Μια καλή μέρα για τον Τζο Μπάιντεν
Πέμπτη, 10-Νοε-2022 10:58
Του Κώστα Ράπτη
"Χάσαμε λιγότερες έδρες στην Βουλή των Αντιπροσώπων από ό,τι στις ενδιάμεσες εκλογές οποιουδήποτε Δημοκρατικού προέδρου τα τελευταία τουλάχιστον σαράντα χρόνια. Και είχαμε τις καλύτερες επιδόσεις σε ενδιάμεσες εκλογές ως προς τους κυβερνήτες από το 1986. Ο λαός μίλησε”.
Με αυτό το μήνυμα μέσω Twitter εξέφρασε ο Τζο Μπάιντεν την ικανοποίησή του για την ετυμηγορία της κάλπης της 8ης Νοεμβρίου. Και σε επίρρωση αυτού, πηγές του Λευκού Οίκου ανέφεραν στο Politico ότι ο νυν πρόεδρος θα διεκδικήσει την επανεκλογή του το 2024.
Δεδομένων των καθυστερήσεων στην καταμέτρηση, η τελική εικόνα του αποτελέσματος δεν έχει αποσαφηνισθεί. Το αν λ.χ. οι Δημοκρατικοί θα διατηρήσουν ή όχι τον έλεγχο της Γερουσίας εξαρτάται από τι θα γίνει στην Τζόρτζια (όπου προβλέπεται επαναληπτική εκλογή τον Δεκέμβριο σε περίπτωση που κάποιος υποψήφιος δεν αποσπάσει το 50% των ψήφων) την Αριζόνα και την Νεβάδα. Ομοίως, στην Βουλή των Αντιπροσώπων, όπου οι Ρεπουμπλικανοί έχουν περισσότερες πιθανότητες επικράτησης, το αποτέλεσμα δεν έχει οριστικοποιηθεί.
Όμως τα πολιτικά συμπεράσματα έχουν ήδη εξαχθεί.
Η υποχώρηση του κόμματος του εκάστοτε προέδρου στις ενδιάμεσες εκλογές είναι κάτι σαν "νόμος της φύσης” στην αμερικανική πολιτική ζωή. Ωστόσο, το "κόκκινο κύμα” που οι πάντες (συμπεριλαμβανομένων των δημοσκόπων) προέβλεπαν αυτή τη φορά δεν προέκυψε. Και ο λόγος για αυτό είναι διπλός.
Στο θέμα που θεωρείται ότι κατεξοχήν απασχολούσε τους ψηφοφόρους, δηλ. τον πληθωρισμό, η αποκλιμάκωση των τιμών των καυσίμων το τελευταίο διάστημα, με τη βοήθεια και της διάθεσης στρατηγικών πετρελαϊκών αποθεμάτων στην αγορά, λειτούργησε υπέρ των κυβερνώντων. Άλλωστε, άλλες όψεις της αμερικανικής οικονομίας, όπως ο ρυθμός δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας, δίνουν μια σύνθετη εικόνα. Από την άλλη πλευρά, τα ζητήματα στα οποία επικέντρωσε η καμπάνια των Δημοκρατικών, δηλ. το δικαίωμα στην άμβλωση (μετά την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου που αφήνει ελευθερίες στις πολιτείες να το χειρισθούν κατά το δοκούν) και η "υπεράσπιση της δημοκρατίας”, απέναντι στο ρεύμα εντός των Ρεπουμπλικανών το οποίο συστηματικά αμφισβητεί ως νόθες τις εκλογές, αρχής γενομένης από τις προεδρικές του 2020, επηρέασαν την εκλογική συμπεριφορά περισσότερο από όσο είχε προβλεφθεί.
Ο δεύτερος λόγος για τον οποίο οι Ρεπουμπλικανοί είχαν κέρδη πολύ μικρότερα του αναμενόμενου αφορά το ότι οι εκλογές αποτέλεσαν για άλλη μία φορά οιονεί δημοψήφισμα ως προς τον Ντόναλντ Τραμπ. Έχοντας επιβάλει πολλούς υποψήφιους της αρεσκείας του, οι οποίοι επικρίνονταν από τους mainstream Ρεπουμπλικανούς ως ανεπαρκείς, ο Τραμπ μετέτρεψε την προεκλογική εκστρατεία σε σόου προετοιμασίας της αναμενόμενης ανακοίνωσης της νέας προεδρικής του υποψηφιότητας το 2024. Χωρίς τα όποια πλεονεκτήματα της αυτοπρόσωπης παρουσίας του στο ψηφοδέλτιο, η οποία θα κινητοποιούσε μιαν ορισμένη κατηγορία του εκλογικού σώματος, ο Τραμπ ήταν ωστόσο αρκούντως "παρών”, ώστε να απωθήσει τους περισσότερο μετριοπαθείς ψηφοφόρους.
Το παιχνίδι του ήταν υπερβολικά ατομικό, δεδομένων και των δικαστικών του εκκρεμοτήτων, ώστε ακόμη και ψηφοφόροι που τον είχαν προτιμήσει κατά το παρελθόν να αισθάνονται κόπωση και να εκφράζουν την επιθυμία να δοκιμασθούν νέες επιλογές. Η κομματικότητα υπερίσχυσε έτσι της προσωπικής αφοσίωσης στον Τραμπ – πόσω μάλλον που από πλευράς του δεν προβλήθηκαν πειστικές προγραμματικές προτάσεις ως προς τα προβλήματα ακριβώς που θεωρούνται κρίσιμα για τον μέσο ψηφοφόρο.
Από αυτή την άποψη, το πρόβλημα του Τραμπ γίνεται ακόμη μεγαλύτερο λόγω της πανηγυρικής επανεκλογής του Ρον ΝτεΣάντις στην θέση του κυβερνήτη της Φλόριντα. Η κρίσιμη αυτή πολιτεία (που μοιάζει πλέον λόγω της εγκατάστασης μεγάλου αριθμού συνταξιούχων και της μεταστροφής αξιοσημείωτου τμήματος της ισπανόφωνης ψήφου προς τους Ρεπουμπλικανούς να μην είναι πλέον swing state) προσφέρει έτσι την εναλλακτική για ένα μέλλον του "τραμπισμού” χωρίς τον Τραμπ. Ο ΝτεΣάντις, που, καίτοι Ρεπουμπλικανός, αποτελούσε σταθερό στόχο των προεκλογικών βολών του Τραμπ, αναδεικνύεται σε ισχυρή υποψηφιότητα για τη διεκδίκηση του προεδρικού χρίσματος.
Όλα αυτά μεσοπρόθεσμα σημαίνουν ότι η ευφορία του Μπάιντεν θα πρέπει να σχετικοποιηθεί. Αν τυχόν ο Τραμπ βρεθεί εκτός κάδρου η δική του "αίγλη” ως αντίπαλου δέους θα περιορισθεί – ιδίως αν οι Ρεπουμπλικανοί καταλήξουν σε μια υποψηφιότητα που να υποδηλώνει ανανέωση. Μέχρι τότε, πάντως, ο ίδιος θα είναι σε θέση να ολοκληρώσει τη θητεία του με λιγότερους πονοκεφάλους, ενώ οι Ρεπομπλικανοί θα είναι απορροφημένοι με την τακτοποίηση του οίκου τους.