Ανασυγκρότηση της Ουκρανίας, το μεγάλο ζητούμενο

Παρασκευή, 04-Ιουλ-2025 00:05

Του Νικήτα Σίμου

Με μια σύγκρουση που δεν δείχνει κανένα σημάδι διακοπής και επιθέσεις εναντίον αμάχων και υποδομών σε καθημερινή πλέον βάση, η συζήτηση για την ανασυγκρότηση της Ουκρανίας μπορεί να φαίνεται πρόωρη, αν όχι ένας ευσεβής πόθος. Ωστόσο, τόσο το Κίεβο όσο και οι διεθνείς εταίροι του, η Ευρωπαϊκή Ένωση κατά κύριο λόγο, ξεκίνησαν μια διαδικασία σχεδιασμού της ανασυγκρότησης, η οποία θα πραγματοποιείται σε ετήσια βάση, με όχημα τη Διάσκεψη για την Ανάκαμψη της Ουκρανίας (URC). 

Από την ουκρανική πλευρά, το μήνυμα που θέλει να στείλει η κυβέρνηση στους ξένους επενδυτές είναι, ότι η ώρα να επενδύσουν στην Ουκρανία  είναι τώρα και ότι υπάρχουν εργαλεία μετριασμού του κινδύνου και σημαντικά φορολογικά οφέλη για όσους, πχ, επενδύουν σε ουκρανικά βιομηχανικά πάρκα. Επιπλέον, υπάρχει η επιθυμία να τονιστεί, ότι λόγω της μεγάλης  γεωγραφικής έκτασης της χώρας, υπάρχουν μεγάλες περιοχές της, οι οποίες δεν υπόκεινται σε συχνές επιθέσεις από τη Ρωσία.

Από τη δυτική πλευρά, σημειώνεται μια προσπάθεια προσέλκυσης ιδιωτικών κεφαλαίων μέσω φορολογικών ελαφρύνσεων, πιστώσεων και άλλων προγραμμάτων, τα οποία πραγματοποιούνται από ευρωπαϊκούς οργανισμούς όπως πχ  η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων.  Ωστόσο, ενώ δεν υπάρχει έλλειψη ευκαιριών, υπάρχουν υψηλά κόστη και ορισμένοι κίνδυνοι, οι οποίοι σχετίζονται με την ανασυγκρότηση, και πρέπει να ληφθούν υπόψη, δεδομένων των πραγματικών συνθηκών.

Το κόστος του πολέμου

Με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 3ετίας από την έναρξη της ρωσικής εισβολής, η Παγκόσμια Τράπεζα δημοσίευσε  την "Τέταρτη εκτίμηση ζημιών και αναγκών (RDNA4)", ετήσια έκθεση, η οποία αποσκοπεί στην εκτίμηση της έκτασης των ζημιών τις οποίες έχει υποστεί η Ουκρανία από την αρχή των εχθροπραξιών, και του κόστους, το οποίο απαιτείται για την ανοικοδόμηση και την αποκατάστασή του λειτουργικού κεφαλαίου της χώρας.

Σύμφωνα με την έκθεση, έως τον Δεκέμβριο του 2024, οι άμεσες ζημιές που έχουν προκληθεί σε κτίρια και υποδομές ανέρχονται σε περίπου $ 176 δισεκ.

Οι τομείς οι οποίοι πλήττονται περισσότερο, είναι η στέγαση (με ζημιές $ 57 δισεκ. ή το 33% των συνολικών ζημιών), οι μεταφορές (περίπου $ 36 δισεκ. ή 21%) και η ενέργεια και η εξόρυξη (περίπου $ 20 δισεκ, ή 12%).  

Ειδικότερα, οι ενεργειακές υποδομές επιβεβαιώνονται ως επαναλαμβανόμενος στόχος ρωσικών επιθέσεων, με αύξηση 93% των ζημιών που καταγράφονται για το 2024, σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος.

Οι συνολικές απώλειες - συμπεριλαμβανομένης της διακοπής των υπηρεσιών, του αυξημένου λειτουργικού κόστους και των μειωμένων εσόδων για κυβερνητικούς και ιδιωτικούς φορείς - αυξήθηκαν κατά 18%, από κατ’ εκτίμηση $ 499 δισεκ. το 2023, σε $ 589 δισεκ. το 2024.

Υπό το πρίσμα αυτών των δεδομένων, η Παγκόσμια Τράπεζα προβλέπει, ότι ένα δεκαετές σχέδιο ανασυγκρότησης και ανάκαμψης, το οποίο θα εφαρμοζόταν μεταξύ 2025 και 2035, θα απαιτούσε επενδύσεις τουλάχιστον $ 557 δισεκ.

Ένα τέτοιο πρόγραμμα ανασυγκρότησης θα έπρεπε να κινηθεί προς την ενσωμάτωση της Ουκρανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας.

Εάν η παρατεταμένη σύγκρουση είναι ένας παράγοντας, για αναθεώρηση αυξητικά, των εκτιμήσεων της Παγκόσμιας Τράπεζας, οποιοσδήποτε επαναπροσδιορισμός των συνόρων θα μπορούσε επίσης να επηρεάσει το κόστος της ανάκαμψης και της ανοικοδόμησης.

Αν και ολόκληρη η ουκρανική επικράτεια έχει υποστεί επιθέσεις ως αποτέλεσμα της ρωσικής εισβολής της 24ης Φεβρουαρίου 2022, το 66% των άμεσων ζημιών ($116 δισεκ.) και το 47% του συνολικού κόστους αποκατάστασης/ανοικοδόμησης  ($261 δισεκ.) αποδίδονται μόνο στις περιοχές οι οποίες χαρακτηρίζονται από τις μεγαλύτερες συγκρούσεις - αυτές των, Χάρκοβο, Ντόνετσκ,  Λουχάνσκ,  Ζαπορίζια και Χερσώνας.

Στο πλαίσιο αυτό, το ειρηνευτικό μνημόνιο το οποίο παρουσίασε η Ρωσία κατά τον δεύτερο γύρο διαπραγματεύσεων στην Κωνσταντινούπολη (2/6), επισημοποίησε το αίτημα για απόσυρση των ουκρανικών στρατευμάτων, με επακόλουθη αναγνώριση της προσάρτηση των τεσσάρων περιοχών (Ντονέτσκ, Λουχάνσκ, Ζαπορίζια και Χερσώνα), οι οποίες κατέχονται στον τρέχοντα χρόνο, ως επί το πλείστον, από ρωσικές δυνάμεις. Εάν το Κίεβο συμφωνήσει να παραχωρήσει τις τέσσερις αμφισβητούμενες περιοχές, προκειμένου να επιτύχει τον τερματισμό των εχθροπραξιών, είναι εύλογο ότι η Ρωσία θα πρέπει να αναλάβει το κόστος για την ανοικοδόμηση αυτών των περιοχών.

Προσέλκυση επενδύσεων

Ανεξάρτητα από την εξέλιξη της σύγκρουσης, τα ανεπίλυτα εδαφικά ζητήματα και την απουσία σημαντικής προόδου στις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις, η ανασυγκρότηση της Ουκρανίας εξακολουθεί να αποτελεί στρατηγική προτεραιότητα για το διεθνές σύστημα.

Από αυτή την άποψη, ο προσδιορισμός των τομέων όπου χρειάζονται οι περισσότερες επενδύσεις είναι ένα κρίσιμο βήμα, θεμελιώδες για την αποτελεσματική κατεύθυνση της κατανομής των πόρων και την προώθηση όχι μόνο μιας βιώσιμης ανάκαμψης, αλλά και της οικοδόμησης μιας περισσότερο ανθεκτικής και σύγχρονης Ουκρανίας.

Σε αυτό το πλαίσιο, η ουκρανική κυβέρνηση έχει επανειλημμένα τονίσει την αδυναμία υποστήριξης του κόστους της ανάκαμψης και της ανοικοδόμησης από ίδιους πόρους, προτρέποντας τους δυτικούς συμμάχους να αυξήσουν τις επενδύσεις στη χώρα.

Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, η Ουκρανία σκοπεύει να πραγματοποιήσει επενδυτικά σχέδια συνολικού ύψους $ 17,32 δισεκ. το 2025.

Ωστόσο, επί του παρόντος έχουν εξασφαλιστεί $7,36 δισεκ., εκ των οποίων $1,7 δισεκ. μέσω δανείων και επιχορηγήσεων από εταίρους και διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.

Το παρατηρούμενο έλλειμμα κινδυνεύει να επιβραδύνει ανεπανόρθωτα το εκτιμώμενο χρονικό πλαίσιο για την ανασυγκρότηση και να εμποδίσει την οικονομική ανάκαμψη της χώρας.

Υπό το πρίσμα αυτών των δεδομένων, είναι κρίσιμο να προσδιοριστούν οι τομείς στους οποίους θα επικεντρωθούν περισσότερο οι πόροι.

Δεν θα προκαλουσε έκπληξη το γεγονός, ότι οι τομείς οι οποίοι πλήττονται περισσότερο από τον πόλεμο είναι επίσης εκείνοι, οι οποίοι χρειάζονται περισσότερες επενδύσεις, το συντομότερο δυνατό.

Τα μεγαλύτερα οικονομικά ελλείμματα για το 2025, παρουσιάζονται κυρίως στους τομείς της ενέργειας και της εξόρυξης ($ 3,5 δισεκ.) και στις κατασκευές ($3,4 δισεκ.).

Προτεραιότητες ανασυγκρότησης

Ωστόσο, η χαρτογράφηση των επενδυτικών αναγκών για κάθε τομέα πρέπει να συνοδεύεται από ένα συνολικό όραμα, ικανό να καθοδηγήσει τη διαδικασία ανασυγκρότησης με οργανικό τρόπο και να διασφαλίσει μια διαρθρωτική ανάκαμψη μακροπρόθεσμα.

Η αποτελεσματική ανασυγκρότηση, στην πραγματικότητα, δεν μπορεί να διαχωριστεί από την αποκατάσταση και τον εκσυγχρονισμό βασικών υποδομών – όπως δρόμοι, σιδηρόδρομοι, ενεργειακά δίκτυα και λιμάνια – που αποτελούν την υλική προϋπόθεση για οποιαδήποτε οικονομική ανάπτυξη και για τη συνεχή παροχή ζωτικών υπηρεσιών στον πληθυσμό.

Η ικανότητα προσέλκυσης επενδύσεων στον τομέα αυτό είναι επίσης ζωτικής σημασίας για την ενίσχυση της περιφερειακής διασυνδεσης και ολοκλήρωσης της Ουκρανίας με τον ευρωπαϊκό χώρο, σύμφωνα με τα πρότυπα της ΕΕ.

Η πρόσφατη τελική έγκριση από το ουκρανικό κοινοβούλιο του νομοσχεδίου για τις συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα εισάγει  μια αλλαγή υποδείγματος.

Ενώ ο νόμος παρέχει κίνητρα για ευρύτερη συμμετοχή ιδιωτικών φορέων σε συνεργασία με το δημόσιο, απαιτεί επίσης μεγαλύτερη προσοχή στη συμμόρφωση με τις αρχές της διαφανούς διακυβέρνησης.

Ο κίνδυνος, η διαφθορά να παρεμποδίσει τα έργα ανασυγκρότησης παραμένει υψηλός, καθιστώντας αναγκαία την ενίσχυση και την καθιέρωση μηχανισμών καταπολέμησης της διαφθοράς και ανεξάρτητων εργαλείων παρακολούθησης.

Είναι σημαντικό ακόμη, η ανασυγκρότηση να συμπεριλάβει ως πυλώνα την προστασία της μνήμης και της ταυτότητας της χώρας.

Συνεπώς, η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς θα πρέπει να θεωρηθεί αναπόσπαστο μέρος της ανασυγκρότησης, όχι μόνο για ιστορικούς λόγους, αλλά επειδή αποτελεί προπύργιο συλλογικής ταυτότητας και φορέα πολιτιστικής διπλωματίας. 

* Ο Νικήτας Σίμος είναι Οικονομολόγος, Γεωπολιτικός Αναλυτής