Berenberg: Η Ευρώπη επέστρεψε, τοποθετήστε τα κεφάλαιά σας σε δικά της assets – Στην εποχή των Τραμπ, Σι, Πούτιν και Ερντογάν προτιμήστε την ΕΕ

Παρασκευή, 23-Μαϊ-2025 12:35

Berenberg: Η Ευρώπη επέστρεψε, τοποθετήστε τα κεφάλαιά σας σε δικά της assets – Στην εποχή των Τραμπ, Σι, Πούτιν και Ερντογάν προτιμήστε την ΕΕ

Της Ελευθερίας Κούρταλη

Η Ευρώπη επέστρεψε, σημειώνει η Berenberg. Αυτό είναι το συμπέρασμα από το Ευρωπαϊκό Συνέδριο που διοργάνωσε ο οίκος στο Μανχάταν αυτή την εβδομάδα. Και το story της Ευρώπης βασίζεται σε δύο πυλώνες, όπως επισημαίνει: 1) Οι ΗΠΑ φαίνονται λιγότερο ελκυστικές λόγω των ανησυχητικών κινήσεων του Τραμπ, 2) στην Ευρώπη, η Γερμανία αναλαμβάνει επιτέλους τον ηγετικό ρόλο που θα έπρεπε να είχε διαδραματίσει τα τελευταία 15 χρόνια.

Παρόλο που η οικονομία των ΗΠΑ παραμένει ανθεκτική από πολλές απόψεις, το διατλαντικό χάσμα ανάπτυξης φαίνεται ότι θα μειωθεί σημαντικά, σημειώνει η Berenberg. Ενώ οι πολιτικές του Τραμπ επηρεάζουν αρνητικά την τάση ανάπτυξης των ΗΠΑ, η Ευρώπη ανακτά δυναμική, με τη βοήθεια των αλλαγών πολιτικής στη Γερμανία. Βέβαια, η Ευρώπη είναι αντιμέτωπη με πολλές προκλήσεις, ωστόσο η δεν αναμένεται να δούμε λάθη πολιτικής τύπου Τραμπ.

Στο πλαίσιο των μη βιώσιμων δημοσιονομικών πολιτικών των ΗΠΑ, η διοχέτευση περισσότερων κεφαλαίων στην Ευρώπη μακροπρόθεσμα έχει νόημα, τονίζει ο οίκος.

Σε κάποιο βαθμό, το τρέχον ενδιαφέρον για την Ευρώπη αντανακλά μια καθυστερημένη μετατόπιση των αντιλήψεων. Κατά την άποψη της Berenberg, η Ευρώπη δεν ήταν ποτέ τόσο κακή όσο πίστευαν πολλοί παρατηρητές μετά την κρίση του ευρώ του 2010-2012. Εστιάζοντας στη σημαντικά ισχυρότερη ανάπτυξη των ΗΠΑ μετά την πανδημία και στην εντυπωσιακή άνοδο των νέων αμερικανικών τεχνολογικών εταιρειών, οι αγορές δεν είχαν ανταμείψει την Ευρωζώνη για τη μείωση της ανεργίας από 12% το 2013 σε ένα ιστορικό χαμηλό 6,2% στα τέλη του 2024 και για το πιο βιώσιμο δημοσιονομικό έλλειμμα της τάξης του 3,1% του ΑΕΠ πέρυσι έναντι 6,9% στις ΗΠΑ.

Θετικοί καταλύτες

Οι έλεγχοι και οι ισορροπίες αποτρέπουν τα μεγάλα λάθη: Η Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί την ενσάρκωση των ελέγχων και των ισορροπιών, επισημαίνει η Berenberg. Με εξαίρεση την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η οποία έχει την εντολή να ασκεί νομισματική πολιτική και να διασφαλίζει τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα στην Ευρωζώνη, η ΕΕ δεν διαθέτει ένα κεντρικό όργανο που να μπορεί να λαμβάνει γρήγορα μεγάλες αποφάσεις. Οι δηλώσεις της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, δεν συγκαταλέγονται στα κορυφαία πράγματα που πρέπει να ελέγχουν οι επενδυτές κάθε πρωί. Αυτό αποτελεί μειονέκτημα όταν οι μεγάλες αποφάσεις πρέπει να λαμβάνονται γρήγορα ή/και όταν οι μεγάλες αλλαγές πρέπει να προωθούνται από την κορυφή.

Αλλά στην εποχή του Ντόναλντ Τραμπ, του Σι Τζινπίνγκ, του Βλαντιμίρ Πούτιν και άλλων ηγετών που έχουν τον απόλυτο έλεγχο της εγχώριας πολιτικής τους αρένας, αυτό έχει μετατραπεί σε ένα καθησυχαστικό χαρακτηριστικό. Λόγω των δυσκίνητων εσωτερικών διαδικασιών της η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν κινδυνεύει να κάνει τεράστια λάθη του είδους που οι Τραμπ, Σι, Πούτιν, Ερντογάν και άλλοι λιγότερο περιορισμένοι ηγέτες επιβάλλουν στις χώρες τους.

Σοκαρισμένη από την ολοκληρωτική εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία το 2022, η Ευρώπη ανακτά σιγά σιγά την ικανότητά της να αποτρέπει τους επίδοξους επιτιθέμενους, την οποία είχε παραμελήσει από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης το 1990, επισημαίνει ο οίκος. Αλλά η αδέξια ΕΕ ή οποιαδήποτε από τις χώρες - μέλη της, οι οποίες είναι στην καλύτερη περίπτωση μεσαίου μεγέθους και περιορίζονται από τις δεσμεύσεις της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, δεν θα μπορούσαν να απειλήσουν σοβαρά έναν ειρηνικό γείτονα με τον τρόπο που η Κίνα προσπαθεί να εκφοβίσει την Ταϊβάν με δυνητικά εξαιρετικά ανατρεπτικές συνέπειες. Πιο συγκεκριμένα, η Ευρώπη είναι ανίκανη να διεξάγει έναν εμπορικό πόλεμο τύπου Τραμπ. Τα κράτη - μέλη δεν θα συμφωνούσαν ποτέ να δώσουν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή εντολή που θα επέτρεπε στις Βρυξέλλες να επιβάλουν ξαφνικά έναν επιπλέον δασμό 145% στην Κίνα.

Το μάθημα του Brexit: Το τελευταίο μεγάλο πολιτικό λάθος, το Brexit, έδωσε ένα μάθημα σε μεγάλο μέρος της Ευρώπης τονίζει η Berenberg: Μην εγκαταλείψετε την ΕΕ και την κοινή αγορά της. Έχοντας υποστεί τις συνέπειες του Brexit, το Ηνωμένο Βασίλειο τώρα πλησιάζει ξανά λίγο περισσότερο στην ΕΕ. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι περισσότεροι λαϊκιστές σε όλη την ΕΕ έχουν εγκαταλείψει προηγούμενες εκκλήσεις για έξοδο των χωρών τους από την ΕΕ. Από αυτή την άποψη, η ΕΕ φαίνεται αρκετά ασφαλής. Ακόμη και ο Βίκτορ Όρμπαν της Ουγγαρίας έχει αλλάξει στάση.

Νομισματική πολιτική: Σε αντίθεση με την Fed των ΗΠΑ, η οποία πρέπει να αντιμετωπίσει τις πληθωριστικές συνέπειες των δασμών του Τραμπ, η ΕΚΤ μπορεί να μετριάσει τη ζημιά από τον εμπορικό πόλεμο μειώνοντας τα επιτόκια.

Δημοσιονομική πολιτική: Σε αντίθεση με τις μόλις υποβαθμισμένες ΗΠΑ, η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, η Γερμανία, διαθέτει δημοσιονομικό χώρο τον οποίο μπορεί να χρησιμοποιήσει χωρίς να φοβάται τους "τιμωρούς" των ομολόγων. Η δημοσιονομική ώθηση που θα λάβει μετά τη μεταρρύθμιση του γερμανικού φρένου χρέους θα χρειαστεί χρόνο για να υλοποιηθεί. Η νέα κυβέρνηση της Γερμανίας, του καγκελαρίου Φρίντριχ Μερτς, πιθανότατα θα οριστικοποιήσει το σχέδιο προϋπολογισμού για το 2025 στις 25 Ιουνίου, ώστε το κοινοβούλιο να το ψηφίσει στα μέσα Σεπτεμβρίου. Βραχυπρόθεσμα, οι κίνδυνοι εμπορικού πολέμου μπορούν να καθυστερήσουν την ανάκαμψη της Γερμανίας. Ωστόσο, ο οίκος αναμένει ότι ο Τραμπ θα εκτονώσει τις δαπανηρές εμπορικές εντάσεις συνάπτοντας συμφωνίες εντός των επόμενων δύο μηνών, συμπεριλαμβανομένης είτε μιας συμφωνίας με την ΕΕ είτε μιας συμφωνίας για την παράταση της τρέχουσας αναστολής κατά 90 ημέρες ή περαιτέρω παρατάσεις.

Το φαινόμενο Μερτς: Η Berenberg προβλέπει ανάπτυξη 1,2% το 2026 και 1,4% το 2027 για τη Γερμανία μετά από σχεδόν τέσσερα χρόνια στασιμότητας. Η πιθανή επιστροφή της μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρώπης σε σημαντική ανάπτυξη θα έχει θετικές δευτερογενείς επιπτώσεις σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες για τις οποίες η Γερμανία είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος.

Τα προβλήματα παραμένουν

Τα επιχειρήματα υπέρ της Ευρώπης πρέπει να τεθούν πάντως στο σωστό πλαίσιο, επισημαίνει η Berenberg. Πολλά από τα βασικά σημεία που οι παγκόσμιοι επενδυτές έχουν επικαλεστεί εδώ και καιρό ως λόγους για να είναι underweight στην Ευρώπη παραμένουν σε ισχύ:

• Η Ευρώπη δεν βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της επανάστασης της τεχνητής νοημοσύνης, όπως ακριβώς δεν ήταν πρωτοπόρος του διαδικτύου και των τεράστιων επιχειρηματικών ευκαιριών που το συνόδευαν. Ωστόσο, οι ευρωπαϊκές εταιρείες μπορούν ακόμα να διαπρέψουν στην αξιοποίηση των τεχνολογικών καινοτομιών, όπως έκαναν με το "διαδίκτυο των πραγμάτων".

• Η Ευρώπη παραμένει υπερ-ρυθμισμένη.

• Η ήπειρος θα συνεχίσει να μην διαθέτει τη βαθιά και ρευστή κεφαλαιαγορά των ΗΠΑ. Παρά τις δοκιμασίες του αμερικανικού δολαρίου, το ευρώ δεν μπορεί επομένως να αναλάβει τον ρόλο του νέου ασφαλούς καταφυγίου στον κόσμο.

• Η Ευρώπη, στην μεγάλη της ποικιλομορφία, έχει πολλές πολλά υποσχόμενες νεοσύστατες επιχειρήσεις. Αλλά η ανάπτυξή τους θα είναι πάντα πιο δύσκολη και πιο αργή στην Ευρώπη από ό,τι στις ΗΠΑ.

• Οι παρατηρητές συχνά δυσκολεύονται να κατανοήσουν την Ευρωπαϊκή Ένωση, ένα μοναδικό γκρουπ 27 κυρίαρχων εθνών.

Μείωση του διατλαντικού χάσματος ανάπτυξης

Όπως και οι περισσότερες άλλες μεγάλες οικονομίες, η Ευρώπη αντιμετωπίζει επίσης σοβαρές μακροπρόθεσμες προκλήσεις, όπως αυτές που προκύπτουν από τη συρρίκνωση του εγχώριου εργατικού δυναμικού, σημειώνει ο οίκος. "Δεν αναμένουμε ότι η οικονομία της Ευρωζώνης θα ξεπεράσει αυτή των ΗΠΑ. Ωστόσο, το χάσμα ανάπτυξης πιθανότατα θα μειωθεί σημαντικά", όπως προσθέτει.

Κυρίως λόγω της γερμανικής ανάκαμψης, προβλέπει ότι η ανάπτυξη της Ευρωζώνης θα επιταχυνθεί μέτρια από 0,8% το 2024 σε 1% φέτος, 1,4% το 2026 και 1,5% το 2027. Στις ΗΠΑ, οι δασμοί πιθανότατα θα παραμείνουν σημαντικά υψηλότεροι από ό,τι ήταν πριν από την επιστροφή του Τραμπ στον Λευκό Οίκο, πιθανώς με έναν μέσο επιπλέον δασμό περίπου 10% στις περισσότερες εισαγωγές αγαθών από τις περισσότερες χώρες και έναν κάπως υψηλότερο βασικό δασμό στις περισσότερες παραδόσεις από την Κίνα, ακόμη και αν ο Τραμπ επιτύχει συμφωνίες. Χωρίς να περιέλθει σε στασιμότητα ή χειρότερα, η οικονομία των ΗΠΑ φαίνεται ότι θα χάσει κάποια δυναμική ως αποτέλεσμα.

Πέρα από το βραχυπρόθεσμο διάστημα, η εσωτερική κληρονομιά του Τραμπ στις ΗΠΑ πιθανότατα θα είναι περισσότερο χρέος, υψηλότερο κόστος χρηματοδότησης και χαμηλότερη τάση ανάπτυξης. Εκτός από τους δασμούς που ανταμείβουν τις λιγότερο αποδοτικές εταιρείες, η αυστηρή καταστολή της παράνομης μετανάστευσης και η έλλειψη σεβασμού για τα γεγονότα, την επιστήμη και τους θεσμούς που κρατούν μια χώρα σε εγρήγορση, θα έχουν το τίμημά του, τονίζει η Berenberg. Ως αποτέλεσμα, μειώνει την εκτίμησή της για την τάση ανάπτυξης των ΗΠΑ από 2% σε 1,5% ετησίως. Ενώ αυτό εξακολουθεί να είναι πάνω από τον ρυθμό τάσης της Ευρωζώνης, περίπου 1,2%, δεν αρκεί για να καταστήσει βιώσιμα τα υπερβολικά δημοσιονομικά ελλείμματα των ΗΠΑ. Σιγά σιγά, οι λιγότερο δυναμικές ΗΠΑ θα οδεύουν τελικά σε μια δημοσιονομική "ημέρα της κρίσης", αν και πιθανώς όχι αμέσως, εκτός εάν ο Τραμπ κάνει σύντομα σημαντικά πρόσθετα πολιτικά λάθη.

"Σε αυτό το πλαίσιο, η διάθεση περισσότερων χρημάτων στην Ευρώπη μακροπρόθεσμα έχει νόημα", όπως καταλήγει η Berenberg.