Θα χάσει πάλι η Fed το στοίχημα των επιτοκίων;

Πέμπτη, 11-Απρ-2024 09:00

Θα χάσει πάλι η Fed το στοίχημα των επιτοκίων;

Οι περισσότεροι άνθρωποι οι οποίοι παρακολουθούν την ομοσπονδιακή κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ θα έλεγαν ότι άργησε υπερβολικά να αυξήσει τα επιτόκια όταν ο πληθωρισμός απογειώθηκε το 2021. Πλέον, η Federal Reserve αναμφισβήτητα μένει και πάλι "πίσω από την καμπύλη” καθώς ο πληθωρισμός μετριάζεται και οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής καθυστερούν να μειώσουν τα επιτόκια. Ο κίνδυνος της αναμονής είναι τα υψηλά επιτόκια να αρχίσουν τελικά να βλάπτουν μια αμερικανική οικονομία που μέχρι στιγμής έχει καταφέρει να αψηφήσει τις ευρέως διαδεδομένες προσδοκίες για σημαντική επιβράδυνση.

Η Fed βρίσκεται στο πολυαναμενόμενο "τελευταίο μίλι” της εκστρατείας της ενάντια στον πληθωρισμό που προκλήθηκε λόγω πανδημίας, με τον δείκτη PCE να επιταχύνεται από 1,8% τον Φεβρουάριο του 2021 σε υψηλό τεσσάρων δεκαετιών, 5,6%, τον Φεβρουάριο του 2022. Τον Φεβρουάριο του 2024, υποχώρησε στο 2,5%. Πρόκειται για περισσότερα από τα τρία τέταρτα του δρόμου προς τον στόχο του 2%, από την κορύφωση πριν από δύο χρόνια. Ωστόσο, στις 19-20 Μαρτίου, οι αξιωματούχοι της Fed επέλεξαν να διατηρήσουν το βασικό επιτόκιο στο εύρος 5,25%-5,5%, όπου βρίσκεται από το περασμένο καλοκαίρι.

Γιατί τέτοια καθυστέρηση; Ένας λόγος είναι ότι οι μηνιαίες εκθέσεις για τον πληθωρισμό Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου έδειξαν βραδύτερο ρυθμό μείωσης σε σχέση με τους προηγούμενους έξι μήνες. Τα τελευταία δεδομένα, ωστόσο, δεν εξηγούν πλήρως την απροθυμία για περικοπές. Σε τελική ανάλυση, ο πρόεδρος της Fed, Jerome Powell, είχε καταστήσει σαφές στα τέλη Ιανουαρίου ότι ο Μάρτιος ήταν υπερβολικά νωρίς για να αρχίσει η νομισματική χαλάρωση.

Η Fed δεν είναι η μόνη επιφυλακτική. Η Bank of England διατήρησε το επιτόκιο αναφοράς της σταθερό στην τελευταία της συνεδρίαση και οι επενδυτές προβλέπουν ότι θα περιμένει τον Ιούνιο για να αρχίσει τις μειώσεις, όπως και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Η κεντρική τράπεζα της Ελβετίας, ωστόσο, εξέπληξε πρόσφατα με την πρώτη μείωση των επιτοκίων μεταξύ των 10 σημαντικότερων νομισμάτων στον κόσμο από τότε που υποχώρησε η πανδημία.

Διακινδύνευση

Ίσως ο ευκολότερος τρόπος για να καταδείξει κανείς την αργοπορία της Fed στη μείωση επιτοκίων -και νωρίτερα στην αύξησή τους- είναι με τον κανόνα Taylor, τυπική εξίσωση που υπολογίζει το κατάλληλο επιτόκιο με βάση το πού κινούνται τα ποσοστά πληθωρισμού και ανεργίας.

Ο κανόνας προέβλεπε αυξήσεις επιτοκίων στις αρχές του 2021, όταν ο πληθωρισμός άρχισε να επιταχύνεται, ωστόσο η Fed περίμενε έναν ολόκληρο χρόνο μέχρι να αρχίσει να συσφίγγει. Τελικά έφτασε στο προτεινόμενο επίπεδο επιτοκίου του κανόνα με την τελευταία της αύξηση, τον Ιούλιο του 2023. Έκτοτε, ο κανόνας υποδεικνύει ότι το επιτόκιο έπρεπε να είχε υποχωρήσει στο 4% -καθώς οι πιέσεις στις τιμές έχουν αμβλυνθεί και η αγορά εργασίας έχει "χαλαρώσει”- ωστόσο η κεντρική τράπεζα δεν έχει ακόμη μετατοπιστεί.

Το 2021, τα στελέχη της Fed είχαν προχωρήσει σε μια ιστορική αλλαγή στον τρόπο που καθόριζαν τον στόχο τους για την απασχόληση: το νέο μότο ήταν μια αγορά εργασίας "ευρείας βάσης και χωρίς αποκλεισμούς". Αυτό σήμαινε πρακτικά ότι θα έδιναν λίγο περισσότερο βάρος στην απασχόληση και ελαφρώς λιγότερο στον πληθωρισμό.

Τρία χρόνια μετά, το σκηνικό είναι διαφορετικό. Η προφανής έμφαση της κεντρικής τράπεζας έχει δοθεί στον έλεγχο του πληθωρισμού, ακόμη και σε βάρος της απασχόλησης. Αν και το ποσοστό ανεργίας εξακολουθεί να είναι σχετικά χαμηλό, οι αξιωματούχοι της Fed το 2022 και το 2023 είχαν προβλέψει σημαντική αύξηση της ανεργίας λόγω υψηλών επιτοκίων.

"Η Fed διακινδυνεύει να περιμένει υπερβολικά πριν μειώσει τα επιτόκια προκειμένου να διασφαλίσει ότι έχει περιορίσει πληθωρισμό", έγραφε ο Ryan Sweet, επικεφαλής οικονομολόγος ΗΠΑ στην Oxford Economics στις 15 Μαρτίου.

Υπάρχει μια άλλη πιθανότητα, η οποία είναι η κεντρική τράπεζα να αναθεωρήσει την εκτίμησή της για το "ουδέτερο επιτόκιο" (το ποσοστό που δεν αποτελεί ούτε χαλαρή, ούτε αυστηρή νομισματική πολιτική). Κάτι τέτοιο θα τροποποιούσε τον κανόνα ώστε να προβλέπει υψηλότερα επιτόκια για το ίδιο επίπεδο πληθωρισμού και ανεργίας, δεδομένης της ανθεκτικότητας της οικονομίας σε υψηλότερα επιτόκια το περασμένο έτος. Μέχρι στιγμής οι αξιωματούχοι της Fed έχουν υιοθετήσει μια "αγνωστικιστική” προσέγγιση: έχουν αφήσει την εκτίμησή τους για το ουδέτερο επιτόκιο λίγο-πολύ αμετάβλητη από το 2019.

Λεπτή γραμμή

Ο Πάουελ και η FOMC γνωρίζουν τη λεπτή γραμμή πάνω στην οποία περπατούν. Έχουν δηλώσει ότι θέλουν να προχωρήσουν σε μειώσεις επιτοκίων πολύ πριν ο πληθωρισμός επιστρέψει στο 2% επειδή, αν δεν το πράξουν, πιθανότατα θα αναγκαστούν να καθυστερήσουν υπερβολικά. Η οικονομία των ΗΠΑ δείχνει εύρωστη, ωστόσο παραμένουν ερωτηματικά σχετικά με το εάν ο πόνος από τα υψηλότερα επιτόκια απλώς έχει απλώς καθυστερήσει και όχι αποφευχθεί. Υπάρχουν ανησυχητικές ενδείξεις στις αγορές εμπορικών ακινήτων και καταναλωτικού χρέους που μπορεί τελικά να διαχυθούν στην ευρύτερη οικονομία. "Οι κίνδυνοι είναι πραγματικά αμφίπλευροι", είπε ο Πάουελ στις 20 Μαρτίου. "Εάν χαλαρώσουμε υπερβολικά ή πολύ σύντομα, θα μπορούσαμε να δούμε τον πληθωρισμό να επανέρχεται. Και αν χαλαρώσουμε πολύ αργοπορημένα, θα μπορούσαμε να επιφέρουμε περιττή βλάβη στην απασχόληση".

Η άνοδος του ποσοστού ανεργίας τον Φεβρουάριο στις ΗΠΑ στο 3,9% συμβάλλει επίσης στην αποκαθήλωση της λογικής διατήρησης των επιτοκίων σε υψηλά επίπεδα, δεδομένου ότι οι αξιωματούχοι της Fed θεωρούν το 4,1% ως αποδεκτό επίπεδο ανεργίας μακροπρόθεσμα.

O David Mericle της Goldman Sachs προβλέπει άλλο ένα έτος ανάπτυξης άνω του μέσου όρου το 2024. Παρόλα αυτά, σημειώνει, οι πιθανότητες μεγαλύτερης της αναμενόμενης χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής είναι λίγο υψηλότερες, δεδομένης "μιας ποικιλίας περιστάσεων που θα οδηγούσαν ενδεχομένως σε ταχύτερες περικοπές", όπως ένα οικονομικό σοκ ή ένας φόβος για την ανάπτυξη.

Απόδοση - Επιμέλεια: Γιώργος Δ. Παυλόπουλος