Τι είναι ο "Μακρο-Λεπενισμός";

Δευτέρα, 09-Σεπ-2024 12:32

Μακρον Λεπεν debate

Του Κώστα Ράπτη

Ο "φραγμός” λειτούργησε με επιτυχία – αλλά όχι εναντίον του αρχικώς διακηρυγμένου στόχου του. Έχοντας κερδίσει δύο προεδρικές εκλογές ως το αντίπαλο δέος στην Μαρίν Λεπέν, ο Εμανουέλ Μακρόν επέλεξε να οδηγηθεί σε μιαν σιωπηρή συγκυβέρνηση με τον Εθνικό Συναγερμό, διακηρύσσοντας ότι για αυτόν αποτελεί μεγαλύτερο κακό η συνεργασία με το Νέο Λαϊκό Μέτωπο της γαλλικής (κεντρο)αριστεράς. Και όλα αυτά, μετά από πρόωρη διεξαγωγή των βουλευτικών εκλογών, την οποία ο ίδιος προκάλεσε έπειτα από το "χαστούκι” στον μακρονισμό που υπήρξαν τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών, και ενώ ενδιαμέσως το "ρεπουμπλικανικό μέτωπο” που σχηματίσθηκε ανάμεσα στους δύο γύρους των βουλευτικών εκλογών αναστήλωσε την προεδρική παράταξη από την τρίτη στη δεύτερη θέση. Όμως τα μυστικά δείπνα ανάμεσα σε ανθρώπους του Μακρόν και της Λεπέν, τα οποία αποκάλυψε η Liberation ήδη από τις αρχές Ιουλίου, προοιωνίζονταν άλλου τύπου συναινέσεις.

Ο άνθρωπος που όλοι αντιμετώπιζαν ως πολιτικό πτώμα πριν από λίγους μήνες αποδείχθηκε και πάλι κυρίαρχος του παιχνιδιού (βοηθούσης και της ιδιαιτερότητας του γαλλικού ημι-προεδρικού αποτελέσματος), υποβαθμίζοντας το περίπου ισομερώς τριχοτομημένο κοινοβούλιο, παραμερίζοντας την πολιτική δύναμη που κατετάγη πρώτη και σύροντας τον Εθνικό Συναγερμό σε μια διαδικασία "επανεκπαίδευσης” στην ευρωπαϊκή "κανονικότητα”.

Το ότι με τον τρόπο αυτό εξαλείφει την διαχωριστική γραμμή με την "ακροδεξιά απειλή”, η οποία βοήθησε στην δική του ανάδειξη και πολιτική επιβίωση, είναι ασφαλώς ένα μοιραίο γεγονός, όμως οι επόμενες προεδρικές εκλογές (στις οποίες ο ίδιος δεν θα είναι υποψήφιος) απέχουν τρία ολόκληρα χρόνια. Μέχρι τότε μένει να φανεί αν η Γαλλία θα είναι δυνατόν να κυβερνάται εξολοκλήρου από την "κορυφή”.

Το πρόσωπο στο οποίο στηρίχθηκε ο Μακρόν για να λύσει τον γρίφο του σχηματισμού νέας κυβέρνησης, ο 73χρονος Μισέλ Μπαρνιέ, από το τέταρτο σε δύναμη κόμμα των Ρεπουμπλικανών, είναι "παλιά καραβάνα” της γαλλικής πολιτικής, αν κρίνουμε από το ότι εξελέγη βουλευτής σε ηλικία 27 ετών.

Κατά τον ακροδεξιό προεδρικό υποψήφιο Ερίκ Ζεμούρ (ο οποίος προφανώς δεν μπορεί να συμφιλιωθεί ούτε με την εκλογική άνοδο του λεπενικού Συναγερμού ούτε με την κανονικοποίησή του), ο Μπαρνιέ συμβολίζει το "κενό” της μακρονικής πολιτικής: κανείς δεν τον αγαπά, κανείς δεν τον μισεί, κανείς δεν τον φοβάται και κυρίως κανείς δεν ελπίζει σε αυτόν.

Έχοντας διατελέσει επίτροπος της Κομισιόν για δύο πενταετίες, ο Μπαρνιέ επιχείρησε τα τελευταία χρόνια (οπότε και διεκδίκησε την ηγεσία των συρρικνωμένων πλέον Ρεπουμπλικανών) να αποτινάξει την εικόνα του ανθρώπου που ενσαρκώνει τις "συναινέσεις των Βρυξελλών”, υιοθετώντας σκληρές θέσεις, όπως η αναστολή για πέντε χρόνια της μη ευρωενωσιακής μετανάστευσης και η "ανάκτηση νομικής κυριαρχίας” έναντι των ευρωδικαστηρίων.

(Πολλοί θυμήθηκαν αυτές τις ημέρες ότι το πολιτικό του "γονίδιο” ήταν ανέκαθεν αρκούντως δεξιό, καθώς το μακρινό 1981 ο Μπαρνιέ είχε καταψηφίσει την αποποινικοποίηση της ομοφυλοφιλίας για τους άνω των 15 ετών ανηλίκους).

Όμως ο πρώην επίτροπος έχει μείνει στη συνείδηση του διεθνούς ακροατηρίου ως ο επιτυχημένος "διαπραγματευτής του Brexit”. Ο άνθρωπος δηλαδή που για λογαριασμό των Βρυξελλών αντιμετώπισε τους Βρετανούς με αρκούντως τιμωρητική διάθεση – την οποία τώρα θα πρέπει να επιστρατεύσει εναντίον των συμπατριωτών του...

Αποτελεί κοινό μυστικό ότι αποστολή του Μπαρνιέ είναι η δρομολόγηση με τις ευλογίες της Ε.Ε. μιας διαδικασίας μείωσης του ελλείμματος της πάντοτε δημοσιονομικά ατάσθαλης Γαλλίας, ώστε να αποφευχθούν κραδασμοί που θα μπορούσαν να οδηγήσουν ακόμη και σε κρίση χρέους.

Με αυτή την έννοια, οι επεκτατικές πολιτικές τις οποίες επαγγελλόταν το Νέο Λαϊκό Μέτωπο (καθώς και η, έστω και με εσωτερικές διαφωνίες, "ανορθόδοξη” στάση του στο Ουκρανικό και το Μεσανατολικό) αποτελούσαν "απειλή” μεγαλύτερη από τους λεονταρισμούς της Λεπέν για το γαλλικό κατεστημένο και το ευρω-ατλαντικό πλαίσιο.

Άλλωστε ο λεπενισμός και οι περί αυτόν "ταυτοτικοί πόλεμοι” αναπτύχθηκε διόλου τυχαία σε χρονική σύμπτωση με (και ενδεχομένως ως ψυχαναλυτική αναπλήρωση προς) την εγκατάλειψη του εθνοκυριαρχικού γκωλισμού, όταν το Παρίσι υιοθέτησε οριστικά την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και την επανενσωμάτωση στο ΝΑΤΟ ως ορίζοντα της στρατηγικής του.

Κατά τον πολυσυζητημένο ανθρωπολόγο και δημογράφο Εμανουέλ Τοντ (ο οποίος ήδη το 1976 προέβλεψε την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης) αυτό που δημιουργείται στο εσωτερικό της Γαλλίας είναι ένας Μακρο-Λεπενισμός, δηλ. μια ουσιαστική σύγκλιση των δύο πολιτικών ρευμάτων στη βάση της επιθετικότητάς τους. Συνδετικό κρίκο μάλιστα θεωρεί μια συγκεκριμένη κοινωνικο-επαγγελματική ομάδα: τις δυνάμεις της τάξης (και δευτερευόντως της δικαιοσύνης) που ψηφίζει Λεπέν σε ποσοστό άνω του 50%, αλλά έχει αναδειχθεί σε πυλώνα της επιβολής της πολιτικής Μακρόν από την εποχή των "κίτρινων γιλέκων”. Αντί για την "οριζόντια” αντιπαράθεση στον άξονα αριστεράς-δεξιάς, αυτός ο σκληρός βραχίονας του κράτους υλοποιεί μια "κατακόρυφη” πολιτική εκπονούμενη από μία διευθυντική τάξη, την οποία ο Τοντ χαρακτηρίζει "ανίκανη” και "σαδιστική”. (Ο σαδισμός προς τις κατώτερες τάξεις είναι κατά τον Γάλλο ιστορικό η "μετάθεση” της οργής της ελίτ για την υποτελή της θέση σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο).

Αλλά με δεδομένο τον ρόλο της Γαλλίας ως ευρωπαϊκού πολιτικού εργαστηρίου, η διαμορφούμενη ανταλλαγή (με τον μακρονισμό να αποδέχεται τα αντιφιλελεύθερα ήθη του λεπενισμού, ενώ ο τελευταίος συμμορφώνεται στο ευρω-ατλαντικό πλαίσιο) δεν μπορεί παρά να έχει πανευρωπαϊκή σημασία.