Τετάρτη, 07-Ιουν-2023 14:18
Ebury: Ακόμη και με στροφή στη νομισματική πολιτική, η τουρκική λίρα θα διολισθήσει περαιτέρω

Για άλλη μια φορά, η τουρκική λίρα παρέμεινε μεταξύ των νομισμάτων με τις χειρότερες επιδόσεις στον κόσμο μέχρι στιγμής το 2023, επεκτείνοντας ένα απότομο sell-off που την έχει οδηγήσει να καταρρίψει επίπεδα-ρεκόρ σε υποχώρηση έναντι του δολαρίου, τονίζει στην προγραμματισμένη ανάλυσή της για το τουρκικό νόμισμα η Ebury.
Μετά την επανεκλογή του προέδρου Ταγίπ Ερντογάν στην Τουρκία τον Μάιο, το ζεύγος USD/TRY ξεπέρασε για πρώτη φορά το όριο των 21,5 λιρών ανά δολάριο, επεκτείνοντας την υποτίμηση της λίρας από την αρχή του έτους μέχρι σήμερα στο 13%. Πράγματι, η λίρα ήταν εδώ και πολύ καιρό ένα από τα λιγότερο ευνοημένα νομίσματα μεταξύ των επενδυτών, έχοντας χάσει περίπου τα δύο τρίτα της αξίας της μόνο τα τελευταία τρία χρόνια. Αυτό κάνει τη λίρα μακράν τη χειρότερη σε απόδοση από όλα τα νομίσματα που καλύπτει η Ebury κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.
Ποιοι παράγοντες όμως κρύβονται πίσω από την απότομη υποτίμηση της τουρκικής λίρας τα τελευταία χρόνια; Οι κύριες δυνάμεις που συνέβαλαν στην πτώση του νομίσματος και οι βασικοί λόγοι για πιθανές πρόσθετες απώλειες είναι μεταξύ άλλων:
α) Μεγάλη εξάρτηση από εξωτερική χρηματοδότηση. Ένα από τα βασικά ζητήματα για την Τουρκία είναι ότι το αναπτυξιακό μοντέλο της χώρας εξαρτάται, σε μεγάλο βαθμό, από εξωτερική χρηματοδότηση. Αυτό το μοντέλο έχει αποδειχθεί σε μεγάλο βαθμό επιτυχημένο τα τελευταία χρόνια, επιτρέποντας στην οικονομία της χώρας να αναπτύσσεται με μέσο ρυθμό μεταξύ 5-6% την τελευταία δεκαετία. Ωστόσο, αυτό το ισχυρό επίπεδο ανάπτυξης έχει κόστος, καθώς συνέβαλε τόσο στη διόγκωση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, όσο και στην αύξηση του χρέους σε συνάλλαγμα. Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της Τουρκίας έφτασε σε ιστορικό υψηλό τον Ιανουάριο, με το έλλειμμα να εκτινάσσεται στο 6,9% του ΑΕΠ το πρώτο τρίμηνο του 2023, το μεγαλύτερο από το πρώτο τρίμηνο του 2012. Ο πρόεδρος Ερντογάν υποστήριξε ότι αυτό το έλλειμμα θα εξομαλυνθεί λόγω των επιπτώσεων της ασθένέστερης λίρας στα έσοδα από τις εξαγωγές, αν και αυτό δεν συνέβη, εν μέρει λόγω της αύξησης των τιμών της εισαγόμενης ενέργειας.
Το επίπεδο του εξωτερικού χρέους σε συνάλλαγμα συνέχισε επίσης να αυξάνεται σε ονομαστικούς όρους και παραμένει δυσάρεστα υψηλό ως ποσοστό των συνολικών υποχρεώσεων (62,1% τον Απρίλιο). Επομένως, μια ασθενέστερη λίρα έχει αυτομάτως σημαντικό αντίκτυπο στην αύξηση του πραγματικού μεγέθους των υποχρεώσεων εξωτερικού χρέους της Τουρκίας, εμποδίζοντας την ικανότητα των τουρκικών οντοτήτων να αποπληρώνουν δάνεια από ξένα ιδρύματα, πολλά από τα οποία βρίσκονται στη ζώνη του ευρώ. Το υψηλό χρέος σε συνάλλαγμα, η αύξηση του εγχώριου πληθωρισμού και τα αυξανόμενα επιτόκια παγκοσμίως έχουν δημιουργήσει ένα κακό σπιράλ χρέους στην Τουρκία που έχει βυθίσει τη χώρα βαθύτερα στη συνεχιζόμενη οικονομική κρίση.
Ένα καλό μέτρο των ανησυχιών των επενδυτών σχετικά με μια χρεοκοπία είναι η αξία των ανταλλαγών πιστωτικής αθέτησης (CDS) της χώρας. Το πενταετές CDS έχει υποχωρήσει από τότε που εκτινάχθηκε σε υψηλό 19 ετών τον Ιούνιο του 2022 (890 μονάδες), αν και παραμένει αυξημένο (487 μονάδες).
β) Υψηλά επίπεδα εγχώριου πληθωρισμού. Ένα σημαντικό σημείο διαμάχης προς τις εκλογές του Μαΐου ήταν η απότομη αύξηση που παρατηρήθηκε στις εγχώριες τιμές. Ο επίσημος ετήσιος πληθωρισμός εκτινάχθηκε σε υψηλό 25ετίας 85,5% τον Οκτώβριο, αν και οι εκθέσεις αναφέρουν ότι ο πραγματικός ρυθμός αύξησης των τιμών ήταν σημαντικά υψηλότερος. Ο δείκτης μειώθηκε τους τελευταίους μήνες (39,6% τον Μάιο), αν και αυτό έχει να κάνει σε μεγάλο βαθμό με την υψηλή επίδραση της βάσης σύγκρισης από το προηγούμενο έτος, καθώς η αύξηση των τιμών συνεχίζει να κινείται πάνω από 2% ή περισσότερο σε μηνιαία βάση. Στην πρόσφατη άνοδο του πληθωρισμού συνέβαλαν ορισμένοι παράγοντες, με κυριότερους τους παρακάτω: α) Απότομη υποτίμηση της τουρκικής λίρας. β) Μια ανορθόδοξη στάση νομισματικής πολιτικής που είχε ως αποτέλεσμα μια σειρά από επιθετικές μειώσεις επιτοκίων το περασμένο έτος. γ) Διαταραχές στις αλυσίδες εφοδιασμού που είχαν προκληθεί από τα lockdown για την Covid-19. δ) Αύξηση των παγκόσμιων τιμών της ενέργειας μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία. Αυτό είχε δυσανάλογο αντίκτυπο στις εγχώριες τιμές, δεδομένου ότι η Τουρκία εισάγει σχεδόν όλο το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο της από το εξωτερικό. ε) Διαρθρωτικά ζητήματα στην τουρκική οικονομία (π.χ. υψηλές τιμές τροφίμων λόγω αδυναμίας αντιμετώπισης δυσμενών καιρικών συνθηκών).
γ) Μια ανορθόδοξη προσέγγιση της νομισματικής πολιτικής που επηρεάζεται υπερβολικά από την τουρκική κυβέρνηση. Ο πρόεδρος Ερντογάν συνέχισε να εμμένει στην εντελώς ανορθόδοξη άποψή του όσον αφορά τη νομισματική πολιτική, αποδίδοντας τα αυξανόμενα επίπεδα πληθωρισμού της Τουρκίας στα υψηλά επιτόκια. Πρόκειται για πλήρη ρήξη με την παραδοσιακή οικονομική θεωρία, η οποία προδιαγράφει την ανάγκη για υψηλότερα επιτόκια για την αντιμετώπιση του αυξανόμενου πληθωρισμού. Η Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας (CBRT) μείωσε επιθετικά τα επιτόκια από τον Αύγουστο του περασμένου έτους, μειώνοντας το βασικό της επιτόκιο συνολικά κατά 550 μονάδες βάσης, τη στιγμή που οι περισσότερες μεγάλες κεντρικές τράπεζες, συμπεριλαμβανομένης της Federal Reserve, αύξαναν ραγδαία τα επιτόκια. Τα επιτόκια μειώθηκαν πιο πρόσφατα στη συνεδρίαση της Τράπεζας τον Φεβρουάριο, με την CBRT να προχωρά σε άλλη μια μείωση 50 μονάδων βάσης στο 8,5%. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής έχουν κρατήσει αμετάβλητα τα επιτόκια από τότε, αν και ο Ερντογάν συνέχιζε να υποστηρίζει την ανάγκη για χαλαρότερη νομισματική πολιτική κατά την προεκλογική του εκστρατεία.
δ) Αδύναμα μακροοικονομικά μεγέθη, ιδίως ανεπαρκή αποθεματικά συναλλάγματος. Μετά τις προσπάθειες της κυβέρνησης να στηρίξει τη λίρα πριν από τις εκλογές του Μαΐου, τα συναλλαγματικά αποθέματα της κεντρικής τράπεζας εξαντλήθηκαν τους τελευταίους μήνες και, κατά την άποψή μας, παραμένουν ανεπαρκή για κάτι περισσότερο από μέτρια, βραχυπρόθεσμη παρέμβαση. Τα συναλλαγματικά αποθέματα ισοδυναμούν πλέον μόνο με κάλυψη εισαγωγών περίπου δύο μηνών, ενώ τα καθαρά αποθέματα έχουν πέσει σε αρνητικό έδαφος για πρώτη φορά σε περισσότερες από δύο δεκαετίες. Οι αρχές στην Τουρκία έχουν αποκαλύψει ένα ευρύ φάσμα εναλλακτικών σχεδίων που έχουν σχεδιαστεί για να στηρίξουν τη λίρα. Αυτό περιλαμβάνει το πρόγραμμα καταθέσεων KKM που ξεκίνησε στα τέλη του 2021, το οποίο αντισταθμίζει τις ζημίες που προκλήθηκαν από την πτώση της λίρας και ένα άλλο πρόγραμμα που παρουσιάστηκε τον Ιανουάριο και προσφέρει κίνητρα για εταιρείες που ανταλλάσσουν κέρδη τους σε συνάλλαγμα με εγχώριο νόμισμα. Αν και αυτά τα προγράμματα περιόρισαν κάπως την έκταση του sell-off στη λίρα τους τελευταίους περίπου 12 μήνες, τελικά ήταν ανεπαρκή για να αποφευχθεί η υποτίμηση και δεν μπορούν να θεωρηθούν μακροπρόθεσμες λύσεις για το νόμισμα.
Η λίρα είναι εδώ και καιρό ένα από τα πιο δύσκολα νομίσματα ως προς την πρόβλεψη της πορείας της. Είναι δύσκολο να ορίσει κανείς ένα ναδίρ για το νόμισμα, ακόμη και μετά το πρόσφατο sell-off, και η Ebury θεωρεί ότι πρόσθετες απώλειες για την τουρκική λίρα είναι πολύ πιθανές στην πορεία, μετά την εκλογική νίκη του Ερντογάν. Πιστεύουμε ότι θα είναι πολύ δύσκολο για τη λίρα να σημειώσει σημαντικά κέρδη από τα τρέχοντα επίπεδα, εφόσον η CBRT διατηρεί την ίδια ανορθόδοξη στάση νομισματικής πολιτικής. Ακόμη και σε περίπτωση επιθετικών αυξήσεων των επιτοκίων, που φαίνονται απίθανες, η λίρα μπορεί να μην λάβει τίποτα περισσότερο από προσωρινή στήριξη, δεδομένου του πλήθους των προκλήσεων που αντιμετωπίζει η τουρκική οικονομία, ιδίως των ανεπαρκών συναλλαγματικών αποθεμάτων και των αυξανόμενων επιπέδων χρέους.
Ο διορισμός του φιλικού προς την αγορά Μεχμέτ Σιμσέκ ως νέου υπουργού Οικονομικών της Τουρκίας δημιούργησε ελπίδες για μια πιο ορθόδοξη προσέγγιση της νομισματικής πολιτικής. Υποψιαζόμαστε ότι ο Ερντογάν είναι απίθανο να εγκρίνει μια πλήρη στροφή, δεδομένης της συνεχιζόμενης προτίμησής του για χαμηλότερα επιτόκια. Ακόμη και σε περίπτωση επιθετικών αυξήσεων των επιτοκίων, που δεν είναι το βασικό σενάριο σύμφωνα με την Ebury, αυτή δεν θα παρείχε κάτι περισσότερο από προσωρινή στήριξη για τη λίρα και ότι η μακροπρόθεσμη πορεία για το νόμισμα θα εξακολουθούσε να είναι καθοδική.
Η Ebury αναμένει, τέλος, μια υποτίμηση της λίρας γύρω στο επίπεδο των 30 λιρών ανά δολάριο στον προβλεπόμενο ορίζοντά, αν και σημειώνει ότι μια κίνηση προς μια πιο ρεαλιστική οικονομική πολιτική θα μπορούσε να περιορίσει την έκταση του sell-off.
Διαβάστε ακόμη: