Για την Ελλάδα οι αμυντικές δαπάνες αποτελούν επένδυση
Σάββατο, 08-Νοε-2025 08:23
Έστω και με αρκετή καθυστέρηση η Ευρωπαϊκή Ένωση αναγνωρίζει επιτέλους πως η ασφάλεια είναι ένα απόλυτο οικονομικό και κοινωνικό μέγεθος, τη στιγμή που όταν μια χώρα απειλείται, στην ουσία είναι ασταθής και οι προσπάθειες για αναπτυξιακές διαδικασίες εντός αυτής βρίσκονται αντιμέτωπες με πολλά προσκόμματα δυσκολίες και εμπόδια...
Για τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποτελούν όλα αυτά που συμβαίνουν ένα ξαφνικό, περίεργο και πρωτόγνωρο "ξύπνημα” από το λήθαργο και τη ραστώνη της ασφάλειας”. Για την Ελλάδα όλα αυτά αποτελούν καλώς ή κακώς μια καθημερινότητα. Με δεδομένη την εξ Ανατολών γειτνίαση με έναν κακεντρεχή, πονηρό, σταθερά επιθετικό και αναθεωρητικό γείτονα όπως η Τουρκία, που απειλεί με πόλεμο (casus belli), αν δεν γίνουν αποδεκτοί οι τρελοί στόχοι της, η χώρα μας είναι εκ των πραγμάτων υποχρεωμένη να ξοδεύει υπέρογκους πόρους για την θωράκιση της αμυνάς της, μιας και ειδικά στα 10 χρόνια της οικονομικής κρίσης όλα τα αμυντικά προγράμματα παρέμειναν συλλήβδην στάσιμα. Ευτυχώς τα τελευταία χρόνια έχουν ξεκινήσει και πάλι -αυτή τη φορά δυναμικά και με ταχύτατους ρυθμούς - ούτως ώστε να καταστεί δυνατόν να καλυφθεί το χαμένο έδαφος μιας ολοκληρωτικά χαμένης δεκαετίας, κατά τη διάρκεια της οποίας δεν αγοράστηκε ούτε βίδα με τα γνωστά συνεπακόλουθα. Πρόσφατα δε η ελληνική κυβέρνηση ανακοίνωσε ένα γενναίο 12ετές πρόγραμμα αμυντικών δαπανών προϋπολογισμού 25+ δισ. ευρώ, που εύκολα θα μπορούσε να προσεγγίσει τα 30 δισ. Αναμφίβολα, πρόκειται για έναν τεράστιο και άκρως φιλόδοξο σχεδιασμό για τα ελληνικά δεδομένα και ως εκ τούτου, είναι απόλυτα φυσιολογικό να ανοίγει για ακόμη μία φορά η συζήτηση για το αν οι δαπάνες για την άμυνα της πατρίδας μας συνιστούν επένδυση ή απλώς ένα αχρείαστο βαρύ φορτίο στις πλάτες των Ελλήνων πολιτών, με την απάντηση να μην είναι δύσκολη, αλλά ούτε και ιδιαίτερα δημοφιλής…
Σίγουρα στη χώρα μας οι αμυντικές δαπάνες συνιστούν επενδύσεις δύο επίπεδων:
Λόγω της γεωγραφικής μας θέσης στο νοτιο-ανατολικό άκρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των συνόρων μας με την Τουρκία. Εάν στα σύνορα της Ελλάδας βρίσκονταν η Γαλλία, η Γερμανία, η Δανία ή η Ελβετία, δεν θα υφίστατο καν αμυντικό πρόβλημα για τη χώρας μας και όλες οι διαφορές θα μπορούσε να λυθούν σχεδόν άμεσα. Στο υποθετικό ερώτημα τότε και στο δίλημμα "ψωμί ή Belh@ra” η απάντηση θα ήταν προφανώς "ψωμί”. Με τον Ερντογάν, όμως και το βαθύ τουρκικό κράτος στα σύνορα μας να διεκδικούν το μισό Αιγαίο και να αμφισβητείται τόσο η κυριαρχία όσο και τα κυριαρχικά δικαιώματά μας, η αμυντική θωράκιση θέλουμε δε θέλουμε αποτελεί ένα μονόδρομο, όσο και αν κοστίζουν τα διόδια.
Μόνο υπό συνθήκες ασφαλείας μπορεί να υπάρξει οικονομική και κοινωνική προοπτική. Εάν η κατάσταση σε μία χώρα όπως η δική μας είναι περίεργη και επισφαλής, ούτε επενδύσεις μπορούν να γίνονται ούτε τουρίστες θα αποφάσιζαν να μας επισκεφθούν και να τροφοδοτήσουν τον Νο1 πυλώνα της οικονομίας μας -τον τουρισμό.
Εκτός όμως όλων των προαναφερθέντων οι αμυντικές δαπάνες μπορούν σίγουρα να συμβάλλουν στην ανάπτυξη της εγχώριας βιομηχανίας και στο άνοιγμα πολλών νέων θέσεων εργασίας, με σημαντικά έσοδα για τα κρατικά ταμεία. Κάτι τέτοιο εδώ και δεκαετίες δεν συνέβαινε και τα αποτελέσματα τα βιώσαμε -οικονομική κρίση, ανεργία… με τους Τούρκους να έχουν κάνει τον εναέριο χώρο μας και τις θάλασσές μας σουρωτήρι!
Τώρα όμως, με τέτοια τεράστια οικονομικά μεγέθη και σχεδιασμό σε βάθος χρόνου, θα είναι τρελό να μην συμβεί κάτι καλό. Η Ελλάδα επιπλέον έχει ανακοινώσει σαφή στόχο, που είναι τουλάχιστον το 25% των αμυντικών αναγκών της χώρας - αν και δεν είναι απλό - να καλύπτονται από την δική μας παραγωγή και αυτό κυρίως λόγω του ότι, για πολλές δεκαετίες στην Ελλάδα η αμυντική βιομηχανία παρέμενε ο φτωχός συγγενής, με πολλές βιομηχανίες του χώρου ή να υπολειτουργούν για τα μάτια του κόσμου, ή να έχουν βάλει λουκέτο.
Η αμυντική βιομηχανία είναι γεγονός πως ευνοεί τα μάλα στην ανάπτυξη της τεχνολογίας, την αξιοποίηση της τεχνογνωσίας και την προώθηση της καινοτομίας, τριών παραμέτρων, που παίζουν καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη της μεταποιητικής παραγωγικής δραστηριότητας.
Σε χώρες-παραγωγούς οπλικών και αμυντικών συστημάτων, όπως είναι η Αμερική, η Κίνα, η Ν. Κορέα, το Ισραήλ και η Ρωσία, συχνά οι τεχνολογίες που αναπτύσονται από την αμυντική τους βιομηχανία αξιοποιούνται ευρύτερα με άκρως εντυπωσιακά αποτελέσματα.
Μία από τις… ας πούμε αδυναμίες των αμυντικών βιομηχανιών είναι ότι απευθύνονται αποκλειστικά και μόνο στον δημόσιο τομέα, μιας και δεν υπάρχουν ιδιώτες πελάτες που να αγοράζουν τέτοιου είδους συστήματα πολέμου, γεγονός που τις προσανατολίζει αποκλειστικά στις εξαγωγές.
Η Ελλάδα, που έχει μεγάλη ανάγκη από εξοπλισμούς, σε κάθε περίπτωση έχει όλες τις προϋποθέσεις να "σπρώξει” την αμυντική της βιομηχανία με παράλληλο στόχο τόσο τις εξαγωγές, όσο και τις διεθνείς συνεργασίες, κάτι που εφ’ όσον συμβεί, θα έχει πιθανότατα θετικές επιπτώσεις σε ολόκληρη την Ελλάδα, εμπλουτίζοντας τη βεντάλια της χώρας μας με μοναδικά συγκριτικά πλεονεκτήματα.
Είναι πλέον αυταπόδεικτο, πως η εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία πριν από κάποια λίγα χρόνια και η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην ηγεσία της Αμερικής το 2024, φέρνει στην επικαιρότητα το θέμα της ανύπαρκτης ευρωπαϊκής άμυνας και ένας πόλεμος στην Ευρώπη, κάτι που θεωρούνταν αδύνατο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, εξελίσσεται με ταχύτητα, ενώ είναι πλέον αμφίβολες οι εγγυήσεις της Αμερικής για την ασφάλεια της Ευρώπης μέσω του ΝΑΤΟ.
Με αυτά τα δεδομένα οι μεν ευρωπαϊκές χώρες επαναδιατυπώνουν τον αμυντικό τους σχεδιασμό και ετοιμάζονται να βάλουν το χέρι βαθιά στην τσέπη, η δε Ευρωπαϊκή Ένωση επιχειρεί για πρώτη φορά να διευκολύνει τις αμυντικές δαπάνες των χωρών – μελών της τόσο με τη διάθεση εκατοντάδων δισ. ευρώ για κοινά αμυντικά προγράμματα όσο και με την ελαστικοποίηση των δημοσιονομικών κανόνων, ώστε να εξαιρούνται όλες οι δαπάνες για την άμυνα.. έστω και αρκετά καθυστερημένα.
Για την Ελλάδα ανοίγονται λοιπόν πολλές πόρτες και παράθυρα, που κομίζουν μεγάλες ευκαιρίες μέσω της Άμυνας, τις οποίες πρέπει η χώρα να αρπάξει, αλλιώς το πουλί θα πετάξει μακριά… χωρίς πιθανότητα επιστροφής!
*Ο κ. Θοδωρής Γιάνναρος είναι μοριακός βιολόγος γενετιστής.