Σύννεφα στον ορίζοντα του Χρηματιστηρίου

Κυριακή, 01-Σεπ-2024 08:00

Χρηματιστήριο

Της Ελευθερίας Κούρταλη

Με συμπεριφορά που προβληματίζει τους αναλυτές κινήθηκε το Χρηματιστήριο Αθηνών τις τελευταίες ημέρες του Αυγούστου, καθώς η αντίδραση ήταν τουλάχιστον αδιάφορη και πολύ υποτονική, παρά τη βελτίωση του κλίματος στις διεθνείς αγορές με την επιστροφή βασικών δεικτών στα προ του sell-off επίπεδα, τα πολύ καλά αποτελέσματα β’ τριμήνου των εισηγμένων, τα οποία ενισχύουν τις προσδοκίες για άλλη μία χρήση υψηλών επιδόσεων, τις θετικές εκθέσεις των οίκων για τις τράπεζες καθώς και τις σημαντικές εταιρικές ειδήσεις. Ο συνολικός τζίρος της Λεωφόρου Αθηνών σε καμία περίπτωση δεν θυμίζει αναπτυγμένη αγορά, ενώ ευχής έργον είναι να επιστρέψει τουλάχιστον σταθερά πάνω από το ορόσημο των 100 εκατ. ευρώ. Οι επενδυτές δεν έδειξαν πρόθυμοι να προχωρήσουν σε τοποθετήσεις, με παράγοντες της αγοράς να αναρωτιούνται μάλιστα αν οι ξένοι γνωρίζουν κάτι που δεν ξέρουμε εμείς, και γενικά το Χ.Α. δίνει την εικόνα μιας κουρασμένης και μη ελκυστικής αγοράς.

Η μισή αλήθεια και η αρνητική είδηση 

Ένα νέο στο οποίο δεν δόθηκε η προσοχή που του άρμοζε είναι πάντως η πρόσφατη ανακοίνωση του παρόχου δεικτών S&P DJI σχετικά με την αναβάθμιση του Χ.Α. Οι περισσότεροι στάθηκαν στο ότι ο οίκος έβαλε το Χ.Α. σε watch list για αναβάθμιση το 2025, κάτι που αντιμετώπισαν με θετική χροιά. Ωστόσο, η έλλειψη ενημέρωσης περί του θέματος οδήγησε σε εντελώς λάθος συμπεράσματα. 

Η πραγματικότητα είναι διαφορετική και οι ξένοι επενδυτές προφανώς τη γνωρίζουν πολύ καλά. 

Το ότι ο S&P έβαλε το Χ.Α. στον προθάλαμο της αναβάθμισης στις αναπτυγμένες αγορές είναι η μισή αλήθεια. Γιατί η υπόλοιπη αλήθεια αλλάζει εντελώς το θετικό πρόσημο αυτής της φράσης. 

Για όσους παρακολουθούν καλά τα δρώμενα, ο S&P DJI δεν έβαλε τώρα το Χ.Α. στον προθάλαμο, όπως αφέθηκε να εννοηθεί. Το είχε βάλει από το 2023 εκεί, με στόχο να το αναβαθμίσει φέτος. Και αποφάσισε να μην το κάνει, θεωρώντας προφανώς πως ακόμη το Χ.Α. δεν είναι έτοιμο να πάρει τη σφραγίδα της αναπτυγμένης αγοράς και να αλλάξει πίστα. Συνεπώς, ο οίκος καθυστερεί κι άλλο την αναβάθμιση, καθώς ανέβαλε ουσιαστικά την απόφασή του, θέτοντας το Χ.Α. εκ νέου σε λίστα παρακολούθησης για αναβάθμιση το 2025. Και όλα αυτά παρά το γεγονός ότι η χώρα έχει πλέον ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα. Προφανώς, αυτό δεν φτάνει για τον οίκο. Όπως άλλωστε τόνισε, αρκετές μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις που προβλέπονται από το Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της Κομισιόν, με στόχο την αντιμετώπιση των συγκεκριμένων προκλήσεων της Ελλάδας, εξακολουθούν να βρίσκονται σε εξέλιξη και πρέπει να ολοκληρωθούν έως τον Αύγουστο του 2026. Συνεπώς, θα επανεκτιμήσει την κατάσταση της ελληνικής αγοράς, και πιθανώς να εξετάσει την αλλαγή της κατάταξής της το 2025.

Πριν από την ανακοίνωση αυτή του S&P είχε προηγηθεί η MSCI τον Ιούνιο, η οποία δεν έβαλε την Ελλάδα σε λίστα παρακολούθησης για αναβάθμιση, όπως αναμενόταν από πολλούς. 

Τα παραπάνω δείχνουν στους ξένους που μπορεί να είχαν "αγοράσει" τη… φήμη της αναβάθμισης πριν από κάποιους μήνες, ότι αυτό αποτελεί story του 2025 ή και του 2026, οπότε ο ενθουσιασμός μπήκε στον πάγο.

Προσεχείς καταλύτες

Πάντως, προσεχώς η αγορά αναμένει περαιτέρω ροή από εταιρικά αποτελέσματα εξαμήνου, αναδιάρθρωση δεικτών και αξιολογήσεις της ελληνικής οικονομίας από ξένους οίκους, με την "επενδυτική βαθμίδα" η οποία και απομένει να δοθεί από την Moody’s (επόμενη αξιολόγηση 13/9) να παραμένει η λέξη-κλειδί που θα καθορίσει πολλά σε επίπεδο αντιμετώπισης του Χ.Α. από τους θεσμικούς. Αξίζει πάντως να σημειώσουμε πως πριν από την Moody’s αναμένεται με ενδιαφέρον η αξιολόγηση της Ελλάδας από την DBRS, ενώ στις 18 Οκτωβρίου, στις 22 Νοεμβρίου και στις 6 Δεκεμβρίου ακολουθούν οι δεύτερες και τελευταίες προγραμματισμένες αξιολογήσεις για το τρέχον έτος από τους S&P, Fitch και Scope Ratings αντίστοιχα.

Με συνολικά αρνητικό πρόσημο και με ένα κραχ θα έχει να θυμάται ο Γενικός Δείκτης τον Αύγουστο, επισημαίνει ο Πέτρος Στεριώτης, πιστοποιημένος τεχνικός αναλυτής. O Γενικός Δείκτης βρίσκεται σε ατασική φάση για πολλές συνεδριάσεις, κλειδωμένος εντός στενότατης ζώνης τιμών, παρατηρεί ο αναλυτής. Το δε επίπεδο των 1.450 μονάδων δημιουργεί μια άβολη αντίσταση, η οποία για την ώρα κλείνει τη πόρτα και στο πολυετές υψηλό των 1.500 μονάδων.
Σε μακρύτερο ορίζοντα, ο Γενικός Δείκτης έχει συμπληρώσει επτά μήνες σε οριζόντιο ουσιαστικά διαγραμματικό εύρος "χωνεύοντας" τα υπερκέρδη των τελευταίων τεσσάρων ετών, προσθέτει ο αναλυτής. Αυτή η εικόνα αδράνειας δεν είναι διατηρήσιμη και ίσως ανατραπεί με την επιστροφή των επενδυτών στα θρανία τον Σεπτέμβριο. Σε κάθε περίπτωση, για να ξεκολλήσει, θα απαιτηθούν πειστικές επενδυτικές πρωτοβουλίες, φρέσκο χρήμα και ειδήσεις.

Πλέον το Χ.Α. αναζητά τους καταλύτες που θα του επιτρέψουν να διασπάσει την επί δύο εβδομάδες παραμονή του σε στενό εύρος διακύμανσης. "Εκτιμούμε ότι η ώρα της διάσπασης δεν θα αργήσει, καθώς τα τρέχοντα, εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα μεταβλητότητας, δεν μπορούν να συνεχιστούν επί μακρόν", σημειώνει ο κ. Στεριώτης.

Από βδομάδα αναμένουμε νέες ανακοινώσεις αποτελεσμάτων β’ τριμήνου, αλλά αυτές μάλλον θα επηρεάσουν το rotation των εμπλεκόμενων τίτλων και όχι τη συνολικότερη εικόνα της αγοράς. Άλλωστε η μεγάλη εικόνα των μέχρι τώρα δημοσιευμένων εταιρικών αποτελεσμάτων είναι εξαιρετική και δημιουργεί προσδοκίες για υψηλότερες τιμές-στόχους αναλυτών και ταμπλό. Κατά τον αναλυτή, ίσως η νέα μεγάλη κίνηση του Χ.Α. "επιβληθεί" από τα ξένα χρηματιστήρια, με το πρόσφατο sell-off του Αυγούστου αλλά και το εντυπωσιακό ριμπάουντ που ακολούθησε να υπογραμμίζουν την υψηλή συσχέτιση μεταξύ των παγκόσμιων δεικτών.

Σε κάθε περίπτωση ο Σεπτέμβριος –αξιολογήσεις του ελληνικού αξιόχρεου, γεωπολιτικά, προσδοκώμενες μειώσεις επιτοκίων από Fed και ΕΚΤ– αναμένεται με μεγάλο ενδιαφέρον. Μένει να φανεί αν η αγορά επιλεγμένων τίτλων του Χ.Α. στις διορθώσεις (dips) θα συνεχίσει να είναι προσοδοφόρα ή το μεγάλο bull market των τελευταίων τεσσάρων ετών κουράστηκε, καταλήγει ο κ. Στεριώτης.
Αν και οι ελληνικές μετοχές παραμένουν οι φθηνότερες στην Ευρωζώνη, οι τιμές-στόχοι για τις τράπεζες και άλλα blue chips διαμορφώνονται από τους διεθνείς οίκους υψηλότερα και η S&P αναβαθμίζει τον Τιτάνα, στο ελληνικό χρηματιστήριο ισχύει η ρήση "το μεν πνεύμα πρόθυμον, η δε σάρξ ασθενής": οι αγοραστές αποπειρώνται στις πρώτες ώρες να οδηγήσουν την αγορά υψηλότερα, αλλά σύντομα οι πωλητές ανακτούν την υπεροπλία και ακυρώνουν το εγχείρημα, καθώς με τους παρόντες τζίρους ακόμη και υπέρβαση των 1.440 μονάδων συνιστά ακατόρθωτο άθλο, επισημαίνει ο Δημήτρης Τζάνας, Σύμβουλος Διοίκησης της Κύκλος ΑΧΕΠΕΥ. 

Ωστόσο, οι αναμενόμενες θετικές επιδόσεις των εξαμηνιαίων αποτελεσμάτων για κορυφαία blue chips, η είσοδος της Cenergy στον δείκτη Large Cap και της Intralot στο Mid Cap του οίκου FTSE Russell είναι πιθανό να προσφέρουν θετικούς καταλύτες για την αναζωογόνηση της αγοράς, εκτιμά ο αναλυτής. Διαφορετικά, τονίζει, θα χρειαστεί να αναμείνουμε την ετυμηγορία της Moody’s στις 13/9, που είναι ο μόνος οίκος που δεν έχει ακόμη αποδώσει την επενδυτική βαθμίδα στην ελληνική οικονομία.

Buy για τις τράπεζες

Η κεφαλαιοποίηση των θετικών συστάσεων των οίκων για το Χ.Α., και ειδικά τις τράπεζες, αποτελεί άλλη μία ελπίδα για την αγορά και την πορεία της προς τις 1.500 μονάδες. 

Ο Αύγουστος, αν και χρηματιστηριακά ήταν αρνητικός, ήταν απόλυτα θετικός σε επίπεδο αξιολογήσεων, με εγχώριους και ξένους οίκους να τοποθετούν υψηλά τις τιμές-στόχους για τις τράπεζες και να διατηρούν τη θετική τους στάση, έπειτα και από την πολύ καλή εικόνα των αποτελεσμάτων α’ εξάμηνου. H Moody’s μάλιστα χαρακτήρισε ισχυρά τα αποτελέσματα των ελληνικών τραπεζών για το δεύτερο τρίμηνο του έτους, αναφέροντας ότι υποστηρίζουν τις τρέχουσες αξιολογήσεις του κλάδου. Συνεπώς τα roadshows που ξεκινούν τον Σεπτέμβριο, με πρώτο αυτό της Bank of America στο Λονδίνο στις 24-26 του μήνα, αναμένονται με μεγάλο ενδιαφέρον για τις διαθέσεις των επενδυτών για τον κλάδο.

Η Deutsche Bank σημείωσε πως αν και οι ελληνικές τράπεζες πιθανότατα δεν βρίσκονται ακόμη στο ραντάρ των επενδυτών, θεωρεί ότι οι καλύτερες προοπτικές, η σταθερότητα, σε συνδυασμό με την ανάπτυξη και τις ελκυστικές αποτιμήσεις τις καθιστούν μια πρόταση αξίας που δύσκολα μπορεί να συγκριθεί.

Ο γερμανικός οίκος τηρεί έτσι σύσταση buy και για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες και ανέβασε την τιμή-στόχο για την Eurobank στα 2,85 ευρώ από 2,75 ευρώ πριν, για την Εθνική Τράπεζα στα 9,85 ευρώ από 9,50 ευρώ πριν, για την Τράπεζας Πειραιώς στα 5 ευρώ από 4,70 ευρώ και για την Alpha Bank στα 2,30 ευρώ από 2,20 ευρώ πριν.

Με σύσταση buy για τις τέσσερις συστημικές ελληνικές τράπεζες παραμένει και η Optima Bank τονίζοντας πως διαπραγματεύονται 0,88x το P/TBV του 2024, με έκπτωση 21% ως προς τις ευρωπαϊκές τράπεζες. Ωστόσο, αναμένει το μέσο RoaTBV στο 14,9% το 2024, ελαφρώς υψηλότερα από τις ευρωπαϊκές τράπεζες και επομένως πιστεύει ότι θα πρέπει να διαπραγματεύονται στο ίδιο επίπεδο με τις ευρωπαϊκές. Οι τιμές-στόχοι διαμορφώνονται για την Alpha Bank στα 2,10 ευρώ, για την Eurobank στα 2,41 ευρώ, για την Εθνική Τράπεζα στα 10,84 ευρώ και για την Τράπεζα Πειραιώς στα 5,50 ευρώ.

Από την πλευρά της η JP Morgan δήλωσε overweight για όλες τις ελληνικές τράπεζες επισημαίνοντας τους καταλύτες που θα μπορούσαν να ξεκλειδώσουν περισσότερη αξία και κέρδη για τους μετόχους τους. 

Έτσι αύξησε την τιμή-στόχο για τη μετοχή της Eurobank στα 2,80 ευρώ από 2,40 ευρώ, για τη μετοχή της Εθνικής στα 9,70 ευρώ από 8,40 ευρώ πριν, για την Πειραιώς στα 5,90 ευρώ από 5,35 ευρώ πριν, ενώ μείωσε ελαφρώς την τιμή-στόχο για την Alpha Bank στα 2,30 ευρώ από 2,40 ευρώ πριν λόγω των σχετικά χαμηλότερων επιδόσεων που καταγράφει γενικότερα στο ταμπλό φέτος.

Για την Eurobank η JPM θεωρεί πως ο μεγάλος καταλύτης είναι η ολοκλήρωση της εξαγοράς της Ελληνικής Τράπεζας. Για την Εθνική, το βασικό γεγονός και το κλειδί είναι η αναμενόμενη πώληση του υπόλοιπου ποσοστού που κατέχει το ΤΧΣ στην τράπεζα (18%), η οποία θα μπορούσε να ακολουθήσει το δεύτερο εξάμηνο της φετινής χρονιάς. Για την Τράπεζα Πειραιώς, καθοριστικό για το επενδυτικό της story είναι, σύμφωνα με την JP Morgan, το γεγονός ότι ο δείκτης CET1 πρόσφατα ξεπέρασε το επίπεδο του 14%, ένα σημαντικό επίπεδο "άνεσης" τόσο για τη διοίκηση όσο και για τους επενδυτές και ένα ισχυρό έναυσμα για να μειωθεί το χάσμα αποτίμησης με τις άλλες ελληνικές τράπεζες. Τέλος, για την Alpha Bank, η JP Morgan εκτιμά πως το κλειδί για την πορεία της είναι η αναμενόμενη ολοκλήρωση της συναλλαγής με την UniCredit προς το τέλος της χρονιάς.

Η Euroxx Securities σημείωσε ότι οι ελληνικές τράπεζες παραμένουν η κορυφαία επιλογή της στην αγορά. Κατά μέσο όρο, οι τέσσερις συστημικές τράπεζες διαπραγματεύονται με εκτιμώμενο P/E για το 2026 της τάξης του 5,0x, ένα discount 20%-30% έναντι των ευρωπαϊκών τραπεζών, όπως επισήμανε, τονίζοντας πως τέτοια discounts δεν δικαιολογούνται ενόψει της καλύτερης μακροοικονομικής εικόνας (αύξηση ΑΕΠ άνω του 2,0% ετησίως έως το 2026), της υψηλότερης αύξησης δανείων (μέσος όρος αύξηση ετησίως στο 7%) και των ανώτερων ROTE (βιώσιμα σε 13%-14%). Η χρηματιστηριακή αύξησε την τιμή-στόχο για την Εθνική Τράπεζα στα 10,7 ευρώ από 9,80 ευρώ πριν, για την Eurobank στα 2,70 ευρώ από 2,50 ευρώ πριν, για την Τράπεζα Πειραιώς στα 6,00 ευρώ από 5,40 ευρώ και για την Alpha Bank στα 2,50 ευρώ από 2,40 ευρώ πριν.