Θα είναι η αποχή ο μεγάλος νικητής των κυπριακών εκλογών;
Κυριακή, 22-Μαϊ-2016 08:03
Του Κώστα Ράπτη
"Έντονη ανησυχία και προβληματισμός επικρατεί στην Εζεκία Παπαϊωάννου μετά και από την ήττα της Ομόνοιας στον τελικό κυπέλου”. Το γιατί στην έδρα του ΑΚΕΛ μπορεί να κρίνεται, σύμφωνα με τα ρεπορτάζ, ότι ακόμη και οι ποδοσφαιρικές εξελίξεις κρύβουν ρίσκα σε σχέση με τις βουλευτικές εκλογές της Κυριακής (η Ομόνοια συνδέεται παραδοσιακά με την Αριστερά ενώ ο ΑΠΟΕΛ με τον Δημοκρατικό Συναγερμό), είναι μια ενδιαφέρουσα ένδειξη της ρευστοποίησης των βεβαιοτήτων που χαρακτηρίζει το μεταμνημονιακό πολιτικό σκηνικό της Κύπρου.
Οι εκτιμήσεις των εταιριών δημοσκοπήσεων παραπέμπουν σε ένα εκλογικό αποτέλεσμα που θα το σφραγίσει η αύξηση της αποχής σε ποσοστά άνω του ρεκόρ του 2011 (21,3%), ίσως και πλησιέστερα προς το 30%. Αλλά και οι μετακινήσεις ψηφοφόρων αναμένεται να αγγίξουν το 25%, έναντι περίπου 15% στις προηγούμενες αναμετρήσεις - τάση εντυπωσιακή, δεδομένης της βαρύτητας των ιστορικών και οικογενειακών δεσμών στο κυπριακό τοπίο, που συνήθως εξασφαλίζουν σχετικά σταθερές εκλογικές αναφορές. Οι μετακινήσεις αυτές αφορούν κατεξοχήν τα δύο μεγάλα κόμματα, με το 16% των ψηφοφόρων του ΔΗΣΥ και το 17% των ψηφοφόρων του ΑΚΕΛ να δηλώνουν διατεθειμένοι να "μετακομίσουν” εκλογικά.
Οι τάσεις αυτές εκδηλώνονται άνισα σε διαφορετικές κατηγορίες του εκλογικού σώματος – στοιχείο ενδεικτικό των όλο και πιο έντονων διαιρέσεων που το διαπερνούν. Οι ηλικίες άνω των 50 τείνουν σε ποσοστά αποχής του 11%, έναντι 24% στις ηλικίες κάτω των 35 ετών, με αποτέλεσμα τυχόν ενίσχυση της αποχής των νέων να σημάνει μεγαλύτερη σταθερότητα στις παραδοσιακές πολιτικές ταυτότητες, ενώ αντίθετα αύξηση της νεανικής συμμετοχής θα οδηγήσει σε υποχώρηση του δικομματισμού.
Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει και η ψήφος των θυμάτων της οικονομικής κρίσης. Μέχρι τώρα οι ενδείξεις παραπέμπουν σε μεγάλη αποχή των ανέργων, αλλά και στήριξη από μέρους τους των μικρών κομμάτων σε ποσοστά άνω του μέσου όρου.
Όλα αυτά προφανώς δεν είναι άσχετα με τις αλλαγές της κυπριακής κοινωνίας στην περίοδο μετά την τραπεζική κρίση και το μνημόνιο. Η Κύπρος αποτελεί τη χώρα με τον μεγαλύτερο ρυθμό διεύρυνσης της κοινωνικής ανισότητας στην Ε.Ε.: το πλουσιότερο 10% του πληθυσμού είχε 6 φορές υψηλότερο εισόδημα από ό,τι το φτωχότερο 10% το 2009, αλλά 8,69 φορές υψηλότερο το 2014 - κοινώς οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι. Μόνο το 2014 μετανάστευσαν 15.000 Κύπριοι, ήτοι περίπου 40 την ημέρα. Η ανεργία παραμένει σε υψηλά επίπεδα, με το εργατικό δυναμικό να μειώνεται κατά 30.000 τα τελευταία τρία χρόνια. Οι μισθοί υποχωρούν και περίπου το 75% των νέων προσλήψεων αφορά μισθούς των 500 ευρώ και το 15% των 350 ευρώ. Η Κύπρος φέρεται πρωταθλητής στην Ευρώπη στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, που έχουν φτάσει τα 26,8 δισεκατομμύρια, πλησιάζοντας το 150% του κυπριακού ΑΕΠ.
Την ίδια στιγμή, οι εξελίξεις στο Κυπριακό ρίχνουν τη σκιά τους και στις πολιτικές εξελίξεις. Η πρόοδος στις συνομιλίες Αναστασιάδη – Ακιντζί, που αναπτέρωσαν τις ελπίδες για γρήγορη σύναψη συμφωνίας ,θα εξαρτηθεί και από τις εξελίξεις στην Τουρκία και τη διαφαινόμενη αναδίπλωση της τουρκικής κυβέρνησης σε πιο επιθετική πολιτική. Ωστόσο, η προοπτική μιας συμφωνίας, που στην πραγματικότητα δεν θα απέχει από μια παραλλαγή του απορριφθέντος στο δημοψήφισμα του 2004 Σχεδίου Ανάν, με τη σειρά της γεννά αμηχανία για το εάν και κατά πόσο όντως μια τέτοια προοπτική αποτελεί πλέον λύση - αμηχανία που αντανακλάται στο παράδοξο μιας πολιτικής αντιπαράθεσης, όπου το μεγαλύτερο μέρος των κομμάτων συγκλίνουν στην προοπτική της διζωνικής και δικοινοτικής ομοσπονδίας και ταυτόχρονα καταγγέλλουν το ένα το άλλο ότι αποδέχεται τη "διχοτόμηση” ή το "Σχέδιο Ανάν”.
Ενδεικτικό της ρευστότητας του πολιτικού τοπίου είναι και το γεγονός ότι ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ κατάφεραν να περάσουν το κατώφλι του 70% ως προς την εκλογική τους συσπείρωση μόλις 10 μέρες πριν από τις εκλογές.
Προς το παρόν ο ΔΗΣΥ δείχνει να έχει ένα καλύτερο ισοζύγιο εισροών - εκροών ψήφων, ενώ προσπαθεί να ανακόψει την αποχή ρίχνοντας ανοιχτά στην εκλογική μάχη και τον ίδιο τον Πρόεδρο Αναστασιάδη, που σε προεκλογική συγκέντρωση κάλεσε τους υποστηρικτές του κόμματος να "τον κάνουν να δακρύσει την Κυριακή”, παρά τις αντιδράσεις των άλλων πολιτικών δυνάμεων για την ανάμειξη της κυβέρνησης στην εκλογική μάχη.
Από τη μεριά του το ΑΚΕΛ οξύνει τον αντιπολιτευτικό τόνο, με έμφαση στα κοινωνικά ζητήματα χρεώνοντας στο ΔΗΣΥ την επιδείνωση της κοινωνικής κατάστασης και την εφαρμογή νεοφιλελεύθερων πολιτικών.
Το ΔΗΚΟ, πάλι, προσπαθεί να τονώσει τη συσπείρωσή του γύρω από το κεντρικό σύνθημα "Ούτε Δεξιά - ούτε Αριστερά” επενδύοντας και στην εικόνα του ηγέτη του, Νίκου Παπαδόπουλου, γιού του άλλοτε προέδρου Τάσσου Παπαδόπουλου.
Τα μικρότερα κόμματα προσπαθούν να βγουν ενισχυμένα μέσα από την όλη συνθήκη. Η Συμμαχία Πολιτών του Γιώργου Λιλλήκα, ο οποίος στις προεδρικές εκλογές του 2013 είχε λάβει 24,9% των ψήφων, με τη στήριξη της ΕΔΕΚ, επενδύει σε αυτές τις εκλογές σε ένα συνδυασμό αντιμνημονιακής ρητορικής και κριτικής στους χειρισμούς περί το εθνικό ζήτημα, διεκδικώντας την τέταρτη θέση, από το Κίνημα "Αλληλεγγύη” της δρ. Ελένης Θεοχάρους που διετέλεσε βουλευτής και έχει εκλεγεί ευρωβουλευτής του ΔΗΣΥ και συνδυάζει σήμερα τις φιλελεύθερες οικονομικές προτάσεις με την κριτική στην υποχωρητικότητα Αναστασιάδη στις δικοινοτικές συνομιλίες. Η ΕΔΕΚ δείχνει να βρίσκεται σε σχετική υποχώρηση, ενώ οι Οικολόγοι, κόμμα που οριακά περνούσε παλαιότερο όριο του 1,8% για την είσοδο στην δεύτερη κατανομή, τώρα ετοιμάζονται για την έκπληξη, εξασφαλίζοντας ως φαίνεται την κοινοβουλευτική τους εκπροσώπηση ακόμη και με το νέο όριο του 3,6%. Δεν είναι ακόμη σαφές, αν θα συμβεί το ίδιο και με το ακροδεξιό ΕΛΑΜ, που διατηρεί σχέσεις και με τη Χρυσή Αυγή και αποτέλεσε τον κύριο στόχο της αύξησης του ορίου.
Με την Κυπριακή οικονομία να εξέρχεται των μνημονίων πιο άνιση, με τραυματισμένη την εσωτερική της συνοχή και χωρίς την προοπτική ενός νέου κύκλου ευημερίας, με το εθνικό ζήτημα να κινδυνεύει να εισέλθει σε μια νέα περίοδο στασιμότητας και με ένα πολιτικό προσωπικό που στην πραγματικότητα έχει καταφέρει μέσα από την ανακύκλωσή του να είναι συνυπεύθυνο για τις περισσότερες κομβικές επιλογές του πρόσφατου παρελθόντος, οι βουλευτικές εκλογές, ακόμη και εάν επιτρέψουν μια συγκυριακή ανάσα αισιοδοξίας στο ένα ή το άλλο κόμμα και δεν αμφισβητήσουν τη θέση της κυβέρνησης Αναστασιάδη, δεν θα μπορέσουν να συγκαλύψουν μια κρίση ταυτότητας και μετάβασης που θα κάνει ολοένα και πιο αισθητή την παρουσία της.