Μ. Σάλλας: Ελλάδα - ΗΠΑ: Σχέση χωρίς ανταπόδοση

Σάββατο, 22-Νοε-2025 11:07

Μ. Σάλλας: Ελλάδα - ΗΠΑ: Σχέση χωρίς ανταπόδοση

"Το ενεργειακό πεδίο είναι ενδεικτικό. Η Ελλάδα αγοράζει αμερικανικό υγροποιημένο φυσικό αέριο χωρίς προνομιακή τιμολόγηση και χωρίς μακροπρόθεσμα συμβόλαια που θα εξασφάλιζαν σταθερότητα τιμών. Η χώρα επωφελείται από τη γεωγραφική της θέση, όχι όμως από ειδικές διμερείς ρυθμίσεις που θα μπορούσαν να μειώσουν το ενεργειακό κόστος. Η μετατροπή της Ελλάδας σε περιφερειακό κόμβο αποτελεί όφελος, αλλά δεν συνιστά ανταπόδοση ανάλογη των παραχωρήσεων που προσφέρει", αναφέρει ο Μιχάλης Σάλλας σε άρθρό του στην εφημερίδα "Καθημερινή" και συνεχίζει:

"Αντίστοιχη εικόνα παρουσιάζεται στο αμυντικό πεδίο. Η Ελλάδα αποκτά πρόσβαση σε υψηλή τεχνολογία, ενισχύει την επιχειρησιακή της ικανότητα, αλλά συχνά με μεγάλο οικονομικό βάρος. Οι παραδόσεις των οπλικών συστημάτων καθυστερούν και η συμμετοχή της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας παραμένει περιορισμένη. Η παρουσία αμερικανικών δυνάμεων στις βάσεις παρέχει αποτρεπτική αξία, αλλά δεν συνοδεύεται από σαφείς δεσμεύσεις ως προς ζητήματα κυριαρχίας. Η συνεργασία είναι σημαντική, αλλά όχι ισόρροπη".

Ολόκληρο το άρθρο του Μιχ.  Σάλλα έχει ως εξής:

Οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις της τελευταίας δεκαετίας αποτελούν μία από τις σταθερότερες και πιο συνεκτικές συνεργασίες στην Ανατολική Μεσόγειο. Η Ελλάδα έχει επιλέξει να τοποθετηθεί καθαρά στον δυτικό πυλώνα ασφάλειας και αυτή η επιλογή αποτελεί συνειδητή στρατηγική στάση. Προκύπτει από την ανάγκη προστασίας σε μια περιοχή όπου οι ισορροπίες μεταβάλλονται και όπου η ένταση, η αστάθεια και οι ανταγωνισμοί συνυπάρχουν. Στο πλαίσιο αυτό η χώρα έχει παραχωρήσει κρίσιμες στρατιωτικές διευκολύνσεις, έχει ενισχύσει την αμερικανική παρουσία από την Κρήτη μέχρι την Θράκη και έχει μετατραπεί σε βασική πύλη για τη ροή υγροποιημένου φυσικού αερίου προς την Ευρώπη. Η σχέση παρουσιάζεται ως σχέση εμπιστοσύνης. Το ερώτημα είναι αν παρουσιάζεται και ως σχέση ανταπόδοσης.

Σε μια περίοδο κατά την οποία η γεωπολιτική αξία της Ελλάδας αυξήθηκε αισθητά, θα περίμενε κανείς αντίστοιχα οφέλη σε οικονομικό και αμυντικό επίπεδο. Η πραγματικότητα είναι σύνθετη. Η Ελλάδα έχει κερδίσει κύρος και αναβαθμισμένο ρόλο στην Ουάσιγκτον. Έχει καθιερωθεί ως παράγοντας σταθερότητας σε μια περιοχή όπου η Τουρκία κινείται συχνά αντιφατικά. Τα κέρδη αυτά έχουν αξία, αλλά παραμένουν άυλα και δεν μετατρέπονται με την ίδια ένταση σε απτά οφέλη για την ελληνική οικονομία και άμυνα.

Το ενεργειακό πεδίο είναι ενδεικτικό. Η Ελλάδα αγοράζει αμερικανικό υγροποιημένο φυσικό αέριο χωρίς προνομιακή τιμολόγηση και χωρίς μακροπρόθεσμα συμβόλαια που θα εξασφάλιζαν σταθερότητα τιμών. Η χώρα επωφελείται από τη γεωγραφική της θέση, όχι όμως από ειδικές διμερείς ρυθμίσεις που θα μπορούσαν να μειώσουν το ενεργειακό κόστος. Η μετατροπή της Ελλάδας σε περιφερειακό κόμβο αποτελεί όφελος, αλλά δεν συνιστά ανταπόδοση ανάλογη των παραχωρήσεων που προσφέρει.

Αντίστοιχη εικόνα παρουσιάζεται στο αμυντικό πεδίο. Η Ελλάδα αποκτά πρόσβαση σε υψηλή τεχνολογία, ενισχύει την επιχειρησιακή της ικανότητα, αλλά συχνά με μεγάλο οικονομικό βάρος. Οι παραδόσεις των οπλικών συστημάτων καθυστερούν και η συμμετοχή της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας παραμένει περιορισμένη. Η παρουσία αμερικανικών δυνάμεων στις βάσεις παρέχει αποτρεπτική αξία, αλλά δεν συνοδεύεται από σαφείς δεσμεύσεις ως προς ζητήματα κυριαρχίας. Η συνεργασία είναι σημαντική, αλλά όχι ισόρροπη.

Η ανισορροπία αυτή συνδέεται και με τον τρόπο που η Ελλάδα συμμετέχει στις διαπραγματεύσεις. Η χώρα προσφέρει διευκολύνσεις ως αυτονόητη ένδειξη αξιοπιστίας, χωρίς να τις συνδέει με συγκεκριμένα ανταλλάγματα. Εμφανίζεται πρόθυμη και συνεπής, αλλά όχι διεκδικητική. Αυτό οδηγεί τις Ηνωμένες Πολιτείες να θεωρούν δεδομένη την ελληνική στάση. Και μια στάση που θεωρείται δεδομένη σπάνια επιβραβεύεται.

Σε αυτό το πλαίσιο η γεωοικονομική διάσταση αποκτά ιδιαίτερη σημασία. Οι αμερικανικές βάσεις στην Ελλάδα δεν εξυπηρετούν μόνο περιφερειακούς στόχους. Εντάσσονται σε ένα ευρύτερο σύστημα που επιτρέπει στις Ηνωμένες Πολιτείες να διατηρούν επιχειρησιακή ικανότητα στη Μέση Ανατολή και στον Κόλπο, όπου βρίσκονται τα σημαντικότερα ενεργειακά αποθέματα του πλανήτη. Οι βάσεις στη Σούδα και την Αλεξανδρούπολη διευκολύνουν την αμερικανική παρουσία σε μια περιοχή όπου κρίνονται όχι μόνο στρατηγικά συμφέροντα, αλλά και η σταθερότητα των πετρελαιοπαραγωγών κρατών.

Η σταθερότητα αυτή έχει άμεση οικονομική σημασία για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Το σύστημα των πετροδολαρίων, που διαμορφώθηκε από τα μέσα της δεκαετίας του εβδομήντα, δημιουργεί έναν κύκλο όπου η ασφάλεια των αραβικών κρατών συνδέεται με τη σταθερότητα του δολαρίου. Οι χώρες του Κόλπου τιμολογούν το πετρέλαιο σε δολάρια και επενδύουν σημαντικό μέρος των εσόδων τους σε αμερικανικά ομόλογα, ενισχύοντας την αμερικανική οικονομία και τη χρηματοδότηση του αμερικανικού χρέους. Χωρίς σταθερότητα στην περιοχή αυτή, η αμερικανική νομισματική ισχύς θα ήταν πολύ πιο αδύναμη.

Στον κύκλο αυτό η Ελλάδα λειτουργεί ως κρίσιμος κόμβος. Η γεωγραφική της θέση δίνει στις Ηνωμένες Πολιτείες δυνατότητα άμεσης επέμβασης σε μια περιοχή που είναι θεμελιώδης για τη διεθνή οικονομική τάξη. Η συμβολή της Ελλάδας επομένως δεν αφορά μόνο την τοπική ασφάλεια. Ενισχύει τη σταθερότητα ενός συστήματος από το οποίο ωφελείται ολόκληρη η δυτική οικονομία και ιδίως η αμερικανική.

Η διαπίστωση αυτή ενισχύει την ανάγκη για μια πιο ώριμη και διεκδικητική ελληνική στρατηγική. Η χώρα συνεισφέρει σε κάτι που υπερβαίνει το διμερές επίπεδο. Συμβάλλει στη διατήρηση ενός διεθνούς μηχανισμού στον οποίο στηρίζεται η αμερικανική ισχύς. Αυτό δεν σημαίνει ότι η Ελλάδα πρέπει να αμφισβητήσει τη δυτική της πορεία. Σημαίνει ότι έχει κάθε δικαίωμα να ζητήσει ανταπόδοση ανάλογη της πραγματικής της αξίας.

Σε μια εποχή γεωπολιτικών ανακατατάξεων η Ελλάδα έχει περισσότερα να κερδίσει από μια στάση ενεργής διεκδίκησης παρά από μια στάση δεδομένης συμμόρφωσης. Η αξιοποίηση του διπλωματικού της κεφαλαίου μπορεί να αποφέρει όχι μόνο σταθερότητα, αλλά και ανταπόδοση που να αντανακλά το εύρος της συμβολής της στο διεθνές σύστημα.

*Ο Μιχάλης Σάλλας είναι Πρόεδρος της Lyktos Group, Επίτιμος Πρόεδρος της Τράπεζας Πειραιώς, πρώην καθηγητής Πανεπιστημίου