Βαρόμετρο Eurelectric: Οι ΑΠΕ έριξαν τις τιμές του ρεύματος
Τετάρτη, 24-Σεπ-2025 07:31
Του Χάρη Φλουδόπουλου
Η εικόνα που παρουσιάζει το φετινό Power Barometer της Eurelectric αποτυπώνει ανάγλυφα τον μετασχηματισμό που βρίσκεται σε εξέλιξη στην ευρωπαϊκή αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Το 2024 οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και τα πυρηνικά κάλυψαν το 72% της παραγωγής στην ΕΕ, οδηγώντας σε κατακόρυφη πτώση των χονδρικών τιμών. Ο μέσος όρος διαμορφώθηκε στα 82 ευρώ/MWh, το χαμηλότερο επίπεδο μετά την κρίση του 2022, όταν η τιμή είχε εκτιναχθεί στα 227 ευρώ/MWh.
Η αποκλιμάκωση αυτή, ωστόσο, συνοδεύεται από νέες προκλήσεις: υπερπροσφορά ρεύματος που προκαλεί αρνητικές τιμές, εκτόξευση του κόστους εξισορρόπησης των δικτύων, αλλά και αναιμική ζήτηση που απειλεί να ανακόψει το momentum της ενεργειακής μετάβασης.
Ρεκόρ καθαρής παραγωγής
Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από καθαρές πηγές έφτασε σε ιστορικό υψηλό. Τα αιολικά προσέθεσαν 44 TWh, τα υδροηλεκτρικά 43 TWh, ενώ και η ηλιακή ενέργεια σημείωσε ισχυρή αύξηση. Στον αντίποδα, η χρήση άνθρακα μειώθηκε κατά 50 TWh και φυσικού αερίου κατά 35 TWh.
Το αποτέλεσμα ήταν ένα μείγμα όπου οι ΑΠΕ και η πυρηνική ενέργεια αποτελούν πλέον τη ραχοκοκαλιά της ευρωπαϊκής ηλεκτροπαραγωγής. Για πρώτη φορά, η ΕΕ πέτυχε να διατηρήσει σταθερά το μερίδιο των καθαρών πηγών πάνω από τα δύο τρίτα του συνόλου.
Η μετάβαση αυτή είχε άμεσο αντίκτυπο στις τιμές. Ενώ το 2022 σχεδόν το 70% του χρόνου η χονδρική τιμή βρισκόταν πάνω από τα 150 €/MWh, το 2024 το αντίστοιχο ποσοστό μειώθηκε σε μόλις 6,9%.
Η θεαματική αποκλιμάκωση των τιμών συνοδεύτηκε όμως και από την εμφάνιση νέου φαινομένου: αρνητικές τιμές ρεύματος σε 3,6% των ωρών του έτους. Οι περίοδοι αυτές συνδέονται με υπερπαραγωγή ΑΠΕ, περιορισμένη κατανάλωση και έλλειψη αποθηκευτικών λύσεων ή ευέλικτων φορτίων.
Παρά την πρόοδο στην παραγωγή, το κομμάτι της ζήτησης παραμένει το μεγάλο αγκάθι. Το 2024 η κατανάλωση αυξήθηκε μόλις 1%, παραμένοντας 7% χαμηλότερα από τα προ κρίσης επίπεδα του 2021.
Σύμφωνα με το Power Barometer, το πρώτο εξάμηνο του 2025 καταγράφεται μια νέα μικρή ανάκαμψη (+2%), με σημάδια ανάτασης στη βιομηχανική παραγωγή σε χώρες όπως η Ιταλία, η Ισπανία και η Σουηδία. Ωστόσο, οι ρυθμοί απέχουν πολύ από αυτό που απαιτείται για να επιτευχθεί ο στόχος του 32% ηλεκτροδότησης της τελικής κατανάλωσης ενέργειας έως το 2030.
Η Eurelectric προειδοποιεί ότι χωρίς ενίσχυση της ζήτησης, οι επενδύσεις σε δίκτυα, αποθήκευση και νέες μονάδες ΑΠΕ κινδυνεύουν να μείνουν μετέωρες.
Η νέα ανισότητα στις αγορές
Παρά την πτώση των τιμών σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, η αγορά ηλεκτρικής ενέργειας εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται από σημαντικές διαφοροποιήσεις.
Σε ορισμένες χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, οι τιμές παρέμειναν υψηλές, με πάνω από 12% του χρόνου πάνω από τα 150 €/MWh.
Αντίθετα, στις χώρες της Βόρειας και Δυτικής Ευρώπης το αντίστοιχο ποσοστό περιορίστηκε σε μόλις 0,6%.
Η εικόνα αυτή αναδεικνύει τις ανισότητες που εξακολουθούν να υπάρχουν λόγω διαφορετικού μείγματος παραγωγής και περιορισμένων διασυνδέσεων.
Κόστη εξισορρόπησης: από τα 2 στα 7 δισ. ευρώ
Η έκρηξη των ΑΠΕ και η αδυναμία επαρκούς αποθήκευσης είχε σαν αποτέλεσμα την εκτόξευση του κόστους για υπηρεσίες εξισορρόπησης του συστήματος. Οι Διαχειριστές Δικτύων δαπάνησαν το 2024 περίπου 7 δισ. ευρώ για επικουρικές υπηρεσίες (balancing, frequency restoration κ.λπ.), από μόλις 2 δισ. ευρώ το 2020.
Η αύξηση αυτή δεν είναι βιώσιμη και καταδεικνύει την ανάγκη για νέες επενδύσεις σε αποθήκευση και ευελιξία.
Η μάχη της αποθήκευσης
Σήμερα στην ΕΕ υπάρχουν συνολικά (σε λειτουργία, υπό κατασκευή, αδειοδοτημένα ή ανακοινωμένα) έργα μπαταριών συνολικής ισχύος 30,5 GW. Ο στόχος για το 2030 είναι 60 GW, δηλαδή η πρόοδος μέχρι στιγμής καλύπτει μόλις το μισό της απαιτούμενης ισχύος.
Το κενό αυτό δημιουργεί πιέσεις, καθώς η υψηλή διείσδυση ΑΠΕ χωρίς αποθήκευση οδηγεί σε υπερβολές: αρνητικές τιμές, απότομες διακυμάνσεις και αυξημένα κόστη εξισορρόπησης.
Οι επενδύσεις στα δίκτυα διανομής ανέρχονται σήμερα σε περίπου 24 δισ. ευρώ ετησίως, ενώ οι εκτιμήσεις της Eurelectric και της IEA δείχνουν ότι απαιτούνται πάνω από 40 δισ. ευρώ/έτος μέχρι το 2050 για να μπορέσουν τα δίκτυα να αντέξουν την ηλεκτροκίνηση, την αποκέντρωση της παραγωγής και τα νέα φορτία.
Η ανάγκη για ενίσχυση των δικτύων καθίσταται ακόμα πιο επιτακτική λόγω της εκρηκτικής αύξησης των αιτημάτων σύνδεσης: από 200 χιλ. το 2021 σε 464 χιλ. το 2024.
Prosumers και αποκέντρωση
Ο ρόλος των καταναλωτών-παραγωγών (prosumers) αλλάζει το παιχνίδι. Μέσα σε τρία χρόνια, από το 2021 έως το 2024, ο αριθμός τους αυξήθηκε από 2,8 εκατ. σε σχεδόν 7 εκατομμύρια.
Η τοπική παραγωγή ενέργειας, ωστόσο, δοκιμάζει τις αντοχές των δικτύων χαμηλής και μέσης τάσης, τα οποία δεν έχουν σχεδιαστεί για τόσο εκτεταμένη διείσδυση. Το φαινόμενο αναμένεται να ενταθεί, πιέζοντας για ταχεία αναβάθμιση υποδομών.
Στο μέτωπο της τελικής κατανάλωσης, οι τάσεις παραμένουν μικτές:
-Αντλίες θερμότητας: μετά την εκρηκτική άνοδο του 2022, οι πωλήσεις το 2024 επιβραδύνθηκαν στα 2,2 εκατ. μονάδες, λόγω κόστους και γραφειοκρατικών εμποδίων.
-Ηλεκτρικά αυτοκίνητα: οι πωλήσεις BEV ανέκαμψαν το 2025, κατακτώντας μερίδιο 23,8% στις συνολικές πωλήσεις ΙΧ, με την Ευρώπη να παραμένει σε τροχιά αλλά με σοβαρές προκλήσεις στην ανάπτυξη υποδομών φόρτισης.