Το δύσκολο ερώτημα του μετεκλογικού μέλλοντος των ευρωτουρκικών σχέσεων

Σάββατο, 29-Απρ-2023 17:09

Το δύσκολο ερώτημα του μετεκλογικού μέλλοντος των ευρωτουρκικών σχέσεων

Του Κώστα Ράπτη

Ποιος είναι ο "οδικός χάρτης” της Τουρκίας σε ό,τι αφορά της σχέσεις της με την Ε.Ε., μετά τις εκλογές της 14ης Μαΐου; Το ερώτημα απασχόλησε υψηλού επιπέδου πάνελ ειδικών το πρωϊ του Σαββάτου στο πλαίσιο του Διεθνούς Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών.

Ο καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και υφυπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων Άγγελος Συρίγος στάθηκε καταρχήν στο γεγονός ότι αυτά τα τελευταία είκοσι χρόνια της κυριαρχίας του Ερντογάν άλλαξαν πολλά πολλά στη γείτονα, με αποτέλεσμα σήμερα το βαθύ κράτος, το ίδιο το κράτος, να είναι ισλαμιστικό και όχι κεμαλιστικό. Το αποτέλεσμα είναι ότι σε περίπτωση νίκης της η αντιπολίτευση θα βρεθεί αντιμέτωπη με έναν κρατικό μηχανισμό εχθρικό, περίπου όπως ο Ερντογάν το 2002, όταν στρατός, διπλωματικό σώμα κτλ. ήταν εναντίον του. Όμως σε αντίθεση με τότε, η αντιπολίτευση περιλαμβάνει έξι κόμματα, ανάμεσά τους ορισμένα ισλαμιστικά και εθνικιστικά, ήτοι συγγενικά προς τους νυν κυβερνώντες, ενώ το 2002 η άλλη πλευρά ήταν απολύτως ξένη και εχθρική προς τον Ερντογάν.

Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Καντίρ Χας της Κωνσταντινούπολης Soli Özel, επεσήμανε τον συμβολισμό της διεξαγωγής των εκλογών στις 14 Μαΐου, επέτειο τερματισμού του μονοκομματικού κεμαλικού κράτους, με τη νίκη του Δημοκρατικού Κόμματος το 1950. Υποστήριξε δε ότι η Τουρκία δεν μπορεί άλλο να αντέξει πολιτικά και κοινωνικά την πόλωση, ενώ οικονομικά ο πειραματισμός με ανορθόδοξες θεωρίες ήταν καταστροφικός για όλους πλην του πλουσιότερου 10% του πληθυσμού και η χώρα κινδυνεύει με μετατραπεί όχι σε μια "νέα Κίνα” αλλά σε ένα "νέο Μπαγκλαντές” λόγω της φτωχοποίησης. Υπογράμμισε επίσης ότι παρά τη φιλοδοξία του Ερντογάν να δημιουργήσει μιαν "ευσεβή” νέα γενιά, η πλειοψηφία των 5 εκατ. νέων ψηφοφόρων είναι κοσμικοί και εθνικιστές, συνεπώς το κυβερνών κόμμα απέτυχε να καταλάβει την κοινωνία που το ίδιο δημιούργησε.

Ο επικεφαλής του Κέντρου Εφαρμοσμένων Τουρκικών Σπουδών (CATS) του Γερμανικού Ινστιτούτου Διεθνών Θεμάτων και Ασφάλειας (SWP), Günter Seufert στάθηκε στο γεγονός ότι, σε αντίθεση με τουρκικές προεκλογικές περιόδους κατά το παρελθόν, δεν υπάρχουν στην τουρκική διασπορά στην Ευρώπη διαδηλώσεις ή εμπρηστική ρητορική, ενώ υποστήριξε ότι θα επικρατούσε μεγαλύτερη χαλαρότητα στις ευρω-τουρκικές σχέσεις, εάν δεν υπήρχε τόσο δύσκολη γεωπολιτική κατάσταση ευρύτερα. Όπως είπε, ο Ερντογάν παραμέρισε το βαθύ κράτος για για αυτό η τουρκική κοινωνία πρώτη φορά ασχολείται με τον εαυτό της. Υποχρεώνεται έτσι να βρει κοινό έδαφος, με κόμματα διαφορετικών ιδεολογικών καταβολών ενώνονται σε κοινούς πολιτικούς στόχους.

Ο Galip Dalay, εταίρος του Προγράμματος Μέσης Ανατολής και Βόρειας Αφρικής του Chatham House, υποστήριξε ότι στις επικείμενες εκλογές κρίνεται τόσο το μέλλον της δημοκρατίας και του πολιτικού συστήματος της Τουρκίας, όσο και της θέσης της στον ανταγωνισμό των μεγάλων δυνάμεων. Αλλά τα κρισιμότερα ερωτήματα αφορούν την εσωτερική κατάσταση: την προσωποποίηση της εξουσίας, την αποθεσμοποίηση της πολιτικής. Τουλάχιστον αυτά θα αλλάξουν με μία νίκη της αντιπολίτευσης και κάτι τέτοιο θα έχει αντίκτυπο και στην εξωτερική πολιτική.

Κατά τον Άγγελο Συρίγο, τα τελευταία 10-12 χρόνια ο Ερντογάν άλλαξε πολιτικά και θεωρεί ότι η Τουρκία είναι μία δύναμη ίση με τη Γαλλία ή τη Γερμανία και δεν χρειάζεται να ακολουθεί τη Δύση. Είναι δύσκολο να πούμε αν θα συνεχίσει τον ίδιο δρόμο, εφόσον επανακλεγεί. Αν, πάλι, εκλεγεί ο Κιλιτσντάρογλου, όλοι στην Ε.Ε. θα είναι ευτυχείς να συνομιλούν με νέο πρόσωπο και θα του προσφέρουν όσα αρνούνταν στον Ερντογάν (λ.χ. άνοιγμα κεφαλαίων ενταξιακών διαπραγματεύσεων) καιώς θα θέλουν να "ανακτήσουν” την Τουρκία.

Σε ό,τι αφορά τα ελληνοτουρκικά, ο υφυπουργός Εξωτερικών διαπίστωση ότι επικρατεί ηρεμία μετά τον σεισμό της 6ης Φεβρουαρίου, λ.χ. έχουν σχεδόν μηδενιστεί οι παραβιάσεις εναέριου χώρου. Αλλά αυτό είναι τακτικό ζήτημα – οι στρατηγικές θέσεις των δύο χωρών δεν έχουν αλλάξει. Η Τουρκία έχει αποστείλει τρεις επιστολές προς τον ΟΗΕ που ρητά αμφισβητούν την ελληνική κυριαρχία σε νησιά που αναφέρονται στην Συνθήκη της Λωζάνης (1923) ή του Παρισιού (1947). Είναι μεγάλο το χάσμα ανάμεσα στην ελληνική πλευρά που θεωρεί ότι υπάρχει μόνο ένα θέμα προς διαπραγμάτευση, η οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας, ενώ η Τουρκία βάζει στο τραπέζι την στρατιωτικοποίηση, το εύρος των εθνικών υδάτων και του εναέριου χώρου, τις "γκρίζες ζώνες”, το τουρκολιβυκό μνημόνιο, την κυριαρχία επί των νησιών. Κάποια θέματα μπορούν να επιλυθούν, αλλά όχι όλα: Λ.χ. είναι σαφές ότι η Ελλάδα δεν απειλεί τις τουρκικές ακτές και αυτό μπορεί να επιλυθεί, όμως η κυριαρχία επί των νησιών δεν μπορεί να συζητηθεί. Ο κ. Συρίγος κατέληξε επισημαίνοντας ότι αν ο Ερντογάν βρίσκεται στα πράγματα και την επόμενη μέρα το ερώτημα είναι κατά πόσον θα εγείρει κάποιο από αυτά τα θέματα, πέρα από την υφαλοκρηπίδα: Αν το κάνει, θα έχουμε πρόβλημα.

Ο καθηγητής Özel στάθηκε στο ότι πάνε έξι χρόνια από τότε που ο Ερντογάν έθεσε για τελευταία φορά ζήτημα αναθεώρησης της Συνθήκης της Λωζάνης και υπενθύμισε ότι οι 65 γύροι διερευνητικών επαφών Ελλάδας-Τουρκίας δείχνουν ότι εκκρεμεί η πολιτική απόφαση που οι δύο πλευρές θα πρέπει να πάρουν. Σε ό,τι αφορά τα ευρύτερα συμφραζόμενα εκτίμησε ότι η Αραβική Άνοιξη οδήγησε την Τουρκία επί δέκα χρόνια σε μια προσπάθεια να αναδειχθεί ηγεμονική δύναμη στην Μέση Ανατολή αλλά αυτό απέτυχε. Στο ίδιο φόντο η ευρωπαϊκή πλευρά έτεινε να αντιμετωπίζει την Τουρκία ως μεσανατολική χώρα, αλλά με την Μαύρη Θάλασα και την Ανατολική Μεσόγειο να αναδύονται ως σημαντικά και αλληλοσυνδεόμενα στρατηγικά θέατρα, αυτό πρέπει να αλλάξει. Ακόμη και με επανεκλογή Ερντογάν, εκτίμησε, η τουρκική ευρωπαϊκή πολιτική θα πρέπει να επανεξετασθεί.

Κατά τον Günter Seufert η Ε.Ε. δεν είναι σε θέση να επενδύσει στην περιοχή. Η ενταξιακή πορεία της Τουρκίας είναι μακρά διαδικασία αλλά υπάρχουν και άλλα πεδία συνεργασίας, ιδίως σε ένα περιβάλλον "αποσύνδεσης” της παγκόσμιας οικονομίας. Ένα νέο πολιτικό κλίμα στην Τουρκία θα ήταν παραγωγικό σε θέματα όπως η ενεργειακή πολιτική ή η αμυντική συνεργασία, καθώς για πρώτη φορά μετά τον Ψυχρό Πόλεμο η Ε.Ε. σκέφτεται την διεύρυνσή της με όρους ασφάλειας (αντίθετα η στρατιωτική ισχύς της Τουρκίας μειώνει την δική της αίσθηση απειλής από τη Ρωσία).

Η τουρκική κοινωνία, σύμφωνα με τη δημοσκοπήσεις τάσσεται σε ποσοστό 65-75% υπέρ της ευρωπαϊκής προοπτικής, ανέφερε ο Galip Dalay. Ισχύει βεβαίως ότι το ταξίδι είναι εξίσου σημαντικό με τον προορισμό, αλλά δεν μπορείς να έχεις ταξίδι χωρίς προορισμό. Κατά τον ίδιο η ευρωπαϊκή προοπτική της γείτονος δολοφονήθηκε μετά το 2005 με γαλλογερμανική πρωτοβουλία, όχι όταν η Τουρκία ήταν αυταρχική, αλλά όταν πραγματοποιούσε τα μεγαλύτερα δημοκρατικά της ανοίγματα. Ο επίκληση της τουρκικής στροφής στον αυταρχισμό, απλώς δικαιολογεί μια προειλημμένη απόφαση. Για πολλούς στην Ευρώπη, κατέληξε, ίσως μια αυταρχική Ευρώπη να είναι προτιμότερη. Μιαν "Αίγυπτο στα σύνορα της Ευρώπης” μπορούν να την χειριστούν ευκολότερα από μια δημοκρατική Τουρκία εντός Ευρώπης.