"Sell in May" ή όχι; - Τι βλέπουν οι αναλυτές για τις αγορές και ποιες οι προοπτικές του Ελληνικού Χρηματιστηρίου

Τρίτη, 07-Μαϊ-2024 20:00

ΕΧΑΕ: Με 5,33% (έμμεσα) στα δικαιώματα ψήφου η The Goldman Sachs Group

Της Ελευθερίας Κούρταλη

Αποτελέσματα, μερίσματα, deals και placements κρατούν αμείωτο το ενδιαφέρον στο χρηματιστηριακό ταμπλό, έστω και αν η μεταβλητότητα έχει γίνει πλέον πολύ πιο έντονη, θέτοντας προκλήσεις στο ανοδικό momentum. Η κεφαλαιοποίηση της αγοράς ξεπέρασε το κατώφλι των 100 δισ. ευρώ για πρώτη φορά μετά τον Νοέμβριο του 2009 και καθοδηγείται πλέον από προσδοκίες επιχειρηματικών συμφωνιών και, φυσικά, τα αποτελέσματα κερδοφορίας. Από αύριο, οπότε θα έχουν τελειώσει πια οι αργίες και το Χ.Α. θα επιστρέψει στην κανονικότητα, θα φανούν οι πραγματικές προθέσεις των επενδυτών σε μια ιδιαίτερη συγκυρία, όπως είναι αυτή του μήνα Μαΐου, όπου το γνωστό χρηματιστηριακό ρητό "Sell in May" βρίσκεται στο επίκεντρο.

Την ίδια ώρα, το μπαράζ των θετικών εκτιμήσεων για τις ελληνικές τράπεζες συνεχίζεται, με εγχώριους αλλά και διεθνείς οίκους να ανεβάζουν τις τιμές-στόχους, ενώ η DBRS έδωσε αξιολόγηση επενδυτικής βαθμίδας στην Εθνική Τράπεζα –κάτι που συμβαίνει πρώτη φορά στην ιστορία για ελληνική τράπεζα–, χάρη στον ισχυροποιημένο ισολογισμό, την υψηλή οργανική κερδοφορία, τη σταθερή δημιουργία κεφαλαιακών αποθεμάτων, καθώς και την ισχυρή χρηματοδοτική θέση και ρευστότητά της. Παράλληλα, το νέο 30ετές ομόλογο του Ελληνικού Δημοσίου επιβεβαίωσε το success story της Ελλάδας, ανοίγοντας τον δρόμο για νέες αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής της αξιολόγησης και δίνοντας νέο "ρυθμό" στην αγορά.

Όπως σχολιάζει ο Δημήτρης Τζάνας, σύμβουλος επενδύσεων στην Κύκλος Χρηματιστηριακή, η πετυχημένη έκδοση 30ετούς ομολόγου από τον ΟΔΔΗΧ με τη θεαματική υπερκάλυψη ήταν η σημαντικότερη εξέλιξη των προηγούμενων ημερών. Επιπλέον, η αναγγελία της εξαγοράς ποσοστού της E-Net με υπερτίμημα κατά 20% υψηλότερο σε σχέση με την τρέχουσα τιμή διαπραγμάτευσης και με τη συμμετοχή μεγάλου διεθνούς επενδυτή, της General Atlantic, διαμόρφωσε κλίμα επικείμενων νέων συμφωνιών και για άλλες εισηγμένες εταιρείες εκτός του κλάδου της πληροφορικής.

"Εδραιώνεται, επομένως, η πεποίθηση για το ελπιδοφόρο αναπτυξιακό αφήγημα της ελληνικής οικονομίας από κοινού με τις βάσιμες προσδοκίες μεγέθυνσης των εταιρικών μεγεθών των βασικών κλάδων του Χ.Α., ιδιαίτερα όσων συνδέονται με τις ροές των ευρωπαϊκών κονδυλίων (ενεργειακός και ψηφιακός μετασχηματισμός κ.ά.) και την εξωστρέφεια", τονίζει ο αναλυτής. 

Μετά τα ρεκόρ, τι;

Ο Γενικός Δείκτης κινείται στη ζώνη των 1.450 μονάδων, προσβλέποντας στις εξελίξεις που θα διαμορφώσουν τις προϋποθέσεις για κίνηση προς τις 1.500 μονάδες στη "μετα-πασχαλινή" εποχή. Η εικόνα της κερδοφορίας των εισηγμένων είναι σίγουρα μία από αυτές.

Οι δημοσιεύσεις των οικονομικών αποτελεσμάτων των εισηγμένων για τη χρήση 2023 ολοκληρώθηκαν με ρεκόρ κερδοφορίας και σημαντική ενίσχυση των μερισμάτων (στα 10,8 δισ. ευρώ τα καθαρά κέρδη με αύξηση 1,8% από το 2022, που ήταν χρονιά-ρεκόρ, στα 3,4 δισ. ευρώ τα μερίσματα έναντι 2,4 δισ. ευρώ στην προηγούμενη χρήση), ενώ ήδη έχουν αρχίσει οι ανακοινώσεις αποτελεσμάτων πρώτου τριμήνου, με τα πρώτα μηνύματα να είναι υποστηρικτικά. 

Πάντως, το 2024 εκ πρώτης όψεως τα πράγματα δεν φαίνονται τόσο εύκολα για την πορεία των μεγεθών των εισηγμένων, καθώς καλούνται να επαναλάβουν ή και να υπερβούν επιδόσεις μιας διετίας-ρεκόρ. Πολλά θα κριθούν από την επενδυτική δραστηριότητα και την ωρίμανση των επιχειρηματικών πλάνων των προηγούμενων ετών.

Μετά την ταχεία ανάκαμψη της κερδοφορίας των εισηγμένων από την κρίση της COVID-19, η πορεία των μεγεθών του τρέχοντος έτους θα διαδραματίσει κρίσιμο ρόλο και στις επιδόσεις του Χρηματιστηρίου, όπως έχει σημειώσει η NBG Securities. Συνολικά, παρόλο που ο κύκλος εργασιών των εισηγμένων αναμένεται να επηρεαστεί θετικά από τον πληθωρισμό και τα περαιτέρω κέρδη θέσεων εργασίας, ο πληθωρισμός και το υψηλότερο ετήσιο κόστος τόκων μπορεί να ασκήσουν πιέσεις στην καθαρή κερδοφορία.

Ενδεικτικά, σύμφωνα με την εταιρεία ανάλυσης FactSet, συνολικά τα καθαρά κέρδη για το 2024 των εισηγμένων που συνθέτουν τον Γενικό Δείκτη του Χρηματιστηρίου Αθηνών (συμπεριλαμβανομένων των τραπεζών) τοποθετούνται 4% χαμηλότερα σε ετήσια βάση σε σχέση με το 2023, ενώ, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της NBG Securities, θα κινηθούν οριακά ανοδικά, με αύξηση κάτω του 1%. Εξαιρώντας τις τράπεζες, τα συνολικά καθαρά κέρδη των εισηγμένων θα καταγράψουν αύξηση 3% ετησίως το 2024, υποστηριζόμενα από τη ΔΕΗ, τον βιομηχανικό κλάδο (Mytilineos, Cenergy, Ελβαλχαλκόρ) και τον κλάδο των τυχερών παιχνιδιών (ΟΠΑΠ), παρά την αναμενόμενη πτώση στα μεγέθη των διυλιστηρίων. Η χρηματιστηριακή έχει σημειώσει ότι τα συνολικά κέρδη των τραπεζών τοποθετούνται κατά 2% χαμηλότερα σε ετήσια βάση το 2024.

Sell in May;

Το ερώτημα που απασχολεί κάθε χρόνο τέτοια εποχή την επενδυτική κοινότητα είναι κατά πόσο θα επαληθευτεί το χρηματιστηριακό ρητό "Sell in May and go away" (Πουλήστε τον Μάιο και φύγετε μακριά). Η φράση αναφέρεται σε μια στρατηγική για τις μετοχές με βάση τη θεωρία ότι η αγορά υποαποδίδει την εξάμηνη περίοδο μεταξύ Μαΐου και Οκτωβρίου, οπότε προτείνει την έξοδο από τις μετοχές τον πέμπτο μήνα του έτους και την επιστροφή στην αγορά και πάλι τον Νοέμβριο.

Στατιστικά, τα ποσά που επενδύονται στις αγορές από τον Νοέμβριο έως τον Απρίλιο (το πιο ισχυρό εξάμηνο της χρονιάς) τείνουν να υπεραποδίδουν έναντι των ποσών που επενδύονται από τον Μάιο έως τον Οκτώβριο, ενώ οι διορθώσεις τείνουν να είναι μεγαλύτερες κατά τη διάρκεια των "Sell in May" περιόδων. Σύμφωνα με ανάλυση της Bank of America, η εποχικότητα από το 1928 δείχνει ότι το διάστημα Μαΐου-Οκτωβρίου έχει τις χαμηλότερες μέσες αποδόσεις από οποιαδήποτε εξάμηνη περίοδο του έτους, με τον S&P 500 να αυξάνεται στο 65% των περιπτώσεων με μέση απόδοση 2,16%. 

Ωστόσο η στρατηγική "Sell in May" δεν λειτουργεί πάντα. Αντίθετα, η στρατηγική της παραμονής στην αγορά έχει υπεραποδώσει στις ΗΠΑ τα τελευταία χρόνια, για παράδειγμα. Και ιστορικά υπάρχουν πολλές περίοδοι όπου το "Sell In May" δεν λειτούργησε και οι αγορές διεθνώς ανέβηκαν. Το 2020 και το 2021 οι μαζικές παρεμβάσεις της Federal Reserve ώθησαν τις τιμές υψηλότερα τον Απρίλιο και τους επόμενους καλοκαιρινούς μήνες. Ωστόσο το 2022 συνέβη το αντίθετο, καθώς τον Απρίλιο οι αγορές υποχώρησαν απότομα, αφού η Fed ξεκίνησε μια επιθετική εκστρατεία αύξησης των επιτοκίων τον προηγούμενο μήνα. Το 2023 το γνωστό αυτό ρητό και πάλι δεν "λειτούργησε".

Το 2023 το Χρηματιστήριο Αθηνών διέψευσε την ιστορία και όσους πίστευαν στο γνωστό χρηματιστηριακό ρητό. Όποιος αποφάσισε να φύγει από το Χ.Α. στις αρχές του Μαΐου του 2023 σίγουρα αισθάνθηκε "άβολα". Με αποδόσεις άνω του 12% τον συγκεκριμένο μήνα, ο Γενικός Δείκτης αντάμειψε και με το παραπάνω όσους πίστεψαν στις ισχυρές προοπτικές της ελληνικής αγοράς. Αξίζει να σημειώσουμε πως η αγορά είχε λάβει ώθηση από τις εκλογές, καθώς και τις προσδοκίες για την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, ενώ οι εκτιμήσεις για νέα IPOs και deals και η πορεία των τραπεζικών μετοχών, οι οποίες και ήταν ο απόλυτος πρωταγωνιστής, είχαν δημιουργήσει ένα απόλυτα θετικό momentum.

Σε ό,τι αφορά το τι επιφυλάσσει ο φετινός Μάιος για τις αγορές και εάν η φυγή από τις μετοχές θα είναι μια "σοφή" στρατηγική, το μήνυμα που στέλνει η Deutsche Bank είναι το εξής: "Μπορείτε να πουλήσετε τον Μάιο, αλλά μπορείτε επίσης παίξετε κορόνα-γράμματα με ένα νόμισμα και οι πιθανότητες επιτυχίας σας θα είναι παρόμοιες. Προτιμούμε να ακολουθήσουμε μια πιο θεμελιώδη προσέγγιση και δεν θα συνιστούσαμε να επενδύσουμε με βάση ιστορικά πρότυπα. Ευτυχώς, τα θεμελιώδη στοιχεία στην Ευρώπη συνεχίζουν να φαίνονται ενθαρρυντικά και οι ευρωπαϊκές μετοχές εξακολουθούν να διαπραγματεύονται σε σχετικά φθηνές αποτιμήσεις. Με τη μείωση των ποσοστών πληθωρισμού και τις πρώτες μειώσεις των επιτοκίων εν όψει, εμμένουμε στην εποικοδομητική μας άποψη για τις μετοχές και συνιστούμε να χρησιμοποιήσετε την πρόσφατη διόρθωση ως ευκαιρία αγοράς".

Ανάλογη "απάντηση" δίνει και η Fidelity. "Πρέπει να πουλήσετε τον Μάιο του 2024 και να φύγετε; Μάλλον όχι, σύμφωνα με τα ιστορικά δεδομένα, καθώς μπορεί να υπάρχουν καλύτερες στρατηγικές. Επιπλέον, οι ημερολογιακές τάσεις της χρηματιστηριακής αγοράς, όπως η "πώληση τον Μάιο”, δεν λαμβάνουν υπόψη τη μοναδικότητα κάθε περιόδου: τον οικονομικό, τον επιχειρηματικό κύκλο και το περιβάλλον της αγοράς, που διαφοροποιείται τώρα από το παρελθόν. Υπάρχουν πολλοί λόγοι να είναι κανείς bullish για τις μετοχές αυτήν τη στιγμή, παρά τις ανησυχίες για τον πληθωρισμό, τα μικτά προς το παρόν μηνύματα από το μέτωπο των αποτελεσμάτων α’ τρίμηνου".

Θετικές οι προοπτικές του Χ.Α. και των τραπεζών

Οι αναλυτές υπογραμμίζουν τους καταλύτες που έχει μπροστά του το Χ.Α. το επόμενο διάστημα, υποστηρίζοντας πως θα μπορέσει να πλοηγηθεί χωρίς σημαντικά προβλήματα στις όποιες αναταράξεις προκύψουν το επόμενο διάστημα, καθώς το momentum παραμένει ανοδικό.

"Παραμένουμε θετικοί για τις προοπτικές του Χ.Α. από το 2024 και μετά, καθώς η αγορά έχει ξεκινήσει το έτος με θετικό πρόσημο και καθώς οι επενδυτές προσπαθούν να δουν πέρα από τις γεωπολιτικές αναταράξεις και τις αβέβαιες προοπτικές αναφορικά με την πολιτική επιτοκίων των κεντρικών τραπεζών", σημειώνει η NBG Securities.

Κατά την άποψη της χρηματιστηριακής, οι βασικοί παράγοντες που θα καθορίσουν τις επιδόσεις του Χρηματιστηρίου κατά τη διάρκεια του 2024-2026 είναι:

α) H αναπτυξιακή ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας σε ένα αβέβαιο παγκόσμιο περιβάλλον.

β) H αναβάθμιση του Χ.Α. σε καθεστώς ανεπτυγμένης αγοράς και η ένταξή του στους σχετικούς δείκτες.

γ) H επικείμενη διάθεση των υπόλοιπων μετοχών που κατέχει το ΤΧΣ στην Εθνική Τράπεζα, η οποία αναμένεται να αυξήσει την ημερήσια αξία των συναλλαγών.

Όπως επισημαίνει η NBG Securities, η κεφαλαιοποίηση του Χ.Α. σε σχέση με το ΑΕΠ έχει βελτιωθεί τα τελευταία χρόνια, από το χαμηλό 24% το 2016 σε 42% το 2023. Παρά τη βελτίωση, ο δείκτης ωστόσο παραμένει πολύ χαμηλότερα από αυτόν των ανεπτυγμένων αγορών. Δεδομένης όμως της μεταρρυθμιστικής, φιλικής προς την αγορά κυβέρνησης της Ελλάδας, σε συνδυασμό με την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας σε επενδυτική βαθμίδα το 2023, η χρηματιστηριακή θεωρεί ότι η σύγκλιση του Χ.Α. προς τα ευρωπαϊκά πρότυπα είναι πολύ πιθανή. Σημειώνει επίσης ότι η αναβάθμιση της χώρας σε επενδυτική βαθμίδα έχει ήδη οδηγήσει σε re-rating των ελληνικών μετοχών και είναι πολύ πιθανό να οδηγήσει στην ενδεχόμενη επανένταξή τους στους δείκτες των ανεπτυγμένων αγορών (πιθανώς στα τέλη του 2025 με αρχές του 2026), γεγονός που αποτελεί αναμφίβολα βασικό καταλύτη για την απόδοσή τους.

Σε ό,τι αφορά τις τράπεζες, η διόρθωση που σημείωσαν το προηγούμενο διάστημα θεωρείται από τους αναλυτές ότι αποτελεί έναυσμα για νέα άνοδο. 

Σε νέα έκθεσή της η Eurobank Equities σημείωσε πως εντοπίζει ελκυστική ευκαιρία εισόδου στις μετοχές των ελληνικών τραπεζών στις τρέχουσες τιμές, λόγω των ακόμη συντηρητικών εκτιμήσεων για τους δείκτες απόδοσης, των ελκυστικών αποτιμήσεων και των καταλυτών που αναμένονται το επόμενο διάστημα, όπως η επιστροφή στις διανομές μερισμάτων και οι περαιτέρω αναβαθμίσεις των εκτιμήσεων για την κερδοφορία τους.

Όπως επισήμανε η χρηματιστηριακή, οι μετοχές των ελληνικών τραπεζών ξεκίνησαν δυναμικά το 2024 (μέχρι τον Φεβρουάριο), κλείνοντας το χάσμα αποτίμησης έναντι των τραπεζών της περιφέρειας. Ωστόσο τον Μάρτιο σημείωσαν υποαπόδοση, με το σχετικό χάσμα αποτιμήσεων να διευρύνεται σε τουλάχιστον 20%, λόγω ανησυχιών σχετικά με την ευαισθησία τους στον κύκλο μείωσης των επιτοκίων και της αβεβαιότητας σχετικά με το ύψος των μερισμάτων που θα μπορούν να διανείμουν. Πιο πρόσφατα ανέκαμψαν, ακολουθώντας την κίνηση των τραπεζών στην Ε.Ε, ωστόσο εξακολουθούν να διαπραγματεύονται με μεγάλο discount, άνω του 20%.

"Επομένως, η επενδυτική περίπτωσή τους εξακολουθεί να φαίνεται πολύ συναρπαστική", τονίζει η Eurobank Equities, ειδικά εάν ληφθούν υπόψη τα εξής: 

1) Οι προβλεπόμενες αποδόσεις ιδίων κεφαλαίων (RoTE), που είναι στο 14%-12% για το 2024-2026. 

2) Oι ανώτερες προοπτικές ανάπτυξης δανεισμού έναντι των τραπεζών στην Ε.Ε. 

3) Η επιμελής διαχείριση κόστους. 

4) Η βελτιωμένη δημιουργία προμηθειών. 

5) Η αντιστάθμιση καταθέσεων εν όψει και των μειώσεων των επιτοκίων.

6) Η συνεχιζόμενη μείωση των προβλέψεων, οι οποίες είναι έτοιμες να αντισταθμίσουν την ομαλοποίηση των επιτοκιακών εσόδων (NII).

* Αναδημοσίευση από την εφημερίδα "Κεφάλαιο".