Πολιτικό "μούδιασμα" στη Γερμανία

Τρίτη, 06-Σεπ-2016 16:55

Πολιτικό "μούδιασμα" στη Γερμανία

Του Κώστα Ράπτη

Στην Κίνα την καλούσαν τα υψηλά καθήκοντα εκπροσώπησης της Γερμανίας στη Σύνοδο της G20, στη χώρα της (και μάλιστα στην ιδιαίτερη πατρίδα της) ήταν αναπόφευκτα στραμμένος ο νους της. Εξ ού και η Γερμανίδα καγκελάριος, για πρώτη φορά στα χρονικά, σχολίασε εσωτερικό πολιτικό ζήτημα, ενώ βρισκόταν σε αποστολή στο εξωτερικό. Σε ερώτηση σχετικά με τα οδυνηρά, για τη Χριστιανοδημοκρατία, αποτελέσματα των εκλογών της Κυριακής στο ομόσπονδο κρατίδιο του Μεκλεμβούργου - Δυτικής Πομερανίας, όπου και η δική της εκλογική περιφέρεια, η Angela Merkel δήλωσε ότι ως πρόεδρος του κόμματος και καγκελάριος, είναι προφανώς υπεύθυνη. "Πρέπει να παραδεχθούμε ότι ο πληθυσμός δεν δείχνει αρκετή εμπιστοσύνη στην ικανότητά μας να επιλύσουμε τα προβλήματα, μολονότι έχουμε καταφέρει πολλά", υποστήριξε, συνδέοντας ευθέως το εκλογικό αποτέλεσμα με την προσφυγική κρίση. Ωστόσο, επέμεινε ότι οι περσινές της επιλογές που οδήγησαν στην εισροή ενός εκατομμυρίου προσφύγων στη Γερμανία ήταν οι σωστές.

Το γεγονός ότι στο Μεκλεμβούργο αναδείχθηκε δεύτερη δύναμη, με ποσοστό 20,08% - ένα κόμμα που στην προηγούμενη αναμέτρηση, δεν υπήρχε καν - ήτοι η λαϊκιστική ξενοφοβική "Εναλλακτική για τη Γερμανία", απωθώντας στην τρίτη θέση τη Χριστιανοδημοκρατία, αποτελεί αναμφίβολα μεγάλο συμβολικό πλήγμα για τη Merkel (ιδίως αν συνυπολογισθεί ο παράγων της εντοπιότητας), αλλά και προειδοποιητικό σήμα συνολικά για το γερμανικό πολιτικό σύστημα. 

Από την άλλη πλευρά, όμως, η σημασία του συγκεκριμένου εκλογικού αποτελέσματος θα πρέπει να σχετικοποιηθεί, δεδομένης της μάλλον περιθωριακής θέσης του συγκεκριμένο κρατιδίου στο συνολικό γερμανικό τοπίο.

Το Μεκλεμβούργο των 1,8 εκατ. κατοίκων δεν μπορεί να παραβληθεί λ.χ. με την Ρηνανία - Βεστφαλία των 18 εκατομμυρίων ή τη Βαυαρία των 12 εκατομμυρίων, ούτε αριθμητικά, ούτε και από την άποψη της πολιτικής βαρύτητας. Πρόκειται για μία ανατολικογερμανική περιοχή με περιορισμένες αναπτυξιακές προοπτικές που βιώνει διαρκή διαρροή του νεότερου και δυναμικότερου τμήματος του πληθυσμού της - εξ ού και η όλο και μεγαλύτερη πόλωση του πολιτικού σκηνικού της.

Είναι χαρακτηριστικό ότι σχεδόν οι μισοί ψηφοφόροι της "Εναλλακτικής για τη Γερμανία" προέρχονται από τη δεξαμενή της "αποχής" στις προηγούμενες εκλογές, ενώ οι άλλοι μισοί αποσπάσθηκαν σχεδόν αναλογικά από όλα τα υπόλοιπα κόμματα, πλην των Πρασίνων. Για τη Χριστιανοδημοκρατία, που ούτως ή άλλως δεν επιδεικνύει καλές επιδόσεις στην περιοχή, την τελευταία 20ετία, αυτό σήμανε την απώλεια τεσσάρων ποσοστιαίων μονάδων, ενώ στις 5 ποσοστιαίες μονάδες φθάνει η υποχώρηση, τόσο για τους Σοσιαλδημοκράτες, όσο και για το κόμμα της Αριστεράς, που έχασε περίπου το ένα τρίτο της δύναμής του. Το ακροδεξιό NPD, που από το 2006, εξασφάλιζε ποσοστά άνω του ορίου κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης του 5%, περιορίσθηκε στο ήμισυ της δύναμής του (3%).

Η συνάρτηση του εκλογικού αποτελέσματος με την προσφυγική κρίση γεννά περισσότερα ερωτήματα από όσα απαντά - και αυτό διότι το Μεκλεμβούργο αποτελεί το κρατίδιο με τη χαμηλότερη πυκνότητα πληθυσμού και το μικρότερο ποσοστό κατοίκων που έχουν γεννηθεί στο εξωτερικό (μόλις 3%). Και όμως: Σύμφωνα με τα ποιοτικά στοιχεία των exit polls, το τμήμα του εκλογικού σώματος που στράφηκε προς την "Εναλλακτική για τη Γερμανία", εκφράζει φόβους "απώλειας εθνικής ταυτότητας" και "ισλαμοποίησης" της χώρας (οι ψηφοφόροι των λοιπών κομμάτων έχουν ως κυριότερο κριτήριο των επιλογών τους την κατάσταση της οικονομίας).

Στην πραγματικότητα, οι ψηφοφόροι της "Εναλλακτικής για τη Γερμανία" κινητοποιούνται, κατά τις δηλώσεις τους, κυρίως από την αίσθηση της "απώλειας του ελέγχου" των ζωών τους, από την απαρέσκεια για το κατεστημένο πολιτικό σκηνικό (που δύο φορές, την τελευταία δεκαετία, δοκίμασε σε ομοσπονδιακό επίπεδο τη λύση του "μεγάλου συνασπισμού") και από την επιθυμία να "στείλει μήνυμα" αποδοκιμασίας.

Μοιάζει, έτσι, να επαναλαμβάνεται στα δεξιά του πολιτικού φάσματος αυτό που έχει ήδη συμβεί αριστερότερα του κέντρου από την προηγούμενη δεκαετία, με την αποδυνάμωση της άλλοτε κραταιάς Σοσιαλδημοκρατίας και την έξοδο της Αριστεράς από το περιθώριο. Ωστόσο, δεν είναι μόνο ιστορικές ευαισθησίες, οι οποίες καθιστούν πολύ πιο "δύσπεπτη" την παγίωση μιας δύναμης στα δεξιά της Χριστιανοδημοκρατίας, για πρώτη φορά μεταπολεμικά, όσο και το γεγονός ότι η "Εναλλακτική για τη Γερμανία" στελεχώνεται από απρόβλεπτα πρόσωπα και δεν δείχνει καμία διάθεση να προσαρμόσει τη φυσιογνωμία της στο mainstream.

Τι σημαίνουν όλα αυτά για το πολιτικό μέλλον της καγκελαρίου, έναν χρόνο πριν από τις επόμενες ομοσπονδιακές βουλευτικές εκλογές; Σε πρώτο πλάνο, συνεπάγονται μεγαλύτερη ένταση στις σχέσεις με το "αδελφό" κόμμα των Βαυαρών Χριστιανοκοινωνιστών, οι οποίοι ουδέποτε συναίνεσαν στην προσφυγική πολιτική της καγκελαρίου και βρίσκονται σε μια όσμωση με το πολιτικό κλίμα που εκφράζει η "Εναλλακτική για τη Γερμανία". Ωστόσο, δυνατότητες και διαθέσεις αμφισβήτησης της καγκελαρίου, στο εσωτερικό της παράταξής της, δεν διακρίνονται, ενώ οι Σοσιαλδημοκράτες που συνεχίζουν όλο και πιο απρόθυμα να συμμετέχουν στον "μεγάλο συνασπισμό" βρίσκονται σε κρίση και δεν μπορούν να προκαλέσουν ανατροπή στο πολιτικό σκηνικό (είναι δε αμφίβολο αν στις επόμενες εκλογές θα εξασφαλίσουν τις αριθμητικές προϋποθέσεις για έναν εναλλακτικό κυβερνητικό συνασπισμό με τους Πράσινους και την Αριστερά). Η Γερμανία θα πορευτεί, για το επόμενο διάστημα, κατ' ανάγκην "μετεωριζόμενη". Οι εκλογές του Βερολίνου που ακολουθούν την μεθεπόμενη Κυριακή, θα αποτελέσουν την επόμενη μεγάλη δοκιμασία.