόμενη μέρα”.