Η νέα κανονικότητα στην Ευρώπη
Τρίτη, 07-Μαρ-2023 00:05
Του Javier Blas
Μετά τους "σπασμούς" του 2022, η ευρωπαϊκή αγορά φυσικού αερίου φαίνεται να έχει εισέλθει σε μια νέα φάση. Υπάρχουν δύο τρόποι για να περιγράψει κανείς το τρέχον περιβάλλον: η μισογεμάτη οπτική του ποτηριού βλέπει τις τιμές να έχουν μειωθεί κατά 85% από το ζενίθ τους, ενώ η μισοάδεια επισημαίνει ότι είναι διπλάσιες από τα επίπεδα πριν από την κρίση. Και οι δύο διαπιστώσεις είναι αληθινές - για να τις συμβιβάσω, αποκαλώ την κατάσταση "η νέα ευρωπαϊκή ενεργειακή κανονικότητα".
Σε αυτή την κανονικότητα, το ευρωπαϊκό φυσικό αέριο αλλάζει χέρια από 45 ευρώ (48 δολάρια) έως 50 ευρώ ανά μεγαβατώρα. Για πολλούς υπεύθυνους χάραξης πολιτικής, οι οποίοι είδαν τις τιμές να εκτινάσσονται περίπου στα 350 ευρώ τον Αύγουστο και φοβήθηκαν τα μπλακ άουτ και τα παγωμένα σπίτια, είναι ένας λόγος πανηγυρισμού. Η κρίση τελείωσε, είναι η σκέψη η οποόα διατρέχει τον άξονα από τις Βρυξέλλες έως το Λονδίνο. Η Ευρώπη κέρδισε, ο Βλαντιμίρ Πούτιν έχασε. Μακάρι τα πράγματα να ήταν τόσο απλά.
Μια όχι και τόσο "ρόδινη" εικόνα
Για τις επιχειρήσεις, οι οποίες πλήρωναν κατά μέσο όρο 20 ευρώ τη μεγαβατώρα για το φυσικό αέριό τους μεταξύ 2010 και 2020, είναι πιο περίπλοκα. Για τις περισσότερες, οι τρέχουσες τιμές εξακολουθούν να είναι επώδυνες, αν και πιθανώς μπορούν να τις ξεπεράσουν με κάποιο πρόσθετο "σφίξιμο του ζωναρίου". Για τις ενεργοβόρες βιομηχανίες της Ευρώπης, όπως οι χημικές εταιρείες και οι κατασκευαστές γυαλιού, ωστόσο, οι τιμές παραμένουν καταστροφικά αυξημένες.
Μια παρόμοια ιστορία εκτυλίσσεται στις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας. Οι βραχυπρόθεσμες τιμές ηλεκτρικής ενέργειας στο Ηνωμένο Βασίλειο φαίνεται να έχουν διαμορφωθεί σε κάτι λιγότερο από 150 βρετανικές λίρες (180 δολ.) ανά μεγαβατώρα. Πρόκειται για ένα κλάσμα των 550 λιρών που παρατηρήθηκαν τον Αύγουστο και τον Δεκέμβριο του περασμένου έτους, αλλά για τιμή τριπλάσια από τον μέσο όρο της περιόδου 2010-2020, η οποία ήταν μόλις 45 λίρες.
Αντιμετωπίζοντας εκείνο που τώρα μοιάζει με μια μακροπρόθεσμη - και ίσως μόνιμη - αύξηση του κόστους, οι εταιρείες αυξάνουν τις τιμές για να προστατεύσουν τα περιθώρια κέρδους τους. Η διαδικασία ξεκίνησε πέρυσι, αλλά κερδίζει έδαφος το 2023, καθώς οι εταιρείες ανατιμολογούν συνήθως στην αρχή του έτους. Αυτό, με τη σειρά του, ενισχύει τον πληθωρισμό στην Ευρώπη, ιδιαίτερα στις υπηρεσίες και στη μεταποίηση, αντιρροπίζοντας τις προσδοκίες για ταχεία πτώση του. Ακόμη και οι τιμές των τροφίμων αυξάνονται, καθώς ορισμένα θερμοκήπια τα οποία δεν μπόρεσαν να αντέξουν οικονομικά το κόστος της θέρμανσης έκλεισαν για τον χειμώνα, προκαλώντας ελλείψεις και υψηλότερο κόστος.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και η Bank of England βρίσκονται στριμωγμένες: παρά την οικονομική ανάπτυξη, η οποία μπορεί να χαρακτηριστεί στην καλύτερη περίπτωση ως αναιμική, η αγορά αναμένει περαιτέρω αυξήσεις επιτοκίων.
Η BASF, γερμανικός χημικός κολοσσός, συνόψισε την κατάσταση την περασμένη εβδομάδα, όταν ανακοίνωσε περικοπές θέσεων εργασίας και κλείσιμο εργοστασίων. "Η ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης υποφέρει ολοένα και περισσότερο", δήλωσε ο επικεφαλής της BASF, Martin Brudermüller. "Οι υψηλές τιμές ενέργειας επιβαρύνουν πλέον την κερδοφορία και την ανταγωνιστικότητα".
Βιωσιμότητα
Πόσο βιώσιμη είναι η νέα ευρωπαϊκή ενεργειακή κανονικότητα;
Πρώτα τα καλά νέα. Η Ευρώπη πέρασε τον χειμώνα πολύ ευκολότερα απ' ό,τι φοβόμουν, παρά το γεγονός ότι δεν είχε το μεγαλύτερο μέρος της συνήθους ρωσικής προμήθειας αερίου. Η περιοχή μείωσε σημαντικά την κατανάλωση φυσικού αερίου. Ήταν επίσης σε θέση να εισάγει σταθερά μεγάλες ποσότητες υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) από φιλικά κράτη όπως οι ΗΠΑ και το Κατάρ, χωρίς να αντιμετωπίζει πραγματικό ανταγωνισμό, αγοράζοντας όσο LNG χρειαζόταν, χάρη στη μειωμένη ζήτηση από την Κίνα. Ο συνδυασμός αυτός σήμαινε ότι η Ευρώπη απέσυρε λιγότερο φυσικό αέριο από τους αποθηκευτικούς της χώρους σε σχέση με τους προηγούμενους χειμώνες, επιτρέποντας στις τιμές να μειωθούν από τα ακραία επίπεδα του περασμένου καλοκαιριού.
Με τέσσερις εβδομάδες μέχρι το τέλος του χειμώνα, οι ευρωπαϊκές δεξαμενές αποθήκευσης φυσικού αερίου είναι γεμάτες κατά 61%, το υψηλότερο ποσοστό από ποτέ γι’ αυτή την περίοδο της σεζόν. Εάν ο καιρός δε μετατραπεί άμεσα σε ασυνήθιστα κρύο, η Ευρώπη θα βγει από τον χειμώνα με τις αποθήκες φυσικού αερίου της τουλάχιστον μισογεμάτές, πολύ υψηλότερα από το 20% έως 30% το οποίο φοβόταν. Εξαιρουμένου του 2020, όταν η ζήτηση ήταν μειωμένη από τον αντίκτυπο των περιορισμών λόγω της Covid-19, η Ευρώπη δεν είχε ποτέ τόσο πολύ αέριο στο τέλος του χειμώνα - το προηγούμενο υψηλό της ήταν το 47% του 2014.
Τώρα τα άσχημα νέα. Η Ευρώπη θα δώσει μάχη προκειμένου να επαναλάβει το φετινό κατόρθωμά της τον επόμενο χειμώνα. Μεγάλο μέρος της εξοικονόμησης ζήτησης - και, ως εκ τούτου, της συνακόλουθης πτώσης των τιμών - οφειλόταν στην τύχη (ζεστός καιρός), στην οικονομική ζημία (βιομηχανίες οι οποίες μείωσαν την παραγωγή, συμπεριλαμβανομένης εκείνης των προϊόντων διατροφής) και στην προθυμία να αγνοηθεί η κλιματική κρίση (μετάβαση από το αέριο στον άνθρακα).
Ο Greg Molnar, αναλυτής φυσικού αερίου στον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας (IEA), εκτιμά ότι το 80% της εξοικονόμησης αερίου πέρυσι οφειλόταν σε αυτούς τους μη δομικούς παράγοντες. Συγκεκριμένα, "οι πρώτες μας εκτιμήσεις δείχνουν ότι ο ηπιότερος καιρός αντιπροσώπευε περίπου το ένα τρίτο της μείωσης της ζήτησης που παρατηρήθηκε το 2022", λέει. Μόνο το 20% της εξοικονόμησης αερίου οφειλόταν στην ενεργειακή απόδοση και στην αλλαγή συμπεριφοράς. Το LNG ήταν άφθονο επειδή η Κίνα, η οποία κρατήθηκε σε "χαμηλές πτήσεις" από τα δρακόντεια lockdown, δεν αγόραζε. Αυτό είναι απίθανο να συμβεί φέτος και το 2024.
Το νέο ενεργειακό υπόβαθρο σημαίνει πολύ χαμηλότερο ενεργειακό κόστος από ό,τι στην κορύφωση της κρίσης το 2022. Ωστόσο, οι τιμές είναι πιθανό να παραμείνουν υψηλότερες σε σύγκριση με τα προ της κρίσης επίπεδα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι οι ευρωπαϊκές εταιρείες αντιμετωπίζουν το φάσμα μιας μακροπρόθεσμης απώλειας ανταγωνιστικότητας και η περιοχή αντιμετωπίζει εντονότερα το φάσμα ενός παγιωμένου πληθωρισμού. Δεν υπάρχει λοιπόν τίποτε που να αξίζει κανείς να το πανηγυρίζει.