Τραμπ-Σι: Επιστρέφει η "G2";

Πέμπτη, 30-Οκτ-2025 13:27

Τραμπ-Σι: Επιστρέφει η "G2";

Του Κώστα Ράπτη

Η ανάρτηση του Ντόναλντ Τραμπ στο Truth Social μετά τη συνάντησή του με τον Σι Τζινπίνγκ στο Μπουσάν της Νότιας Κορέας ήταν λακωνική, αλλά ενθουσιώδης: "H G2 θα συνεδριάσει συντόμως!”. Με άλλα λόγια, η ομάδα των δύο σημαντικότερων οικονομιών του πλανήτη, θα ενεργεί στο εξής συντονισμένα, όπως αποδεικνύει το γεγονός ότι η αρχική συμφωνία που επιτεύχθηκε στο Μπουσάν δρομολογεί ανταλλαγές επισκέψεων μεταξύ των ηγετών ΗΠΑ και Κίνας. Και όλα αυτά, μετά από πολύμηνο κλιμακούμενο εμπορικό και τεχνολογικό πόλεμο που οδήγησε προς στιγμήν τους εκατέρωθεν δασμούς στα εξωφρενικά επίπεδα του 125%-145%.

Ήδη, οι περισσότερο αισιόδοξοι αναλυτές (όπως λ.χ. ο καθηγητής του Τεχνολογικού Πανεπιστημίου του Σίδνεϊ, Tim Harcourt, τον οποίο παραθέτει το BBC) κάνουν λόγο για "επανεκκίνηση της παγκοσμιοποίησης στην μεταπανδημική εποχή”.

Φρονιμότερο θα ήταν να τοποθετηθεί κανείς περισσότερο συγκρατημένα. Τόσο συγκρατημένα, όσο η σχετική ανακοίνωση του Πεκίνου, η οποία έκανε λόγο απλώς για επίτευξη συναίνεσης στην ρύθμιση "μειζόνων εμπορικών ζητημάτων”.

Ο Ιταλός σινολόγος Francesco Sisci, διευθυντής του Appia Institute, υπολογίζει ότι η συνάντηση του Μπουσάν ήταν η εικοστή ανάμεσα σε έναν πρόεδρο των ΗΠΑ και έναν ηγέτη της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, μετά από την καταλυτική εκείνη των Ρίτσαρντ Νίξον και Μάο Τσετούνγκ το 1972. Ήταν όμως, υποστηρίζει ο ίδιος, η πρώτη στην οποία η κινεζική πλευρά προσερχόταν με στρατηγικό πλεονέκτημα: αυτό το οποίο έδινε στον Σι η αξιοποίηση του "χαρτιού” των σπανίων γαιών (των οποίων η Κίνα ελέγχει το 90% της επεξεργασίας διεθνώς) και δευτερευόντως του περιορισμού των εισαγωγών σόγιας, ο οποίος πλήττει την αγροτική εκλογική βάση του Τραμπ. Πρόκειται οπωσδήποτε για τομή – και για παράδειγμα προς τρίτους.

Ο Sisci υπενθυμίζει ότι και τη δεκαετία του '70 οι αραβικές χώρες αξιοποίησαν κατά των ΗΠΑ την πετρελαϊκή παραγωγή τους, ενώ στη δεκαετία του '80 η Ιαπωνία είχε κατοχυρώσει προβάδισμα στην τεχνολογία των υπολογιστών – όμως και στις δύο περιπτώσεις η βορειοαμερικανική υπερδύναμη απέκρουσε την απειλή. Μένει να φανεί αν είναι δυνατόν να συμβεί κάτι αντίστοιχο στις μέρες μας και με το "όπλο” των κινεζικών σπανίων γαιών – αλλά η απάντηση δεν πρόκειται να δοθεί πριν από την παρέλευση μιας δεκαετίας περίπου.

Κατά μία έννοια, όλα είναι ζήτημα ρυθμού: εάν δηλαδή η Κίνα θα καλύψει τις δικές της υστερήσεις (λ.χ. στον τομέα των ημιαγωγών), προτού η Αμερική καταφέρει το αντίστοιχο με τις δικές της. Εξ ού και στην αμερικανική βιβλιογραφία έχει πλέον καθιερωθεί ο όρος "pacing challenge” ή "pacing threat”, προκειμένου να περιγραφεί ένας ανταγωνιστής ο οποίος όχι μόνο "ανοίγει βηματισμό”, μειώνοντας το προβάδισμα με την ηγεμονική δύναμη, αλλά δίνει τον ίδιο τον ρυθμό του ανταγωνισμού.

Ακόμη περισσότερο: Όπως το έχει θέσει ο καθηγητής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Columbia, Adam Tooze, η Κίνα επανορίζει την ίδια την έννοια της νεωτερικότητας, με αλλεπάλληλες και επιταχυνόμενες κινήσεις οργανωμένου εκσυγχρονισμού, παραγωγικού και όχι μόνο, οι οποίες δεν ακολουθούν πλέον κάποιο δυτικό πολιτικό και πολιτισμικό πρότυπο προς μίμηση, αλλά διακρίνονται από τα περιώνυμα "κινεζικά χαρακτηριστικά”.

Πρόκειται για κατεξοχήν επίτευγμα του Σι Τζινπίνγκ, ο οποίος καταπολέμησε την απουσία σαφούς προσανατολισμού και το έλλειμμα νομιμοποίησης του κομματικού-κρατικού μηχανισμού, μέσω μιας ευθυγράμμισης, επέκτασης και συγκεντροποίησης του μηχανισμού λήψης αποφάσεων, την ίδια στιγμή που ευνόησε την λειτουργία των επιχειρήσεων με λιγότερο πολιτικά κριτήρια, ώστε να ενθαρρυνθεί η καινοτομία. Ο "πόλεμος κατά της διαφθοράς” (ο οποίος συνεχίζεται ακάθεκτος, όπως δείχνουν οι τρέχουσες εκκαθαρίσεις στον στρατό και την Κεντρική Επιτροπή) κωδικοποιεί αυτή την αναζήτηση μεγαλύτερης αποτελεσματικότητας και νομιμοποίησης.

Παραπλήσια είναι η πρόκληση προς τα έξω, όπου η Κίνα θα πρέπει να πετύχει έναν συνδυασμό αλληλοσύνδεσης χωρίς εξαρτήσεις, ώστε να μην "ανασχεθεί” από τις ΗΠΑ, ούτε όμως και να εκβιάζεται από αυτές.

Αυτό δεν συνεπάγεται ιδιαίτερη προθυμία για τη δημιουργία κάποιου condominium με τις ΗΠΑ, όπως υποδηλώνει η χρήση του όρου "G2”. Το Πεκίνο δεν επιθυμεί να πολλαπλασιάσει τις πολιτικές του δεσμεύσεις έναντι τρίτων, ούτε να κλείσει τις πύλες στον παγκόσμιο Νότο, εξ ού και προτιμά να αναφέρεται σε "πολυκεντρικότητα” του σύγχρονου κόσμου.

Άλλωστε, ο έτερος όρος που είχε πλασθεί για το σινο-αμερικανικό δίδυμο, η Chimerica, σαφώς παραπέμπει σε χίμαιρα.

Ίσως εντέλει να είναι χρησιμότερο να σταθεί κανείς στην ιστορική ειρωνεία του γεγονότος ότι μετά τον "αιώνα της ταπείνωσης” της Κίνας, ο οποίος άρχισε με τους Πολέμους του Οπίου, η κινεζική ανάδυση των ημερών μας σημαδεύεται από τις διαπραγματεύσεις Σι-Τραμπ για το πρόβλημα της φεντανύλης, που κατατρώει την αμερικανική κοινωνία...