Η μεγάλη έκπληξη στις μεγαλύτερες εκλογές ανά τον κόσμο
Τετάρτη, 05-Ιουν-2024 12:39
Του Κώστα Ράπτη
Ούτε οι ευρωεκλογές, ούτε καν οι αμερικανικές προεδρικές εκλογές: σε μία χρονιά που σημαδεύεται από κρίσιμες εκλογικές αναμετρήσεις ανά τον κόσμο, ξεχωρίζει, τουλάχιστον από την άποψη των αριθμητικών μεγεθών, η Ινδία των 642 εκατ. ψηφισάντων στις βουλευτικές εκλογές, όπου μόλις ανακοινώθηκαν τα αποτελέσματα μιας διαδικασίας η οποία διήρκεσε έξι εβδομάδες.
Η ανατροπή είναι μεγάλη, διότι τα exit polls προέλεγαν συντριπτική νίκη του κόμματος Μπαρατίγια Τζανάτα (BJP) του εδώ και δέκα χρόνια πρωθυπουργού Ναρέντρα Μόντι, ωστόσο τα επίσημα αποτελέσματα έδωσαν διαφορετική εικόνα. Αντί για την κοινοβουλευτική υπερπλειοψηφία η οποία θα επέτρεπε στους ινδουιστές εθνικιστές να αναθεωρήσουν το σύνταγμα κατά τις δικές τους προτεραιότητες, ο Μόντι διατηρείται οριακά στην εξουσία, καθώς οι Ινδοί ψηφοφόροι αποδεικνύονται εξαιρετικά απρόβλεπτη "φυλή”.
Σύμφωνα με την εκλογική επιτροπή, με καταμετρημένο το 95% των ψηφοδελτίων, το BJP εξασφαλίζει αυτοτελώς, με ποσοστό 36,8%, μόλις 240 έδρες (επί συνόλου 543), έναντι 303 εδρών στις εκλογές του 2019, ενώ με τη βοήθεια των συμμάχων του θα μπορέσει να διαμορφώσει μια πλειοψηφία 292 εδρών. Το αντιπολιτευόμενο κόμμα του Κογκρέσου, αντίθετα, εξασφάλισε 98 έδρες (έναντι 52 προ πενταετίας), χάρη σε μια επιτυχημένη τακτική παρουσίασης κατά τόπους κοινών υποψηφίων με άλλα κόμματα απέναντι στο BJP.
Βέβαια, μία τρίτη κατά σειρά πρωθυπουργική θητεία επιτρέπει στον Μόντι να καταρρίψει ένα ρεκόρ το οποίο μέχρι τώρα κατείχε μόνο ο πατέρας της ινδικής ανεξαρτησίας Τζαουαρχαλάλ Νεχρού. Ωστόσο, το εκλογικό αποτέλεσμα απέχει παρασάγγας από την διακηρυγμένη φιλοδοξία του να κατακτήσει περισσότερες από 400 έδρες στη Λοκ Σάμπα (το ομοσπονδιακό κοινοβούλιο).
Πολύ χαρακτηριστικά, το ινδικό χρηματιστήριο υπέστη τις μεγαλύτερες απώλειες των τελευταίων ετών (κλείνοντας με πτώση κατά 5,7%) όταν έγινε σαφές πώς διαμορφώνεται το αποτέλεσμα.
Η ιδιαιτερότητα του ινδικού συστήματος έγκειται στο ότι δεκάδες πολιτικά κόμματα έχουν αποκλειστικά πολιτειακή βάση και ελάχιστα μόνο είναι πανεθνικώς οργανωμένα. Για τον λόγο αυτό, στις γενικές εκλογές αντιπαρατίθενται συνασπισμοί, συχνά ετερόκλητοι, η συγκρότηση των οποίων στηρίζεται στις δεξιότητες συναλλαγής των πρωταγωνιστών.
Το μέχρι τώρα πλεονέκτημα του Μόντι προέκυπτε σε έναν βαθμό από την μετριότητα των αντιπάλων του, κυρίως όμως από έναν συνδυασμό της "ταυτοτικής πολιτικής” με αξιοσημείωτες κοινωνικές μεταβιβάσεις, λ.χ. επιδοτήσεις καυσίμων ή τροφίμων. Η "επιστροφή της Ινδίας στον εαυτό της” και η "αποκατάσταση του μεγαλείου της” (που ακούγεται τόσο ανησυχητικά στα αυτιά της μουσουλμανικής μειονότητας των 210 εκατομμυρίων ανθρώπων, αλλά και της χριστιανικής) γεφύρωνε την πολιτικο-οικονομική ελίτ περί τον Μόντι με τους μη προνομιούχους της ινδικής κοινωνίας (λ.χ. τις κατώτερες κάστες στις οποίες επιφυλάσσεται το 15% των βουλευτικών εδρών).
Τα υπόλοιπα, τα αναλάμβανε η κυριαρχία του κυβερνητικού αφηγήματος στα μέσα ενημέρωσης, αλλά και η ρήση του κρατικού μηχανισμού (συμπεριλαμβανομένων των μυστικών υπηρεσιών) εναντίον των πολιτικών αντιπάλων του Μόντι.
Αλλά η κοινωνική πραγματικότητα πήρε την εκδίκησή της από τα υψιπετή εθνικιστικά οράματα. Άλλωστε η μετεωρική άνοδος του Μόντι οφείλεται στο γεγονός ότι ο ίδιος ως τοπικός πρωθυπουργός του κρατιδίου του Γκουτζαράτ την περίοδο 2001-2014 πιστώθηκε θεματική άνοδο των οικονομικών δεικτών, αναδεικνυόμενος σε "ήρωα” ενός καλπάζοντος καπιταλισμού με ινδικά χαρακτηριστικά.
Ωστόσο, η δεύτερη θητεία του στην ομοσπονδιακή πρωθυπουργία, στιγματίσθηκε από μεγάλα "στραβοπατήματα”: χαρακτηριστικό υπήρξε το χάος που προέκυψε κατά την προσπάθεια περιορισμού της χρήσης μετρητών ή την διαχείριση της πανδημίας, καθώς και η υποχώρησή του κατά την πολύμηνη αναμέτρησή του με τους κινητοποιημένους αγρότες (η πρωτοπορία των οποίων προερχόταν κυρίως από την κοινότητα των Σιχ).
Σε μία χώρα όπου η ανεργία των νέων ηλικίας 20 έως 24 ετών διαμορφώνεται κατά μέσο όρο στο 44,49%, είναι προφανές ότι τα οφέλη της επίτευξης ρυθμών ανάπτυξης της τάκης του 7% μοιράζονται πολύ άνισα. Και αυτό υπερβαίνει κάποια στιγμή τις "ενέσεις εθνικής υπερηφάνειας” και τον διαρκή στιγματισμό της μουσουλμανικής μειονότητας ως πηγής όλων των κοινωνικών δεινών. Ακόμη και στην πολιτεία του Ουτάρ Πραντές (την πολυπληθέστερη όλων, όπου εκλέγεται και ο ίδιος ο Μόντι) το BJP έχασε – πόσω μάλλον στις νότιες πολιτείες, όπου ομιλούνται δραβιδικές γλώσσες και η ηγεμονία των Χίντι δεν είναι ευπρόσδεκτη.
Γενικά, οι Ινδοί ψηφοφόροι απεχθάνονται τις παρεκκλίσεις από την δημοκρατική τάξη. Η παρακμή του κόμματος του Κογκρέσου ξεκίνησε με την ήττα του στις εκλογές του 1977, μετά την κατάσταση έκτακτης ανάγκης που είχε επιβάλει ως πρωθυπουργός η Ίντιρα Γκάντι. Πιθανότατα και το τωρινό εκλογικό αποτέλεσμα είναι ένα μήνυμα προς τον Μόντι ότι η αλαζονεία της εξουσίας τον πήγε πολύ μακριά.
Σε διεθνοπολιτικό επίπεδο, οι εξελίξεις στην Ινδία δεν είναι διόλου αδιάφορες. Ιδρυτικό μέλος των Αδεσμεύτων, πυρηνική δύναμη από τη δεκαετία του '90, μέλος στις μέρες μας της Ομάδας Brics, παραδοσιακή φίλη και εισαγωγέας οπλισμού της Ρωσίας (την οποία διευκόλυνε στις πετρελαϊκές της εξαγωγές κατά παράκαμψη των κυρώσεων της Δύσεως), εκ γενετής εχθρός του Πακιστάν (γεγονός το οποίο καλλιεργεί αντι-ισλαμικά αντανακλαστικά και διάθεση προσέγγισης του Ισραήλ), ανταγωνίστρια της Κίνας, με την οποία πάντως αναζητεί ένα modus vivendi, παρά τις ενίοτε εκρηκτικές μεθοριακές τους διαφορές, η Ινδία αποτελεί επίσης αντικείμενο εντατικού "φλερτ” από πλευράς των Ηνωμένων Πολιτειών, οι οποίες προσβλέπουν στην οικοδόμηση ενός μετώπου ανάσχεσης του Πεκίνου, με τη συμμετοχή του Δελχί, του Τόκιο και της Καμπέρας, αλλά και στην φιλελευθεροποίηση της αχανούς ινδικής εσωτερικής αγοράς.
Αυτή η ιδιαιτερότητα εξηγεί το γιατί οι ΗΠΑ είναι υποχρεωμένες να παραβλέπουν το ότι ο Ναρέντρα Μόντι προέρχεται από το ίδιο "καλούπι” των αντι-φιλελεύθερων εθνικιστών πολιτικών, όπως ο Πούτιν ή ο Ερντογάν. Αν και η Ουάσιγκτον φροντίζει να "διορθώνει” κατά καιρούς το μήνυμα, είτε με τις εκθέσεις της για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ινδία είτε με τις κατηγορίες ότι οι μυστικές υπηρεσίες του Μόντι επιχείρησαν να δολοφονήσουν Σιχ αυτονομιστή ακτιβιστή επί αμερικανικού εδάφους.
Με βάση τη σχετική αποδυνάμωση του Ινδού πρωθυπουργού, οι πιέσεις αναμένεται να προστεθούν σε μεγαλύτερη αναλογία στο "μείγμα”.