Το πρόβλημα της μεσαίας τάξης; Ιδιωτικό σχολείο και νοσοκομείο!
Πέμπτη, 21-Δεκ-2023 00:05
Πριν μερικές ημέρες, μετά από μεγάλο διάστημα συζήτησης στη Βουλή, ψηφίστηκε ο κρατικός Προϋπολογισμός για το έτος 2024. Στα βασικά μεγέθη του νέου Προϋπολογισμού ο ρυθμός ανάπτυξης 2,9% που σημαίνει πρόσθετο εισόδημα στην οικονομία 11 δισεκατομμυρίων ευρώ, η νέα υποχώρηση της ανεργίας από 11,2% φέτος σε 10,6% το 2024, η επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος 2,1% του ΑΕΠ και βεβαίως η μείωση του δημοσίου χρέους από 162% σε 152% ως ποσοστό του ΑΕΠ, αλλά και για πρώτη φορά μετά από πολλές δεκαετίες η μείωσή του κατά ένα δισεκατομμύριο ευρώ σε απόλυτο μέγεθος (από 357 σε 356 δισ. ευρώ).
Δεν μπορεί να αμφισβητηθεί με αξιόπιστο τρόπο από κανέναν ότι η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε πολύ καλύτερη ρότα από αυτήν που βρισκόταν πριν από μερικά χρόνια. Βασικό συστατικό της οικονομικής μεγέθυνσης είναι οι επενδύσεις κάθε μεγέθους που έρχονται στη χώρα μας λόγω της αξιοπιστίας που εκπέμπει η χώρα και κυρίως η κυβέρνησή της. Η αξιοπιστία αυτή ενισχύεται από το γεγονός ότι το οικονομικό επιτελείο δεν δράττεται της ευκαιρίας να "τα δώσει όλα" με αθρόες προσλήψεις ή άλλες γενικευμένες παροχές, όπως γινόταν στο αμαρτωλό δημοσιονομικό παρελθόν. Οι όποιες ελαφρύνσεις και εισοδηματικές ενισχύσεις είναι απολύτως εντός των ορίων αντοχής του Προϋπολογισμού. Όλα τα παραπάνω πιστοποιούνται από τις αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής ικανότητας της ελληνικής οικονομίας αλλά και από εκθέσεις, όπως αυτή του Economist, που τοποθέτησε την Ελλάδα στην κορυφή του ανεπτυγμένου κόσμου όσον αφορά στην τρέχουσα κατάσταση της οικονομίας της.
Παρακολουθώντας τη συζήτηση στη Βουλή για τον Προϋπολογισμό τουλάχιστον απογοητεύτηκα. Και είδα έναν ακόμη λόγο για τον οποίο κυριαρχεί πολιτικά η Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη χωρίς ουσιαστικό αντίπαλο. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης, σε γενικές γραμμές και με διαφορετική ένταση το καθένα, χαρακτήρισαν τον Προϋπολογισμό άδικο, ταξικό, ληστρικό για τη μεσαία τάξη και πολλά άλλα βαρύγδουπα που έχουμε τελικά βαρεθεί να ακούμε τις τελευταίες δεκαετίες. Η εικόνα που επιχειρήθηκε να παρουσιαστεί στη συζήτηση του προϋπολογισμού μού θύμισε τα σκοτεινά τηλεοπτικά σποτάκια του ΣΥΡΙΖΑ πριν τις πρώτες εθνικές εκλογές τον Μάιο. Ο αγρότης που δεν έχει τιμή η παραγωγή του και ετοιμάζεται να εγκαταλείψει τα χωράφια, ο μικρομεσαίος που κλείνει το μαγαζί του και προβληματίζεται πώς θα το ανακοινώσει στον υπάλληλό του που θα μείνει χωρίς δουλειά. Τα σποτ εκείνα έμειναν στην ιστορία ως τα πιο άστοχα διότι περιέγραφαν μια Ελλάδα που δεν υπήρχε. Η αστοχία τους πιστοποιήθηκε με την εκλογική συντριβή του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και από την επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του Ιουλίου να το γυρίσει και να παίζει πολύ πιο φωτεινά και ελπιδοφόρα μηνύματα. Οι τιμές των αγροτικών προϊόντων για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες είναι στα ύψη, ενώ πολλοί μικρομεσαίοι αναζητούν προσωπικό και δεν το βρίσκουν (όπως άλλωστε συμβαίνει και με πολλούς άλλους εργοδότες κάθε μεγέθους). Την ώρα λοιπόν που η αντιπολίτευση παρουσιάζει μια εικόνα ανέχειας και φτώχειας λόγω του -υπαρκτού- προβλήματος της ακρίβειας, η μεσαία τάξη της χώρας αντιμετωπίζει προβλήματα τα οποία δεν αναδεικνύονται.
Πρώτο και χειρότερο το ζήτημα της εκπαίδευσης. Ο μέσος Έλληνας έχει αντιληφθεί το κακό χάλι στο οποίο βρίσκεται η δημόσια εκπαίδευση και είτε αιμορραγεί οικονομικά επιλέγοντας ένα ιδιωτικό σχολείο είτε καταφεύγει στην παραπαιδεία είτε, αν δεν μπορεί να αντεπεξέλθει οικονομικά, οργίζεται γιατί πληρώνει φόρους για πολύ κακές δημόσιες υπηρεσίες εκπαίδευσης. Τα αποτελέσματα της διεθνούς δοκιμασίας PISA του ΟΟΣΑ το πιστοποίησαν. Οι Έλληνες μαθητές των ιδιωτικών σχολείων τα πήγαν πολύ καλύτερα (και πάνω από το μέσο όρο του ΟΟΣΑ) σε σχέση με τους συμμαθητές τους των δημόσιων σχολείων. Η ιδιωτική ασφάλεια νοσοκομειακής περίθαλψης είναι ακόμη μια δαπάνη που βαρύνει τη μεσαία τάξη προκειμένου να αποφύγει την πολύ κακή κατάσταση των κρατικών νοσοκομείων. Οι δαπάνες αυτές μέχρι και τη δεκαετία του ’90 αφορούσαν κυρίως εύπορους. Τώρα αναλαμβάνονται αναγκαστικά από πολλούς περισσότερους.
Η μεσαία τάξη έχει πραγματικά προβλήματα, αλλά όχι αυτά που αναδεικνύει η αντιπολίτευση. Προβλήματα που απαιτούν πραγματικές μεταρρυθμίσεις για να λυθούν.