Οι προβλέψεις των αναλυτών για το Χρηματιστήριο Αθηνών το 2025
Κυριακή, 29-Δεκ-2024 08:00
της Ελευθερίας Κούρταλη
Αρκετά καλές πιθανότητες δίνουν οι αναλυτές στο να αποτελέσει το 2025 μια πολύ καλή χρονιά, με άρωμα... bull market, για το Χρηματιστήριο Αθηνών, με ώθηση από το ισχυρό story ανάπτυξης και υπεραπόδοσης της Ελλάδας, τη συνετή δημοσιονομική πολιτική και την πολύ καλή εικόνα στο δημοσιονομικό μέτωπο, τη σχετική ανοσία της οικονομίας στους δασμούς Τραμπ, την ισχυρή κερδοφορία των ελληνικών εισηγμένων –που φλερτάρει να καταγράψει και φέτος χρονιά-ρεκόρ–, το "ποντάρισμα" στην αναβάθμιση της ελληνικής αγοράς στην κατηγορία των αναπτυγμένων αγορών και τις προοπτικές του τραπεζικού κλάδου, που αποτελεί ξεκάθαρα κλάδο-κλειδί για την πορεία του Χ.Α.
Όπως σημειώνουν εγχώριοι αναλυτές, όσον αφορά τις τράπεζες, είναι σημαντικό ότι στην κορυφή της ατζέντας των επενδυτών βρίσκονται η αύξηση των χορηγήσεων (με αρκετά θετικές προοπτικές χάρη στο Ταμείο Ανάκαμψης), η εξέλιξη των καθαρών εσόδων από τόκους και η πολιτική πληρωμών των τραπεζών. Επιπλέον, οι αποτιμήσεις είναι αρκετά ελκυστικές, με τις τραπεζικές μετοχές να διαπραγματεύονται με δείκτη P/TBV για το 2025 μεταξύ 0,55x και 0,9x, ένα discount >30% σε σχέση με τις τράπεζες σε Ισπανία, Πορτογαλία και Ιταλία.
Μια "αντιγραφή" του 2023;
Μπορεί ο Γενικός Δείκτης να οδεύει στο να κλείσει με σημαντικά ετήσια κέρδη το έτος (στο +13% έως σήμερα), παρ’ όλα αυτά το 2024 στο σύνολό του θα μπορούσε να χαρακτηριστεί περισσότερο ως ένα έτος συσσώρευσης και "χωνέματος" κερδών του 2023, τα οποία διαμορφώθηκαν στο ισχυρό 37%, όπως σχολιάζει ο Ηλίας Ζαχαράκης της Fast Finance.
Τα εταιρικά αποτελέσματα είναι άκρως ικανοποιητικά, χωρίς, παρ’ όλα αυτά, να δώσουν και τις αντίστοιχες αποδόσεις, λόγω της προεξόφλησης που είχαμε δει το προηγούμενο διάστημα, όπως προσθέτει. "Άλλωστε μην ξεχνάμε ότι το 2024 είχαμε placements δισεκατομμυρίων με τοποθετήσεις ξένων θεσμικών, που το μόνο σίγουρο είναι ότι προσβλέπουν σε κέρδη στο μέλλον. Το κακό είναι ότι το μεγαλύτερο μέρος των τοποθετήσεων γύρισε στο ΤΧΣ ή πήγε στις τσέπες βασικών μετόχων, χωρίς να πέσει στην αγορά", τονίζει ο αναλυτής.
Με όλα αυτά τα δεδομένα και εάν δεν υπάρξουν σοβαροί εξωγενείς παράγοντες που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την οικονομία, το 2025 θα μπορούσε να είναι μια αντιγραφή του 2023, θεωρώντας πάντα ότι το έτος που τελειώνει είναι ένα έτος "χωνέματος" τιμών και ετοιμασίας για την επόμενη ανοδική κίνηση, εκτιμά ο κ. Ζαχαράκης. Άλλωστε, όπως προσθέτει, το επίπεδο των 1.450 μονάδων θα χρειαζόταν αρκετό χρόνο για να μπορέσει να ξεπεραστεί.
Οι ελληνικές μετοχές επιστρέφουν στα επενδυτικά ραντάρ
Σε ανάλυσή του, το Reuters σημείωσε πως οι ελληνικές μετοχές γίνονται γρήγορα μια δημοφιλής επιλογή για τους επενδυτές, με ορισμένους να αναμένουν την αναβάθμιση του Χ.Α. στην κατηγορία των ανεπτυγμένων αγορών το επόμενο έτος, καθώς η οικονομία υπεραποδίδει έναντι των αντίστοιχων της Ευρωζώνης και οι τραπεζικές μετοχές καταγράφουν ισχυρές επιδόσεις.
Ο Γενικός Δείκτης έχει σημειώσει άνοδο 13% μέχρι στιγμής το 2024, στηριζόμενος σε άλμα σχεδόν 40% πέρυσι και ξεπερνώντας τις επιδόσεις του Stoxx 600, που είναι στο +7,7% φέτος.
Το ελληνικό μετοχικό fund του διαχειριστή περιουσιακών στοιχείων Amundi προσέλκυσε καθαρές εισροές 2,9 εκατομμυρίων δολαρίων τον Νοέμβριο, τις μεγαλύτερες του τελευταίου έτους, σύμφωνα με στοιχεία που συγκέντρωσε η Morningstar.
"Η οικονομία αναπτύσσεται γρήγορα σε σχέση με τον μέσο όρο της Ευρωζώνης και όντως ξεχωρίζει από τη σκοπιά του δυναμικού αύξησης των κερδών για τις ελληνικές εταιρείες", σημειώνει ο Wim-Hein Pals, επικεφαλής μετοχών αναδυόμενων αγορών στη Robeco, η οποία διαχειρίζεται περισσότερα από 10 δισεκατομμύρια ευρώ σε κεφάλαια αναδυόμενων αγορών.
Η Ελλάδα έχει σημειώσει σταθερή ανάκαμψη από την κρίση χρέους που ξεκίνησε το 2009. Το κόστος δανεισμού έχει πέσει κάτω από αυτό της Ιταλίας και ισοφάρισε αυτό της Γαλλίας, και οι τράπεζές της –οι οποίες έπρεπε να διασωθούν κατά τη διάρκεια της κρίσης– ιδιωτικοποιήθηκαν ξανά πλήρως, επισημαίνει το πρακτορείο.
Οι αναλυτές βλέπουν περαιτέρω momentum στις ελληνικές μετοχές, καθώς εξακολουθούν να διαπραγματεύονται με discount έναντι του Stoxx 600 και πληρώνουν υψηλότερες μερισματικές αποδόσεις σε σύγκριση με την ευρύτερη ευρωπαϊκή αγορά – παράγοντες που θα μπορούσαν να προσελκύσουν περισσότερους επενδυτές.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναμένει ότι η ελληνική οικονομία θα αναπτυχθεί κατά 2,3% το 2025, έναντι 1,3% για την Eυρωζώνη. Οι τραπεζικές μετοχές, που αποτελούν περίπου το 30% του Γενικού Δείκτη, έχουν καταγράψει κέρδη άνω από 20% φέτος, λόγω της ισχυρής ζήτησης από ξένους και εγχώριους επενδυτές, καθώς η κυβέρνηση ολοκλήρωσε την ιδιωτικοποίηση των τραπεζών, τη στιγμή που οι τέσσερις μεγαλύτερες τράπεζες ξεκίνησαν εκ νέου τις πληρωμές μερισμάτων για πρώτη φορά εδώ και 16 χρόνια.
Όπως αναφέρεται, η ελληνική αγορά δέχεται στήριξη και από την πολύ καλή δημοσιονομική πορεία της χώρας, με την κυβέρνηση να αποπληρώνει πρόωρα τα δάνεια διάσωσης και τους αναλυτές της Bank of America να αναμένουν ότι ο δείκτης χρέους θα υποχωρήσει κάτω από αυτόν της Ιταλίας έως το 2028.
Επίσης, ενώ η Ευρώπη προετοιμάζεται για πιθανούς εμπορικούς δασμούς από τον Τραμπ, οι ΗΠΑ έχουν εμπορικό πλεόνασμα με την Ελλάδα φέτος, το οποίο θα μπορούσε να περιορίσει τυχόν επιπτώσεις. "Οι ελληνικές εταιρείες είναι πιθανότατα καλύτερες σε σχετικούς όρους, όσον αφορά έναν πιθανό εμπορικό πόλεμο", δήλωσε ο Νάσος Κουμέττης, της Hellenic Asset Management. "Το μεγαλύτερο μέρος των εξαγωγών της Ελλάδας προς τις ΗΠΑ αποτελείται από υπηρεσίες που πιθανότατα θα είχαν μεγαλύτερη ανοσία στους δασμούς των ΗΠΑ", πρόσθεσε.
Μετά τις εκλογές στις ΗΠΑ, η Robeco μάλιστα αύξησε τις θέσεις της στην Ελλάδα, κατά 0,5% και στο 3%, και κυρίως στον τραπεζικό κλάδο, επισημάνει το Reuters.
J.P. Morgan: "Overweight" στην Ελλάδα το 2025
Την overweight στάση της για την Ελλάδα και τις ελληνικές μετοχές το 2025 έχει "ξεκαθαρίσει" η J.P. Morgan, προβλέποντας άνοδο της τάξης του 17% στον δείκτη MSCI Ελλάδας στο βασικό της σενάριο, και ράλι 25% στο bullish σενάριο.
Η J.P. Morgan αναβάθμισε πρόσφατα την Ελλάδα από "Νeutral" σε "Οverweight", λόγω του ότι η χώρα έχει πλέον επιστρέψει στην κανονικότητα και η ελληνική αγορά είναι, επιπλέον, φθηνή. "Αναβαθμίσαμε την Ελλάδα λόγω της νέας κανονικότητας, της αξιοπρεπούς ανάπτυξής της και της καλύτερης αύξησης του ΑΕΠ σε σχέση με όλη την Ευρωζώνη, και λόγω της εκκαθάρισης των ισολογισμών των τραπεζών, που οδηγούν σε αυξανόμενες αποδόσεις κεφαλαίων", όπως σημείωσε.
Αν υποτεθεί ότι η εκτίμηση της αγοράς για την πορεία της ελληνικής οικονομίας είναι σωστή, το 2025 θα είναι η τέταρτη συνεχόμενη χρονιά αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ κοντά στο 2% στην Ελλάδα, σημειώνει η JPM.
Δεδομένου του τι έχει πετύχει η χώρα από την περίοδο της κρίσης, η πρόοδος είναι εκπληκτική, όπως σχολιάζει η αμερικανική τράπεζα. Το ελληνικό ΑΕΠ το 2025 θα έχει αυξηθεί περισσότερο από 20% από το χαμηλό του 2020 σε πραγματικούς όρους. Οι αποδόσεις του ελληνικού 10ετούς είναι πλέον 40 μ.β. φθηνότερες από αυτές των ιταλικών ομολόγων, ενώ πρόσφατα νίκησαν και τις γαλλικές αποδόσεις, όπως τονίζει.
Παράλληλα, οι αποτιμήσεις των ελληνικών τραπεζών φαίνονται φθηνές σε σύγκριση με τους μέσους όρους των ευρωπαϊκών τραπεζών, παρά τις πρόσφατες αναβαθμίσεις στο γ’ τρίμηνο των αποτελεσμάτων στην απόδοση κεφαλαίου των τραπεζών και την περαιτέρω πρόοδο στο θέμα του DTC.
Ακόμα και οι μη χρηματοοικονομικές εταιρείες δείχνουν σημάδια αναζωογόνησης, τονίζει η J.P. Morgan, με τη ΔΕΗ, για παράδειγμα, να αυξάνει τον μεσοπρόθεσμο στόχο της άνω του μέσου όρου του ευρωπαϊκού κλάδου: το 2024-2027 η μέση ετήσια αύξηση EBITDA είναι στο 14% και +32% στα καθαρά κέρδη.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο στόχος που θέτει η J.P. Morgan για τον δείκτη MSCI Ελλάδας είναι για άνοδο 17% το 2025 ή 25% στο bullish σενάριο. Όπως σημειώνει, δεν εκτιμά ότι οι επενδυτές είναι υπερ-επενδεδυμένοι στην Ελλάδα, ούτε και σε κάποια άλλη αγορά της περιοχής της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, Μέσης Ανατολής και Αφρικής, CEEMEA. Μάλιστα, σημειώνει ότι οι τοποθετήσεις είναι μέτριες σε αυτές τις αγορές, και ειδικά στην Ελλάδα, ενώ οι επενδυτές που κοιτούν μόνο την Ευρωζώνη έχουν ελάχιστες θέσεις στις ελληνικές μετοχές και βλέπει περιθώρια σημαντικής ανόδου σε αυτό το μέτωπο.
Τα "κλειδιά" για το bull market του 2025
Μπαίνοντας στο 2025 και μόλις έχοντας ολοκληρώσει το τέταρτο διαδοχικό έτος ανόδου για τον Γενικό Δείκτη, το Χρηματιστήριο της Αθήνας έχει μια μοναδικής τάξεως ευκαιρία να κεφαλαιοποιήσει περαιτέρω τη δυναμική του δομικού ράλι, να προσελκύσει "αμέτοχους" επενδυτές και να εδραιώσει (επιτέλους) τη θέση του ως αξιόλογου επενδυτικού προορισμού, σημειώνει στο Capital ο Πέτρος Στεριώτης, τέως διευθύνων σύμβουλος ευρωπαϊκών ΕΠΕΥ.
Σε μια περίοδο έντονης διεθνούς οικονομικής και γεωπολιτικής αβεβαιότητας, η ελληνική κεφαλαιαγορά καλείται να αξιοποιήσει στοιχεία όπως η βελτίωση του δημοσιονομικού και μακροοικονομικού προφίλ της χώρας, η ενδυνάμωση των τραπεζικών ισολογισμών και η κερδοφορία-ρεκόρ πολλών blue chips, αλλά και άλλων, λιγότερο προβεβλημένων εταιρειών. Δείκτες όπως η υποχώρηση του κρατικού κόστους δανεισμού, τα επιλεγμένα κλαδικά και εταιρικά discounts έναντι των όμορων ευρωπαϊκών και οι υψηλές μερισματικές αποδόσεις συνηγορούν στην άποψη ότι η ανατίμηση πολλών εισηγμένων τίτλων μόνο τυχαία δεν είναι, ενώ το "έξυπνο χρήμα", το οποίο έχει ήδη τοποθετηθεί στην αγορά, έχει κάθε λόγο να παραμείνει στο "τρένο της ανόδου", εκμεταλλευόμενο τόσο τη στήριξη που παρέχουν τα δυνατά θεμελιώδη όσο και τις πιθανές – και αναπόφευκτες – διορθώσεις, οι οποίες θα προσφέρουν νέες ευκαιρίες εισόδου από χαμηλότερα επίπεδα.
Εντός του νέου έτους, κατά τον κ. Στεριώτη, καταλύτες για τη Λεωφόρο Αθηνών θα είναι τόσο η πορεία ενδεχόμενης επιστροφής του Χ.Α. στο "κλαμπ" των ανεπτυγμένων αγορών όσο και η εμπέδωση της ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας από το ελληνικό αξιόχρεο, εξελίξεις οι οποίες αναμένεται να τονώσουν την εμπιστοσύνη και τη συμμετοχή των ξένων, κυρίως, θεσμικών χαρτοφυλακίων μεσο-μακροπρόθεσμου επενδυτικού ορίζοντα σε ελληνικές μετοχές και ομόλογα.
Ασφαλώς, ο δρόμος προς την επίτευξη νέων υπερδεκαετών υψηλών δεν θα είναι "στρωμένος με ροδοπέταλα", ούτε οι δομικές παθογένεις της ελληνικής κεφαλαιαγοράς (βλ. χαμηλό μέγεθος συνολικών συναλλαγών, ποσοστιαία υψηλό bid-ask spread, χαμηλή ελεύθερη διασπορά σε μεγάλα τμήματα του ταμπλό κ.λπ.) θα επιλυθούν εν μία νυκτί. Σημαντικό ρόλο, προφανώς θα παίξει και το διεθνές περιβάλλον.
"Κλειδιά" για την εμπέδωση της θετικής ψυχολογίας και τη συνέχιση του bull market το 2025 θα είναι η διασφάλιση της πολιτικής σταθερότητας, η προώθηση μιας μεταρρυθμιστικής παραγωγικής ατζέντας δίχως εμφάνιση "φαινομένων κόπωσης", η συνέχιση της καλής δουλειάς από πλευράς εισηγμένων (έτσι ώστε να δικαιολογηθεί η "κάλυψή" τους με ακόμα υψηλότερες τιμές-στόχους από τους αναλυτές και να συνεχιστούν οι υψηλές μερισματικές διανομές) και, τέλος, η αποφυγή του "συνωστισμού" και της "αποστράγγισης ρευστότητας" κατά την ολοκλήρωση μεγάλων εταιρικών πράξεων αναχρηματοδότησης.
Σε κάθε περίπτωση, επειδή στα χρηματιστήρια "το μέλλον είναι άδηλο", οι Έλληνες επενδυτές οφείλουν να υιοθετούν μια στρατηγική χαρτοφυλακίου η οποία θα περιλαμβάνει την τακτική επαναξιολόγηση των αναπτυξιακών προοπτικών των εισηγμένων, στοιχεία διαφοροποίησης σε εγχώρια και ξένα "χαρτιά", ει δυνατόν τοποθέτηση μέρους του διαθέσιμου κεφαλαίου σε χρεόγραφα "σταθερού εισοδήματος" και σε εμπορεύματα, και πιστή εφαρμογή των γνωστών μεθόδων για τον μετριασμό του ρίσκου, προσθέτει ο κ. Στεριώτης.
Ποιοι κλάδοι θα πρωταγωνιστήσουν στο Χ.Α.
Τεχνολογία, Κατασκευές, Χρηματοοικονομικά και Ενέργεια, με έμφαση στις Ανανεώσιμες Πηγές (ΑΠΕ), είναι, σύμφωνα με τον Συμεών Μαυρουδή, διαχειριστή χαρτοφυλακίων στην Fast Finance, οι τέσσερις κλάδοι που θα πρωτοστατήσουν το 2025 στο Χ.Α.
Αναλυτικότερα, οι εταιρείες πληροφορικής συνεχίζουν να μαγνητίζουν τα βλέμματα, διότι τα κονδύλια του ψηφιακού μετασχηματισμού και η κεκτημένη ταχύτητα της μεγέθυνσης αυτών των εταιρειών λειτουργούν έντονα υποστηρικτικά. Αν και "χάσαμε" από το ταμπλό τα δύο μεγάλα ονόματα, Entersoft και Epsilon Net, τα χρήματα που κινούνται σε αυτόν τον κλάδο μοιραία θα ευνοήσουν τις εναπομείνασες εταιρείες, ενώ, ρίχνοντας και μια ματιά στο παγκόσμιο γίγνεσθαι, διαφαίνεται δυνατή συνέχεια.
Ο κατασκευαστικός κλάδος (όπως και οι αμυντικές ΑΕΕΑΠ ως παράλληλη επιχειρηματική λειτουργία) ενδέχεται να παραμείνει ισχυρός, όντας και leading δείκτης σε μια οικονομία, ο οποίος όμως, παρά τα έως τώρα θετικά δείγματα, μάλλον δεν έχει ξεκινήσει καν την ανοδική πορεία. Σε αυτό συνεπικουρεί η συνολική μετάφραση των πακέτων στήριξης, που θα υποβοηθήσουν την κατάσταση.
Η παντοδυναμία των τραπεζών δεν έχει κορυφωθεί, κατά τον αναλυτή. Οι μετοχές τους επηρεάζουν τη στάθμιση και την ψυχολογία στο ελληνικό ταμπλό, ενώ είναι θετικό το ότι παρουσίασαν μια πολύ καλή εικόνα το 2024. Και πάλι, μπορεί να μην ήρθαν οι υπεραποδόσεις των περασμένων ετών (+64% το 2023), ωστόσο κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι υπάρχει πτωτική τάση ή ότι οι πιθανότητες να μη συνεχιστεί η άνοδος είναι μεγάλες. Οι τράπεζες μπήκαν στον χορό των μερισματικών αποδόσεων, με κέρδη εννεαμήνου στα 3,7 δισ. ευρώ, και ένα μέρος της ρευστότητας πρόκειται να κατευθυνθεί για την ταχύτερη απομείωση της αναβαλλόμενης φορολογίας (DTC).
Τέλος, ο ενεργειακός κλάδος είναι ένα "ασφαλές" στοίχημα για μια χώρα που, πρώτον, έχει καλύψει πολύ μικρό μέρος της συνολικής αναμόρφωσης του ενεργειακού χάρτη (υπό τον σχεδιασμό), άρα έχει ακόμη πολλά περιθώρια ανάπτυξης, και, δεύτερον, προκύπτει ένα κλίμα που μόνο εμπόδιο δεν φαίνεται να αποτελεί για τέτοιου είδους σχεδιασμούς. Εξάλλου, η δραστηριοποίηση μεγάλων "παικτών" επιβεβαιώνει την ως άνω αναφερθείσα πεποίθηση.