Ο εμπορικός πόλεμος κρίθηκε - Με ήττα του Ντόναλντ Τραμπ

Τρίτη, 09-Δεκ-2025 12:04

Ο εμπορικός πόλεμος κρίθηκε - Με ήττα του Ντόναλντ Τραμπ

Του Κώστα Ράπτη

Το εμπορικό πλεόνασμα της Κίνας ξεπέρασε το ένα τρισεκατομμύριο δολάρια για πρώτη φορά, καθώς, μπροστά στους δασμολογικούς περιορισμούς του Τραμπ, η κινεζική μεταποίηση στράφηκε τον Νοέμβριο σε αγορές εκτός ΗΠΑ, αυξάνοντας τις εξαγωγές προς την Ευρώπη, την Αυστραλία και τη Νοτιοανατολική Ασία.

"Οι μειώσεις δασμών που συμφωνήθηκαν στο πλαίσιο της εμπορικής εκεχειρίας ΗΠΑ-Κίνας δεν βοήθησαν στην αύξηση των αποστολών προς τις ΗΠΑ τον περασμένο μήνα, αλλά η συνολική αύξηση των εξαγωγών ανέκαμψε παρόλα αυτά", δήλωσε στο Reuters η Zichun Huang, οικονομολόγος της Capital Economics ειδικός στην Κίνα. Και πρόσθεσε: "Αναμένουμε ότι οι εξαγωγές της Κίνας θα παραμείνουν ανθεκτικές, με τη χώρα να συνεχίζει να κερδίζει μερίδιο αγοράς στην παγκόσμια αγορά το επόμενο έτος. Ο ρόλος της αναδρομολόγησης του εμπορίου στην αντιστάθμιση της επίδρασης των αμερικανικών δασμών εξακολουθεί να φαίνεται να αυξάνεται".

Οι κινεζικές εξαγωγές συνολικά αυξήθηκαν κατά 5,9% σε ετήσια βάση τον Νοέμβριο, σύμφωνα με τα τελωνειακά στοιχεία που δημοσιοποιήθηκαν την Δευτέρα, σε αντιστροφή της συρρίκνωσης κατά 1,1% τον Οκτώβριο και ξεπερνώντας την πρόβλεψη για 3,8% σε δημοσκόπηση του Reuters.

Οι εισαγωγές αυξήθηκαν κατά 1,9%, έναντι αύξησης κατά 1% τον Οκτώβριο (και πρόβλεψης για αύξηση κατά 3%).

Το εμπορικό πλεόνασμα της Κίνας ανήλθε σε 111,68 δισ. δολάρια τον Νοέμβριο, το υψηλότερο από τον Ιούνιο, έναντι 90,07 δισ. που καταγράφηκαν τον προηγούμενο μήνα (και πρόβλεψης για 100,2 δισ.).

Συνολικά για το ενδεκάμηνο του έτους το πλεόνασμα ξεπέρασε το ένα τρισεκατομμύριο δολάρια για πρώτη φορά.

Όπως επισημαίνει το Ρeuters, η Κίνα έχει εντείνει τις προσπάθειες για τη διαφοροποίηση των εξαγωγικών της αγορών από τότε που ο Τραμπ κέρδισε τις εκλογές των ΗΠΑ τον Νοέμβριο του 2024, επιδιώκοντας στενότερους εμπορικούς δεσμούς με τη Νοτιοανατολική Ασία και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Έχει επίσης αξιοποιήσει το παγκόσμιο αποτύπωμα των κινεζικών εταιρειών για να δημιουργήσει νέους κόμβους παραγωγής για πρόσβαση σε χαμηλούς δασμούς.
Οι κινεζικές εξαγωγές προς τις Ηνωμένες Πολιτείες μειώθηκαν κατά 29% σε ετήσια βάση τον Νοέμβριο, ενώ οι εξαγωγές προς την Ευρωπαϊκή Ένωση αυξήθηκαν κατά 14,8% ετησίως. Οι εξαγωγές προς την Αυστραλία αυξήθηκαν κατά 35,8%, ενώ οι ταχέως αναπτυσσόμενες οικονομίες της Νοτιοανατολικής Ασίας εισήγαγαν 8,2% περισσότερα αγαθά κατά την ίδια περίοδο.

Ο μέσος δασμός των ΗΠΑ στα κινεζικά προϊόντα ανέρχεται στο 47,5%, πολύ πάνω από το όριο του 40% που κατά τους οικονομολόγους διαβρώνει τα περιθώρια κέρδους των Κινέζων εξαγωγέων.

Η μειωμένη πρόσβαση στην αγορά των ΗΠΑ μετά την επιστροφή Τραμπ στον Λευκό Οίκο έχει μειώσει την αύξηση των εξαγωγών της Κίνας κατά περίπου 2 ποσοστιαίες μονάδες, που ισοδυναμεί με περίπου 0,3% του ΑΕΠ.

Η απροσδόκητη ύφεση του Οκτωβρίου, μετά από μια αύξηση 8,3% τον προηγούμενο μήνα, σηματοδότησε ότι η κινεζική τακτική των "εμπροσθοβαρών" εξαγωγών, ενόψει των δασμλών του Τραμπ είχε ολοκληρώσει τον κύκλο της.

Παρόλο που οι Κινέζοι ιδιοκτήτες εργοστασίων ανέφεραν βελτίωση στις νέες παραγγελίες εξαγωγών τον Νοέμβριο, αυτές εξακολουθούσαν να βρίσκονται σε συρρίκνωση, υπογραμμίζοντας τη συνεχιζόμενη αβεβαιότητα. Μια επίσημη έρευνα που παρακολουθούσε την ευρύτερη δραστηριότητα των εργοστασίων έδειξε ότι ο τομέας συρρικνώθηκε για όγδοο συνεχόμενο μήνα.

Οι εξαγωγές σπάνιων γαιών της Κίνας αυξήθηκαν κατά 26,5% σε μηνιαία βάση τον Νοέμβριο, τον πρώτο πλήρη μήνα μετά τη συμφωνία Σι και Τραμπ στη Νότια Κορέα να επιταχύνουν την αποστολή των κρίσιμων ορυκτών από το μεγαλύτερο διυλιστήριο στον κόσμο.

Οι εισαγωγές σόγιας της χώρας είναι επίσης έτοιμες για το καλύτερο έτος τους, καθώς οι Κινέζοι αγοραστές, οι οποίοι απέφευγαν τις αγορές από τις ΗΠΑ για το μεγαλύτερο μέρος του τρέχοντος έτους, αύξησαν τις αγορές από Αμερικανούς καλλιεργητές, εκτός από τις μεγάλες αγορές από τη Λατινική Αμερική.

Συνολικά, η εγχώρια ζήτηση της Κίνας παραμένει χαμηλή λόγω της παρατεταμένης ύφεσης στην αγορά ακινήτων.

Το Πολιτικό Γραφείο του κυβερνώντος Κομμουνιστικού Κόμματος, δεσμεύτηκε τη Δευτέρα να λάβει μέτρα για την τόνωση της εγχώριας ζήτησης, την οποία οι αναλυτές θεωρούν κρίσιμη για τον απογαλακτισμό της οικονομίας των 19 τρισ. δολαρίων από την εξάρτηση της από τις εξαγωγές.

Σύμφωνα με τους Asia Times, το νέο κείμενο της Στρατηγικής Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ που μόλις δημοσιοποίησε η κυβέρνηση Τραμπ καταδεικνύει την σιωπηρή συνειδητοποίηση από μέρους του Λευκού Οίκου ότι οι πιθανότητες επικράτησης στον εμπορικό πόλεμο είναι πενιχρές.

Βεβαίως ο Τραμπ δεν αναγνώρισε κάποιο δικό του λάθος. Ως συνήθως, κατηγόρησε τους προκατόχους του για τα προβλήματα των ΗΠΑ με την Κίνα, λέγοντας ότι η ενθάρρυνση των επενδύσεων και του outsourcing της παραγωγής στην Κίνα δεν έφεραν την προσχώρηση του Πεκίνου σε μία "διεθνή τάξη βασισμένη σε κανόνες", όπως προσδοκούσαν οι θιασώτες της παγκοσμιοποίησης, αλλά το ακριβώς αντίθετο.

Τώρα, μετά από οκτώ μήνες θορυβώδους δασμολογικού πολέμου, η γλώσσα έναντι του Πεκίνου είναι χαρακτηριστικά ήπια. Όπως αναφέρει το κείμενο της Στρατηγικής Εθνικής Ασφαλείας: "Στο μέλλον, θα επαναφέρουμε την ισορροπία στην οικονομική σχέση της Αμερικής με την Κίνα, δίνοντας προτεραιότητα στην αμοιβαιότητα και τη δικαιοσύνη για την αποκατάσταση της αμερικανικής οικονομικής ανεξαρτησίας. Το εμπόριο με την Κίνα θα πρέπει να είναι ισορροπημένο και να επικεντρώνεται σε μη ευαίσθητους παράγοντες. Εάν η Αμερική παραμείνει σε τροχιά ανάπτυξης και μπορεί να τη διατηρήσει, παράλληλα με μια αμοιβαία πραγματικά επωφελή οικονομική σχέση με το Πεκίνο, θα πρέπει να οδεύουμε από την τρέχουσα οικονομία μας των 30 τρισ. δολαρίων το 2025 σε 40 τρισ, δολάρια τη δεκαετία του 2030, θέτοντας τη χώρα μας σε μια αξιοζήλευτη θέση για να διατηρήσει την ιδιότητά της ως η κορυφαία οικονομία στον κόσμο".

Η έκθεση ανέφερε ότι η Κίνα είχε ανακυκλώσει περίπου 1,3 τρισεκατομμύρια δολάρια από τα εμπορικά πλεονάσματά της σε δάνεια σε ολόκληρο τον Παγκόσμιο Νότο, μια κίνηση που θα δημιουργήσει νέες προκλήσεις εθνικής ασφάλειας και οικονομίας για τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους. Σημείωσε ότι η Ευρώπη, η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα και άλλες χώρες κατέχουν από κοινού περίπου 7 τρισ. δολάρια σε καθαρά ξένα περιουσιακά στοιχεία, ενώ τα διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, συμπεριλαμβανομένων των πολυμερών τραπεζών ανάπτυξης, κατέχουν συνολικά περιουσιακά στοιχεία ύψους 1,5 τρισ. δολαρίων - αλλά η συλλογική τους ικανότητα "δεν έχει "ευθυγραμμιστεί στρατηγικά".