Δευτέρα, 01-Μαϊ-2023 20:00
"Sell in May and go away" ή… buy; Τι βλέπουν οι αναλυτές για τις αγορές και πόσο βιώσιμο είναι το πρόσφατο ράλι

Της Ελευθερίας Κούρταλη
Η ανθεκτικότητα που έχουν σημειώσει οι αγορές, παρά τους τριγμούς που προκάλεσαν οι τραπεζικοί κλύδωνισμοί του Μαρτίου, ενδέχεται να τεθεί σε δοκιμασία το επόμενο διάστημα. Το ερώτημα που απασχολεί κάθε χρόνο τέτοια εποχή την επενδυτική κοινότητα είναι κατά πόσο θα επαληθευτεί το χρηματιστηριακό ρητό "Sell in May and go away" (Πουλήστε τον Μάιο και φύγετε μακριά). Η φράση αναφέρεται σε μία στρατηγική για τις μετοχές με βάση τη θεωρία ότι η αγορά υποαποδίδει την εξάμηνη περίοδο μεταξύ Μαΐου και Οκτωβρίου (το ρητό συνεχίζει "… and come come back on St. Leger's Day" δηλαδή επιστρέψτε στην αγορά την ημέρα του Αγίου Λέγκερ, που είναι στα τέλη Σεπτεμβρίου).
Στατιστικά τα ποσά που επενδύονται στις αγορές από τον Νοέμβριο έως τον Απρίλιο τείνουν να υπεραποδίδουν των ποσών που επενδύονται από τον Μάιο έως τον Οκτώβριο, ενώ οι διορθώσεις τείνουν να είναι μεγαλύτερες κατά τη διάρκεια των Sell in May περιόδων. Όπως σημειώνουν οι αναλυτές της Bank of America, η εποχικότητα από το 1928 δείχνει ότι ο Μάιος έως τον Οκτώβριο έχει τις χαμηλότερες μέσες αποδόσεις από οποιαδήποτε εξάμηνη περίοδο του έτους, με τον S&P 500 να αυξάνεται στο 65% των περιπτώσεων με μέση απόδοση 2,16%.
Ωστόσο, η στρατηγική Sell in May δεν λειτουργεί πάντα. Αντίθετα, η στρατηγική της παραμονής στην αγορά έχει υπεραποδώσει στην αγορά των ΗΠΑ τα τελευταία χρόνια, για παράδειγμα. "Οι μέσες αποδόσεις για την περίοδο των έξι μηνών δεν είναι αρνητικές και ότι παρόλο που ο Μάιος μπορεί να είναι ένας αδύναμος μήνας αν κανείς πουλήσει τον Μάιο και φύγει από την αγορά, θα μπορούσε να χάσει ένα καλοκαιρινό ράλι", όπως προσθέτει η BofA.
Και ιστορικά, υπάρχουν πολλές περίοδοι όπου το Sell In May δεν λειτούργησε και οι αγορές ανέβηκαν. Το 2020 και το 2021 ήταν παραδείγματα όπου μαζικές παρεμβάσεις της Federal Reserve ώθησαν τις τιμές υψηλότερα τον Απρίλιο και τους επόμενους καλοκαιρινούς μήνες. Ωστόσο, το 2022 συνέβη αντίθετο, καθώς τον Απρίλιο οι αγορές υποχώρησαν απότομα καθώς η Fed ξεκίνησε μια επιθετική εκστρατεία αύξησης των επιτοκίων τον προηγούμενο μήνα.
Καθώς ο Απρίλιος ολοκληρώθηκε, το ερώτημα που τίθεται είναι: θα είναι το 2023 άλλη μια χρονιά όπου θα λειτουργήσει η στρατηγική "Sell In May", ή όχι; Αν και κανείς δεν γνωρίζει την απάντηση, τα ιστορικά στατιστικά στοιχεία, οι τρέχοντες οικονομικοί δείκτες και τα τεχνικά μέτρα υποδηλώνουν ότι απαιτείται κάποια προσοχή. Άλλωστε και οι διεθνείς επενδυτικοί οίκοι στις νέες τους εκθέσεις για την πορεία των αγορών δηλώνουν επιφυλακτικότητα και τονίζουν πως το ράλι δεν έχει πολλά περιθώρια να συνεχιστεί το επόμενο διάστημα.
Η περίοδος των κερδών του α' τριμήνου ξεκίνησε με κάποιες θετικές εκπλήξεις και μπορεί να υπάρξουν και άλλες. Αλλά αυτό δεν θα πρέπει να προεξοφληθεί ως ένδειξη ισχυρότερης απόδοσης των μετοχών, σύμφωνα με τους αναλυτές της JPMorgan. Ήταν εύκολο για τις εταιρείες να ξεπεράσουν τις χαμηλές προσδοκίες για τα κέρδη, ενώ τα στοιχεία πήραν επίσης ώθηση από την οικονομική δραστηριότητα που ήταν καλύτερη από ό,τι στο α' τρίμηνο του 2022, υποστηρίζουν οι αναλυτές.
"Το ερώτημα είναι εάν οι μετοχές θα σημειώσουν περαιτέρω ράλι με στήριξη από αυτά τα αποτελέσματα", αναφέρουν οι αναλυτές της αμερικάνικης τράπεζας. "Σας συμβουλεύουμε να χρησιμοποιήσετε οποιαδήποτε δύναμη από τα θετικά αποτελέσματα α' τριμήνου ως ένα καλό επίπεδο για μείωση των θέσεών σας", όπως προσθέτουν.
Για να είναι κανείς θετικός στις μετοχές σε αυτό το στάδιο, πρέπει να έχει ένα πολύ bullish σύνολο παραδοχών για ανάπτυξη/επιτόκια/Κίνα/πολιτική κ.λπ., τονίζει η JP Morgan. Όλα αυτά συμβάλουν στην άποψή της ότι οι μετοχές πρόκειται να αποδυναμωθούν για το υπόλοιπο του έτους. Η JPM ήταν Bullish για τις μετοχές το δ’ τρίμηνο του 2022 και περιμέναμε ότι η άνοδος θα επεκταθεί στο α’ τρίμηνο του 2023, και πιστεύει πως η πιο σοφή στρατηγική είναι η underweight στάση στο εξής.
Η JPM συνεχίζει να εκτιμά πως έχουμε ήδη δει τα υψηλά των αγορών για φέτος και τονίζει πως το ισχυρό ράλι που είχε ξεκινήσει τον Οκτώβριο και το οποίο οδηγήθηκε από τις εκτιμήσεις για κορύφωση του πληθωρισμού, το reopening της Κίνας και την πτώση των τιμών της ενέργειας στην Ευρώπη, δεν έχει λόγους "ύπαρξης" στο β’ εξάμηνο του 2023.
"Στις αρχές της χρονιάς οι αγορές συνέχισαν να έχουν ένα υποστηρικτικό και ανθεκτικό οικονομικό περιβάλλον στο πλευρό τους, αλλά πλέον όλες οι στηρίξεις έχουν "λήξει”", όπως τονίζει . "Ενώ τμήματα της αγοράς φαίνονται βραχυπρόθεσμα υπερπουλημένα και ενδέχεται να υπάρξουν πιθανές ανακάμψεις, σας συμβουλεύουμε να τα χρησιμοποιήσετε ως ευκαιρία για να πραγματοποιήσετε περαιτέρω ρευστοποιήσεις των θέσεων σας", τονίζει η JP Morgan. "Είναι απίθανο να δούμε τον πάτο των αγορών πριν η Fed έχει ήδη προχωρήσει σε αλλαγή στάσης και έχει πραγματοποιήσει μειώσεις επιτοκίων", τονίζει χαρακτηριστικά.
Οι οικονομολόγοι της Citi αναμένουν ότι οι ΗΠΑ θα εισέλθουν σε ύφεση το τέταρτο τρίμηνο του 2023. Ακόμη και αν το ευρωπαϊκό ΑΕΠ ξεπεράσει αυτό των ΗΠΑ, οι ευρωπαϊκές μετοχές και η κερδοφορία των ευρωπαϊκών εταιρειών θα τεθούν υπό πίεση, όπως επισημαίνει. Ενώ τα χειρότερα από την πρόσφατη τραπεζική αναταραχή πιθανότατα να είναι πίσω μας, εξακολουθεί να προβλέπει υποτονική παγκόσμια ανάπτυξη, με αυξημένους κινδύνους για εξαιρετικά χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Ακόμη και στο θετικό σενάριο, οι ΗΠΑ πρόκειται να εισέλθουν σε ύφεση και αυτό θα έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις για τις παγκόσμιες μετοχές, με την Ευρώπη να βρίσκεται στο επίκεντρο, όπως εκτιμά.
Ακόμα κι αν το ΑΕΠ των ΗΠΑ και της Ευρώπης δεν κινηθούν με τους ίδιους ρυθμούς, τα κέρδη ανά μετοχή των εισηγμένων (EPS) μπορεί να το κάνουν, τονίζει η Citi. Οι ευρωπαϊκές εταιρείες έχουν γίνει πιο διεθνείς και τα κέρδη συσχετίζονται όλο και περισσότερο με τα κέρδη των εταιρειών των ΗΠΑ. Ειδικότερα, το ένα τέταρτο των εσόδων για τις ευρωπαϊκές εταιρείες προέρχεται πλέον από τη Βόρεια Αμερική, με ορισμένους κλάδους να φτάνουν έως και το 50%.
Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, η Ευρώπη δεν απέφυγε ποτέ μια συρρίκνωση των EPS γύρω από μια ύφεση των EPS των ΗΠΑ. Και, πιο συγκεκριμένα, η Citi διαπιστώνει ότι κατά τη διάρκεια μιας τριμηνιαίας συρρίκνωσης των EPS των ΗΠΑ, υπάρχει 70% πιθανότητα η ευρωπαϊκή αγορά να δει επίσης πτώση των EPS το ίδιο ακριβώς τρίμηνο. Με απλά λόγια, η Ευρώπη θα δυσκολευτεί να αποφύγει το "χτύπημα" από μια συρρίκνωση των EPS των ΗΠΑ, όπως τονίζει η Citi.
Έτσι, η Citi εξακολουθεί να προτιμά τις αμερικάνικες μετοχές έναντι των ευρωπαϊκών. Όπως επισημαίνει, οι ΗΠΑ τείνουν να αποδίδουν πιο αμυντικά από άλλες αγορές κατά τη διάρκεια της επιβράδυνσης της κερδοφορίας, με τον S&P 500 να ξεπερνά το Stoxx 600 σε καθεμία από τις τελευταίες έξι σημαντικές πτώσεις των EPS των ΗΠΑ. Αυτός ήταν ένας βασικός λόγος πίσω από την πρόσφατη αναβάθμιση της Citi της αγοράς μετοχών των ΗΠΑ σε overweight και την υποβάθμιση της Ευρώπης σε ουδέτερη στάση.
Η ευρωπαϊκή αγορά μετοχών έχει ανακάμψει πλήρως από το sell-off του Μαρτίου και τώρα διαπραγματεύεται ακόμη και σε υψηλότερο επίπεδο από τον Φεβρουάριο, σημειώνει η Société Générale. Ωστόσο, εξετάζοντας την ευρωπαϊκή αγορά φαίνεται πως η άνοδος οφείλεται στις αμυντικές παρά στις κυκλικές μετοχές. Από τις αρχές Φεβρουαρίου, οι κλάδοι χαμηλών beta υπεραπέδωσαν συνολικά τους κλάδους υψηλής beta, παρά το γεγονός ότι η αγορά ήταν ελαφρώς ανοδική. Μια ανοδική αγορά που οδηγείται από τις αμυντικές μετοχές δεν είναι κάτι καινούργιο, καθώς αυτό έχει συμβεί περίπου δέκα φορές την τελευταία δεκαετία, αλλά αυτή είναι η πρώτη φορά από τις αρχές του 2020, λίγο πριν από την COVID.
Τι σημαίνει αυτό; Η SocGen τονίζει πως η υπεραπόδοση των αμυντικών μετοχών και κλαδών είναι ουσιαστικά η αντανάκλαση της έλλειψης πεποίθησης από τους επενδυτές στον τρέχον οικονομικό κύκλο και τις προοπτικές της οικονομίας. Η αγορά έχει επίσης πιθανώς τιμολογήσει πάρα πολλά καλά νέα ήδη (άνοιγμα της Κίνας, μη διαταραχή της ενέργειας στην Ευρώπη, κ.λπ.).
Ενώ η SocGen στο δεύτερο εξάμηνο του 2022 και στις αρχές του 2023 συνιστούσε τοποθετήσεις στις κυκλικές μετοχές, στα μέσα Φεβρουαρίου άλλαξε στάση μειώνοντας την έκθεσή της σε αυτά τα assets. Τότε, τα μοντέλα της έδειχναν, μετά την υπεραπόδοση των κυκλικών μετοχών μεταξύ του Ιουνίου 2022 και του Φεβρουαρίου 2023, ότι οι αγορές δεν τιμολογούσαν πλέον συρρίκνωση της οικονομίας και ομαλοποιήθηκε η αποτίμηση μεταξύ των κυκλικών και των αμυντικών μετοχών. Η πρόσφατη υποαπόδοση των κυκλικών μετοχών δεν άλλαξε τη συνολική εικόνα αποτίμησης και τα νέα στοιχεία του PMI της μεταποίησης στην Ευρωζώνη (στις 45,5 μονάδες) δεν αποτελεί κίνητρο για να βιαστεί κανείς να επανατοποθετεί σε κυκλικούς κλάδους.
Με βάση τα παραπάνω, η γαλλική τράπεζα τονίζει πως δεν βλέπει περαιτέρω σημαντικά περιθώρια ανόδου στο σύνολο της ευρωπαϊκής αγοράς μέχρι το τέλος του 2023, επειδή η αγορά είναι δίκαια αποτιμημένη, και δεν αναμένει ότι η κερδοφορία των εταιρειών το 2023 θα αυξηθεί. Βλέπει, ωστόσο, ορισμένες επενδυτικές ευκαιρίες σε μετοχές "αξίας" στην Ευρώπη, οι οποίες έχουν μείνει πίσω και μπορεί να επωφεληθούν από τα υψηλότερα επιτόκια και ένα ανθεκτικό μακροοικονομικό υπόβαθρο.
Η Bank of America επιμένει στην αρνητική της στάση για τις ευρωπαϊκές μετοχές και διατηρεί την underweight σύσταση για τις κυκλικές μετοχές έναντι των αμυντικών. "Η προσδοκία μας για ασθενέστερη ανάπτυξη και διεύρυνση των risk premia, συνάδει με βουτιά 20% για τον Stoxx 600 στις 365 μονάδες έως τις αρχές του τέταρτου τριμήνου", τονίζει η αμερικάνικη τράπεζα. Οι μακροοικονομικές της προβλέψεις, όπως προσθέτει, συνάδουν επίσης με υποαπόδοση 10% για τις κυκλικές έναντι των αμυντικών μετοχών και των μετοχών αξίας έναντι των μετοχών ανάπτυξης. Οι αγαπημένοι της αμυντικοί κλάδοι είναι τα τρόφιμα και τα ποτά και τα φάρμακα, ενώ τα μεγάλα underweights είναι οι τράπεζες και o κλάδος των αυτοκίνητων.
Η πρόσφατη δημοσκόπηση της BofA στο περιβάλλον των fund managers δείχνει πως η πλειονότητα των επενδυτών είναι bearish πλέον στις ευρωπαϊκές μετοχές. Ειδικότερα, το 70% των επενδυτών αναμένει καθοδική πορεία για την ευρωπαϊκή αγορά τους επόμενους μήνες ως απάντηση στη νομισματική σύσφιξη και το 55% προβλέπει πτώση τους επόμενους δώδεκα μήνες. Ο επίμονος πληθωρισμός που οδηγεί σε μεγαλύτερη σύσφιξη των κεντρικών τραπεζών θεωρείται ως η πιο πιθανή αιτία διόρθωσης (30% των ερωτηθέντων), ακολουθούμενος από την αποδυνάμωση των μακροοικονομικών δεδομένων (25%). Το 38% θεωρεί ότι η απουσία αμυντικών στρατηγικών αντιστάθμισης κινδύνου είναι ο βασικός κίνδυνος για το χαρτοφυλάκιό τους, αν και το 25% ανησυχεί ότι εάν μειώσει υπερβολικά την έκθεσή του σε μετοχές μπορεί να χάσει το ενδεχόμενο να συνεχιστεί το ράλι.
Παράλληλα, το 75% των fund managers πιστεύει ότι η ανάπτυξη στην Ευρώπη θα εξασθενήσει τους επόμενους δώδεκα μήνες, ως απάντηση στη νομισματική σύσφιξη, ενώ το ποσοστό που αναμένει ύφεση κινείται στο 55%-60 %. Σε παγκόσμιο επίπεδο, το 63% προβλέπει επιβράδυνση τους επόμενους δώδεκα μήνες, με το 48% να αναμένει ύφεση στην παγκόσμια οικονομία.
Επίσης, το 58% αναμένει ότι η βουτιά της ζήτησης ως απάντηση στην επιδείνωση των πιστωτικών συνθηκών θα είναι το κυρίαρχο μακροοικονομικό θέμα τους επόμενους μήνες, οδηγώντας σε: (α) αύξηση των κινδύνων ύφεσης, (β) εξασθένιση του πληθωρισμού, (γ) κορύφωση της επιθετικότητας των κεντρικών τραπεζών, και (δ) χαμηλότερες αποδόσεις ομολόγων.