Προκλήσεις για τον επανεξοπλισμό της Ευρώπης
Σάββατο, 29-Μαρ-2025 21:46
Του Κώστα Ράπτη
Η ονομασία ReArm Europe δεν θα χρησιμοποιείται πια, διότι θεωρήθηκε από ορισμένα κράτη-μέλη άκρως απωθητική για τα εκλογικά τους σώματα. Όμως η ουσία του προγράμματος "Προετοιμασία 2030" παραμένει: Με ορόσημο τη χρονιά κατά την οποία θεωρείται ότι η Ρωσία θα είναι σε θέση να επιτεθεί επί ευρωενωσιακού εδάφους, η μαζική στροφή στις στρατιωτικές δαπάνες (με 150 δισ. από κοινό δανεισμό και 650 δισ. από εθνικά εξοπλιστικά προγράμματα, που θα εξαιρεθούν από τους ισχύοντες δημοσιονομικούς περιορισμούς) αποτελεί τη νέα προτεραιότητα των Βρυξελλών και των "27".
Όμως, όπως οτιδήποτε το ευρωπαϊκό, μερικά πράγματα ευκολότερα εξαγγέλλονται, παρά υλοποιούνται. Και για τον επανεξοπλισμό της Ευρώπης αυτό ισχύει εις διπλούν, στον βαθμό που αγγίζει την καρδιά των (αποκλινόντων) εθνικών συμφερόντων. Εξ ου και οι αντιφάσεις ή τα εμπόδια για τα οποία κάνουν πλέον λόγο οι αναλυτές.
Όπως σημειώνει το Eurointelligence, ο ενθουσιασμός που μαρτυρείται αυτή τη στιγμή στις ευρωπαϊκές ηγεσίες θα δείξει τα όριά του σε χώρες που δεν έχουν τον δημοσιονομικό χώρο της Γερμανίας, ώστε να δανειστούν περισσότερα. Ήδη στη Γαλλία, οι φιλοδοξίες του Εμανουέλ Μακρόν έχουν ήδη αρχίσει να αντιμετωπίζουν τις δημοσιονομικές πραγματικότητες, εξ ου και η χλιαρή ανταπόκριση της κυβέρνησης, που ο πρόεδρος δεν ελέγχει πραγματικά. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, επίσης, η αύξηση των αμυντικών δαπανών μπορεί να προκύψει μόνο εάν η κυβέρνηση βρει κάτι πολιτικά πρόσφορο να περικόψει. Μάλλον θα εξαντληθούν και αυτές οι επιλογές.
Στην Ισπανία, ο Σοσιαλιστής πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ αντιμετωπίζει παρόμοια ερωτήματα. Η πρόσφατη υπόσχεσή του ήταν να αυξήσει τις αμυντικές δαπάνες, αλλά όχι σε βάρος των κοινωνικών δαπανών. Αυτό στο οποίο πραγματικά δεσμεύθηκε ήταν να εκπληρώσει η κυβέρνησή του τον σχετικά μετριοπαθή στόχο της αύξησης των αμυντικών δαπανών στο 2% του ισπανικού ΑΕΠ κάποια στιγμή μέχρι το 2029.
Δημιουργική λογιστική
Η συζήτηση αυτή συνοδεύεται από έναν επαναπροσδιορισμό του τι συνιστά στρατιωτικές δαπάνες – αλλά και από δημιουργική λογιστική. Λ.χ. η ισπανική κυβέρνηση αναθεώρησε τον υπολογισμό όσων ξοδεύει για την άμυνα, για να καταλήξει σε ένα ποσοστό του ΑΕΠ από τα χαμηλότερα επίπεδα του ΝΑΤΟ σε κάτι πλησιέστερο με τον Καναδά ή την Ιταλία, αλλά και πάλι κάτω από το 2%.
Φυσικά, η αλλαγή του ορισμού των αμυντικών δαπανών δεν προσφέρει πραγματικές νέες δυνατότητες. Η συμπερίληψη των συντάξεων των απόστρατων στρατιωτικών δεν παράγει νέα τανκς ή αεροπλάνα, πόσω μάλλον νέους δορυφόρους. Εξ ού και το Eurointelligence προτείνει τη μετατόπιση της συζήτησης από τις στρατιωτικές δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ προς τις επιδιωκόμενες πραγματικές δυνατότητες, ήτοι, τι πρέπει να είναι σε θέση να κάνουν οι ευρωπαϊκοί στρατοί. Οι δαπάνες δεν είναι παρά μέσο για έναν σκοπό.
Η επιφυλακτικότητα του Σάντσεθ να αγγίξει άλλους τομείς δαπανών δεν είναι μοναδική στην Ισπανία. Στην Ιταλία, η κυβέρνηση είναι παρομοίως επιφυλακτική σχετικά με μια μεγάλη αμυντική ώθηση. Η ανταπόκριση του ίδιου του υπουργού Οικονομικών, Τζιανκάρλο Τζιορτζέτι, στις προτάσεις για αμυντικά δάνεια της Ε.Ε. και στις αλλαγές στους περιορισμούς του Συμφώνου Σταθερότητας δεν ήταν ενθουσιώδης. Οι τελευταίες προβλέψεις θέλουν τις αμυντικές δαπάνες της Ιταλίας να φτάνουν το 1,6% του ΑΕΠ έως το 2027.
Δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς γιατί η Ισπανία και η Ιταλία μπορεί να μην είναι τόσο πρόθυμες να διοχετεύσουν κονδύλια στην άμυνα. Πρόκειται για χώρες που απέχουν γεωγραφικά από τη Ρωσία και έχουν τα δικά τους οικονομικά άγχη (βλ. ιδίως τη βιωσιμότητα του ιταλικού χρέους). Ο Σάντσεθ το έχει πει ρητά στο παρελθόν, ότι οι προτεραιότητες άμυνας και ασφάλειας της ίδιας της Ισπανίας υπερβαίνουν το ζήτημα της Ρωσίας. Το πώς οι μεσογειακές χώρες βλέπουν τις ανάγκες τους σε θέματα ασφάλειας είναι κάτι που θα πρέπει να λάβει υπόψη κάθε αμυντική πρόταση σε επίπεδο Ε.Ε., προκειμένου να πετύχει.
Σε κάθε περίπτωση, η εσωτερική πολιτική παίζει επίσης ρόλο. Στην Ιταλία, η Λέγκα είναι πιο επιφυλακτική όσον αφορά τις αμυντικές δαπάνες, ειδικά σε επίπεδο Ε.Ε. Στην περίπτωση του Σάντσεθ, οι αριστεροί του σύμμαχοι είναι πιο απρόθυμοι να ξοδέψουν περισσότερα για την άμυνα.
Άλλη μία ευκαιρία για δημοσιονομική ένωση "από την πίσω πόρτα";
Σύμφωνα με τον Άμπροζ Έβανς-Πρίτσαρντ της βρετανικής Telegraph, το "μεσογειακό κλαμπ" και το Βέλγιο βρίσκονται ήδη σε μια αρχόμενη παγίδα αυξανόμενου πραγματικού κόστους δανεισμού (όπως και η Βρετανία). "Απλώς δεν είναι δυνατόν να βρούμε άλλα 20 δισ. ή 30 δισ. ευρώ για όπλα, όταν ήδη κάνουμε τεράστιες προσπάθειες για να περικόψουμε το χρέος μας και είμαστε ουσιαστικά περιορισμένοι στο τι μπορούμε να κάνουμε για τον ιταλικό λαό", δήλωσε ο Τζορτζέτι.
Η "έκρηξη" στρατιωτικού κεϋνσιανισμού είναι, κατά τον ίδιο αρθρογράφο, κυρίως μια γερμανική ιστορία. Το σχέδιο των 900 δισεκατομμυρίων ευρώ για επιπλέον δαπάνες άμυνας και υποδομών σε διάστημα δέκα ετών είναι μεγάλο. Αντιστοιχεί σε 90 δισ. ευρώ ετησίως ή 2% του γερμανικού ΑΕΠ. Αλλά τα πράγματα φαίνονται διαφορετικά, αν τα βάλουμε στα συμφραζόμενά τους.
Η Έκθεση Ντράγκι λέει ότι η Ε.Ε. στο σύνολό της πρέπει να αυξάνει τις επενδύσεις κατά 800 δισεκατομμύρια ευρώ κάθε χρόνο, για να βγάλει το μπλοκ από την τεχνολογική παρακμή, σε συνδυασμό με μια θεραπεία-σοκ απορρύθμισης. Όσο περισσότερο βλέπουμε τον ανομοιογενή και σπασμωδικό επανεξοπλισμό της Ευρώπης, τόσο λιγότερο μοιάζει με το blitz του Τσάμπερλεν το 1938 ή του Ρούσβελτ το 1941, σημειώνει η Telegrpaph.
Ο Μακρόν δεν έχει τα μέσα
Ο Γάλλος Εμανουέλ Μακρόν μιλά με μεγαλοπρέπεια για τον επανεξοπλισμό της Ε.Ε., αλλά δεν έχει ούτε το πολιτικό κεφάλαιο ούτε και τη δημοσιονομική δύναμη πυρός για να θέσει την οικονομία του σε πολεμική βάση. Η Γαλλία έχει διαρθρωτικό δημοσιονομικό έλλειμμα 5% του ΑΕΠ. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο λέει ότι το γαλλικό δημόσιο χρέος έφτασε στο 112% πέρυσι και οδεύει προς το 124% έως το 2029, ακόμη και πριν από οποιαδήποτε αύξηση των στρατιωτικών δαπανών.
Όπως πάντα, οι Βρυξέλλες, το Παρίσι και άλλοι έχουν απώτερο κίνητρο να πιέζουν για κοινή έκδοση χρέους. Αρπάζοντας κάθε ευκαιρία για να προσπαθήσουν να περάσουν υπογείως τη δημοσιονομική ένωση.
Όμως οι Ολλανδοί αρνούνται οποιαδήποτε χρήση του επανεξοπλισμού για κοινό δανεισμό, ενώ στη Γερμανία ο Φρίντριχ Μερτς θα πρέπει να δείξει ότι οι αλλαγές στο συνταγματικό φρένο χρέους δεν ανοίγουν τις πύλες στη δημοσιονομική καταστροφή.
Το σίριαλ του επανεξοπλισμού αποκαλύπτει βαθιές διαχωριστικές γραμμές εντός της Ε.Ε., κυρίως μεταξύ εκείνων των κρατών που εξακολουθούν να προσπαθούν να διατηρήσουν τη σχέση με τις ΗΠΑ και όσων διακρίνουν μια ευκαιρία να απελευθερωθούν και να μετατρέψουν την Ευρώπη σε "μυώδη" μεγάλη δύναμη.
Όμως οι συνομιλίες εκφυλίζονται, με κάθε χώρα να ελπίζει να χρησιμοποιήσει τα χρήματα της Ε.Ε. για να προωθήσει τα δικά της οπλικά συστήματα ως μια μορφή βιομηχανικής πολιτικής.