Συγκρατημένοι τώρα οι αναλυτές για τις ελληνικές μετοχές
Πέμπτη, 03-Ιαν-2008 08:53
Του Νίκου Χρυσικόπουλου
«Κατεβάζουν ταχύτητες» στο Χρηματιστήριο οι μεγάλοι ξένοι επενδυτικοί οίκοι. Οι αναλυτές που ώθησαν το Γενικό Δείκτη στα υψηλά των 5.335 μονάδων τον περασμένο Νοέμβριο με «όχημα» τις γενναιόδωρες συστάσεις και τιμές-στόχους κυρίως για μετοχές της μεγάλης κεφαλαιοποίησης, τώρα φαίνεται να αλλάζουν ρότα και σταδιακά να κατεβάζουν τον πήχη των επενδυτικών προσδοκιών.
Αν και η τάση απέχει ακόμη από το να γενικευτεί, η επιδείνωση του διεθνούς οικονομικού κλίματος φαίνεται ότι φέρνει τα πρώτα σύννεφα και για τις ελληνικές μετοχές. Η αναταραχή από τα αμερικανικά δάνεια χαμηλής εξασφάλισης (subprime loans), το διαρκώς αυξανόμενο κόστος του χρήματος στη διατραπεζική και οι φόβοι για μείωση του ρυθμού της παγκόσμιας ανάπτυξης ωθούν τους μεγάλους ξένους οίκους να κινούνται πλέον περισσότερο συντηρητικά.
Επιπλέον ένα στοιχείο που δεν θα πρέπει να διαφεύγει της προσοχής έχει να κάνει με την ίδια την επίδοση του Χ.Α. Η επί πέντε χρόνια συνεχής άνοδος των αποτιμήσεων (ο Γενικός Δείκτης έχει σημειώσει άνοδο 193% από το 2003 έως σήμερα) δημιούργησε σημαντικές υπεραξίες για τους ξένους θεσμικούς. Κάποιοι αναλυτές εκτιμούν ότι σε περιόδους πίεσης των αποτιμήσεων διεθνώς και ανάγκης δημιουργίας ρευστότητας από τους μεγάλους «παίκτες», οι ελληνικές μετοχές μπορεί να είναι οι πρώτες «υποψήφιες» για πώληση. Οι ίδιοι σημειώνουν πως η μείωση στο 52% (από 52,7% τον προηγούμενο μήνα) της συμμετοχής των ξένων επενδυτών στην κεφαλαιοποίηση του Ελληνικού Χρηματιστηρίου το Νοέμβριο ενδεχομένως να αποτελεί προπομπό εξελίξεων.
Αν και η τάση απέχει ακόμη από το να γενικευτεί, η επιδείνωση του διεθνούς οικονομικού κλίματος φαίνεται ότι φέρνει τα πρώτα σύννεφα και για τις ελληνικές μετοχές. Η αναταραχή από τα αμερικανικά δάνεια χαμηλής εξασφάλισης (subprime loans), το διαρκώς αυξανόμενο κόστος του χρήματος στη διατραπεζική και οι φόβοι για μείωση του ρυθμού της παγκόσμιας ανάπτυξης ωθούν τους μεγάλους ξένους οίκους να κινούνται πλέον περισσότερο συντηρητικά.
Επιπλέον ένα στοιχείο που δεν θα πρέπει να διαφεύγει της προσοχής έχει να κάνει με την ίδια την επίδοση του Χ.Α. Η επί πέντε χρόνια συνεχής άνοδος των αποτιμήσεων (ο Γενικός Δείκτης έχει σημειώσει άνοδο 193% από το 2003 έως σήμερα) δημιούργησε σημαντικές υπεραξίες για τους ξένους θεσμικούς. Κάποιοι αναλυτές εκτιμούν ότι σε περιόδους πίεσης των αποτιμήσεων διεθνώς και ανάγκης δημιουργίας ρευστότητας από τους μεγάλους «παίκτες», οι ελληνικές μετοχές μπορεί να είναι οι πρώτες «υποψήφιες» για πώληση. Οι ίδιοι σημειώνουν πως η μείωση στο 52% (από 52,7% τον προηγούμενο μήνα) της συμμετοχής των ξένων επενδυτών στην κεφαλαιοποίηση του Ελληνικού Χρηματιστηρίου το Νοέμβριο ενδεχομένως να αποτελεί προπομπό εξελίξεων.
Από την άλλη πλευρά, σε εγχώριο χρηματοοικονομικό επίπεδο η εικόνα παραμένει θετική. Τα αποτελέσματα εννεαμήνου έδειξαν σημαντική αύξηση στα μεγέθη της πλειονότητας των εταιρειών του FTSE-20. Τα θεμελιώδη της αγοράς μπορεί να υστερούν ελαφρώς σε σχέση με άλλες κεφαλαιαγορές (στο 19,64 διαμορφώνεται το εκτιμώμενο P/E του Χ.Α για φέτος) αλλά αναμένεται να βελτιωθεί το 2008 (υπολογίζεται ότι θα υποχωρήσει στο 13,70 με βάση τα εκτιμώμενα κέρδη στο τέλος της χρονιάς). Αποτέλεσμα είναι να γίνεται όλο και πιο δύσκολη η αξιολόγηση της πορείας πολλών μετοχών.
Ήδη, πάντως, κάποιοι οίκοι εμφανίζονται περισσότερο συγκρατημένοι ως προς την αξιολόγηση των ελληνικών μετοχών. Προ ημερών η Dresdner Kleinwort προχώρησε στην υποβάθμιση των συστάσεων για τον OTE και τη θυγατρική του Cosmote. Οι αναλυτές του οίκου αναμένουν την πώληση μεριδίου του Οργανισμού μαζί με το management σε στρατηγικό επενδυτή. Ωστόσο, εκτιμούν πως η διαδικασία δεν θα εξελιχθεί ομαλά λόγω της εμπλοκής της MIG.
Σε υποβάθμιση της σύστασης για τη μετοχή της ΔΕΗ σε «πώληση» από «ουδέτερη» προχώρησε προ δύο εβδομάδων η Goldman Sachs, αν και ανέβασε την τιμή-στόχο στα 32,5 ευρώ από τα 30 ευρώ προηγουμένως. Στη περίπτωση της ΔΕΗ, οι εκθέσεις που δημοσιοποιήθηκαν τους προηγούμενους μήνες ήταν αθρόες. Η μετοχή της εταιρείας «σφυροκοπούνταν» επί μακρόν από οίκους όπως η Morgan Stanley (έδινε τιμή-στόχο τα 13 ευρώ το περασμένο Μάρτιο) και η Citigroup (στα 16 ευρώ την ίδια περίοδο). Η μεταστροφή όμως ήταν εντυπωσιακή. Αν και η JP Morgan το περασμένο Απρίλιο μείωνε τη τιμή-στόχο για τη μετοχή στα 15,85 ευρώ (από τα 16,50 ευρώ προηγουμένως), τέσσερις μήνες αργότερα ανέβαζε τον πήχη στα 30 ευρώ. Ακολούθησαν και άλλες ευνοϊκές εκθέσεις (όπως αυτή της Ρ&Κ με τιμή-στόχο στα 52 ευρώ) με αποτέλεσμα η μετοχή να βρεθεί σε ιστορικά υψηλά επίπεδα τιμών (37,10 ευρώ). Τώρα, οι αναλυτές προβληματίζονται εκ νέου από τις υποβαθμίσεις των συστάσεων.
Χαμηλότερα «βλέπει» τη μετοχή του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου η HSBC. Σε έκθεσή της με ημερομηνία 3 Δεκεμβρίου μειώνει στα 12,2 ευρώ (από τα 17 ευρώ πριν) την τιμή-στόχο για τη μετοχή, ενώ υποβαθμίζει τη σύσταση σε «underweight» από «neutral». Αλλά και για την Αlpha Bank, η HSBC προχωρά στην υποβάθμιση της σύστασης σε «neutal» από «overweight». Την ίδια στιγμή, ωστόσο, αυξάνει την τιμή-στόχο στα 29 ευρώ (από τα 28 ευρώ προηγουμένως) λόγω των αναθεωρήσεων των εκτιμήσεών της για τα κέρδη ανά μετοχή (ύστερα από την ανακοίνωση των οικονομικών αποτελεσμάτων 9μήνου) αλλά και λόγω του ότι η τράπεζα επέκτεινε χρονικά το μοντέλο της για ένα χρόνο.
Αντίστοιχα, στον ΟΠΑΠ την αισιοδοξία των προηγούμενων μηνών που είχε ως αποτέλεσμα την διαμόρφωση τιμών-στόχων ακόμη και στα 35,80 ευρώ (Citigroup), διαδέχεται τώρα ο προβληματισμός. Η JP Morgan που ξεκίνησε τη περασμένη εβδομάδα τη κάλυψη του οργανισμού με τιμή-στόχο τα 25 ευρώ, (χαμηλότερα κατά 11% από το κλείσιμο της ημερομηνίας που δημοσιοποιήθηκε η έκθεση) και σύσταση «underweight».