Φορολογική αντιμετώπιση αποζημίωσης εθελούσιας εξόδου: Η απόφαση του ΣτΕ

Τετάρτη, 12-Ιουν-2024 00:06

Της Μάρθας Παπασωτηρίου

Σύμφωνα με το άρθρο 14 παρ.1 ΚΦΕ, ως εφάπαξ αποζημίωση δεν νοείται αποκλειστικά και μόνο η εφάπαξ καταβαλλόμενη παροχή, αλλά και η εφάπαξ υπολογιζόμενη παροχή. 

Η απόφαση του ΣτΕ

Βάσει απόφασης του ΣτΕ, είναι αδιάφορος ο τρόπος με τον οποίο η εταιρία, υπόχρεη σε καταβολή αποζημίωσης, επέλεξε να καταβάλλει την αποζημίωση προς  τους αποχωρήσαντες εργαζόμενους. Η εταιρία μπορεί να επιλέξει είτε την εφάπαξ καταβολή της αποζημίωσης, είτε την καταβολή σε δόσεις και να προχωρήσει στην αντίστοιχη παρακράτηση και απόδοση του φόρου στο Δημόσιο.

Η υπό εξέταση ανώνυμη εταιρία είχε καταβάλει αποζημιώσεις σε απολυόμενους υπαλλήλους λόγω εθελουσίας εξόδου, χωρίς να έχει παρακρατήσει και αποδώσει στο Δημόσιο τον αναλογούντα φόρο, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 14 παρ. 1 του ν. 2238/1994. Η καταβολή της αποζημίωσης πραγματοποιήθηκε με σύναψη ενός ομαδικού ασφαλιστήριου συμβολαίου και καταβολή σε δόσεις και όχι εφάπαξ ως ασφάλισμα.

Τι έδειξε ο έλεγχος

Ειδικότερα, στον έλεγχο που διενεργήθηκε στην εταιρία, διαπιστώθηκε ότι,  κατά τη συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου, με μόνο θέμα ημερησίας διατάξεως "Εθελούσια Έξοδος" πλεονάζοντος προσωπικού, έγινε δεκτή η εισήγηση  περί δημιουργίας και εφαρμογής νέου οργανογράμματος με μειωμένο αριθμό οργανικών θέσεων και περί μειώσεως και ανανεώσεως του προσωπικού της εταιρείας, κατόπιν σχεδιασθέντος προγράμματος παροχής κινήτρων για εθελουσία έξοδο του προσωπικού της. Εγκρίθηκε το "Πρόγραμμα Εθελουσίας Εξόδου” των υπαλλήλων της εταιρίας, στο οποίο ορίσθηκε ότι δικαίωμα εντάξεως στο πρόγραμμα εθελουσίας εξόδου έχουν όλοι οι υπάλληλοι με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου και δεκαετή τουλάχιστον υπηρεσία στην εταιρεία, καθώς και οι έμμισθοι δικηγόροι αυτής. 

Αφετέρου, καθορίστηκαν οι βασικές διατάξεις του εν λόγω προγράμματος και ο προσδιορισμός του ύψους της σχετικής αποζημίωσης αποχώρησης, αναλόγως των ετών, που απομένουν για τη συνταξιοδότηση των υπαλλήλων, καθώς και ο τρόπος καταβολής του. H εταιρία κατέβαλε αποζημίωση σε 132 αποχωρήσαντες εργαζόμενους χωρίς να προβεί στη σχετική παρακράτηση φόρου. Ο έλεγχος επέβαλλε σε βάρος της τον αναλογούντα φόρο σύμφωνα με το άρθρο 14 του ΚΦΕ, θεωρώντας το ποσό ως αποζημίωση απόλυσης. 

Η προσφυγή της εταιρίας

Η εταιρία άσκησε προσφυγή κατά της απόφασης, ισχυριζόμενη ότι το ποσό που κατέβαλε στους 132 εργαζόμενους δε συνιστά αποζημίωση, καθώς δεν καταβλήθηκε εφάπαξ, αλλά σε δόσεις, στο πλαίσιο του προγράμματος εθελούσιας εξόδου.  

Το Διοικητικό Εφετείο απέρριψε την παραπάνω προσφυγή και έκρινε ότι το παραπάνω ποσό συνιστά αποζημίωση. Η εταιρία προσέφυγε στο Συμβούλιο της Επικρατείας, το οποίο και απέρριψε την αίτηση αναίρεσης της απόφασης, διατυπώνοντας ότι είναι αδιάφορος ο τρόπος με τον οποίο η Εταιρεία επέλεξε να εκπληρώσει την κατά νόμον αποζημιωτική υποχρέωση, δηλαδή αν επέλεξε τη σύναψη του ενδίκου ομαδικού ασφαλιστηρίου συμβολαίου και την καταβολή σε δόσεις και όχι εφ’ άπαξ. Επισημάνθηκε ότι ως "εφάπαξ αποζημίωση" νοείται τόσο η εφάπαξ καταβαλλόμενη, όσο και η εφάπαξ υπολογιζόμενη αποζημίωση.

Βάσει των ανωτέρω, η αποζημίωση εθελούσιας εξόδου από την εργασία αντιμετωπίζεται από φορολογικής άποψης με το ίδιο τρόπο με την αποζημίωση απόλυσης και φορολογείται με τον ίδιο τρόπο. Για τον λόγο αυτό, οι εταιρείες θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτικές στον σχεδιασμό των προγραμμάτων εθελουσίας εξόδου προκειμένου να συμμορφώνονται και με τις φορολογικές υποχρεώσεις.

* Η Μάρθα Παπασωτηρίου είναι Partner/Head of Tax, Lawyer, στην Andersen Tax Greece