Οι 4+1 προκλήσεις για το Χ.Α. στο λυκαυγές του 2016
Δευτέρα, 28-Δεκ-2015 08:15
Του Νίκου Χρυσικόπουλου
Με το Γενικό Δείκτη του ελληνικού Χρηματιστηρίου να οδεύει προς το κλείσιμο της χρονιάς στο -25%, δεκάδες μετοχές να εμφανίζουν πολλαπλάσιες απώλειες και στις τραπεζικές μετοχές να έχει καταγραφεί ένας πραγματικός όλεθρος, το βλέμμα των επενδυτών στρέφεται πλέον στο νέο έτος και στις προσδοκίες που καλλιεργούνται για αναστροφή της εικόνας.
Το εγχείρημα δεν αναμένεται εύκολο. Το 2016 αναμένεται να είναι μια χρονιά μεγάλων ευκαιριών αλλά και υψηλού ρίσκου. Ο πολιτικός παράγοντας αναμένεται για άλλη μια φορά να είναι καθοριστικός, όπως και η αξιολόγηση του δεύτερου προγράμματος χρηματοδότησης, ωστόσο υπάρχουν αρκετοί άλλοι επιμέρους παράγοντες από τους οποίους θα εξαρτηθεί εν πολλοίς η κατεύθυνση που θα λάβει η αγορά. Οι αναλυτές εντοπίζουν 4+1 προκλήσεις για την πορεία της Λ. Αθηνών, η αντιμετώπιση των οποίων θα διαμορφώσει και την τελική εικόνα για το Χ.Α.
Τραπεζικές μετοχές: Η ανακεφαλαιοποίηση ολοκληρώθηκε, το rebalancing επίσης και πλέον οι τραπεζικές μετοχές έχουν αποκτήσει διαφορετική βαρύτητα και σημασία για το χρηματιστηριακό ταμπλό. Από την πορεία τους εξαρτάται εν πολλοίς η επόμενη ημέρα στο Χ.Α. καθώς μέχρι πρότινος αποτελούσαν βαρίδι για το σύνολο της αγοράς. Στο πλαίσιο αυτό, οι τιμές στόχοι που δίνουν οι επενδυτικοί οίκοι και οι χρηματιστηριακές εταιρείες κινούνται σε αισθητά υψηλότερα επίπεδα από τα σημερινά και δίνουν upside της τάξης του 60%-80%, κάτι που μεταφράζεται σε κεφαλαιοποίηση άνω των 16 -18 δισ. ευρώ για τον κλάδο, με ορίζοντα το τέλος του 2016.
Στο πλαίσιο αυτό, η μόνη τράπεζα που συγκεντρώνει συστάσεις αγοράς από το σύνολο των αναλυτών που την καλύπτουν είναι η Alpha Bank, ενώ έχει και την υψηλότερη σημασία πλέον για τη διαμόρφωση των δεικτών στην αγορά. Η μετοχή της τράπεζας αναμένεται ότι θα έχει βαρύτητα 15% στον FTSE Large Cap ενώ στον Γενικό Δείκτη θα βαραίνει σε ποσοστό 10%, ισοδύναμα δηλαδή με τη μετοχή της Coca Cola της οποίας το ειδικό βάρος θα διαμορφώνεται στο 10%.
Σε κάθε περίπτωση, οι αναλυτές με βάση τα μοντέλα που "τρέχουν" επισημαίνουν πως οι τραπεζικοί τίτλοι διαπραγματεύονται μόλις στο 30%-40% της λογιστικής τους αξίας και έχουν σημαντικά περιθώρια ανόδου για να προσεγγίσουν τον μέσο όρο της υπόλοιπης Ευρώπης (0,8-0,9 φορές τα ίδια κεφάλαια). Ωστόσο, δεν υπάρχει ακόμη πολύς δρόμος έως ότου αποκατασταθεί η επενδυτική εμπιστοσύνη και αρχίσουν να επιστέφουν καταθέσεις στα γκισέ, κάτι που αποτελεί και το μεγάλο στοίχημα του κλάδου. Σε κάθε περίπτωση, ενδεχόμενη βελτίωση των μακροοικονομικών στοιχείων θα περάσει αναγκαστικά μέσα από την άνοδο των τραπεζικών μετοχών.
"Κρατικόχαρτα": οι μετοχές των εταιρειών που βρίσκονται υπό κρατικό έλεγχο και τελούν υπό διαδικασία ιδιωτικοποίησης αποτελούν μια ακόμη πρόκληση για την πορεία της Λ. Αθηνών. Περιπτώσεις όπως της ΔΕΗ πρωτίστως, της ΕΥΑΘ, της ΕΥΔΑΠ, του ΟΛΠ, του ΟΛΘ θα αποτελέσουν βαρόμετρο τόσο για το Χ.Α., όσο και για τη στάση που θα κρατήσουν τα ξένα θεσμικά κεφάλαια.
Η περίπτωση της ΔΕΗ και του ΑΔΜΗΕ εν προκειμένω αποτελούν ήδη ένα κρίσιμο τέστ. Η πιθανή ζημιά αφενός της ΔΕΗ και αφετέρου των μετόχων της από το γεγονός ότι θα χάσει το δεύτερο πολυτιμότερο περιουσιακό στοιχείο της που της αποδίδει ετησίως EBITDA 200 εκατ. Ευρώ έχει αρχίσει να βαραίνει αισθητά για τον τίτλο, καθώς πέραν των άλλων, η "κρατικοποίηση” του ΑΔΜΗΕ καθιστά λιγότερο ελκυστική την είσοδο στρατηγικού επενδυτή στη ΔΕΗ, εφόσον βεβαίως προχωρήσει κάποιου είδους αποκρατικοποίηση στο μητρικό όμιλο. Η αβεβαιότητα γύρω από τις εξελίξεις προκαλεί νευρικότητα και στο ταμπλό όπου η διακύμανση της μετοχής της ΔΕΗ την τελευταία εβδομάδα θυμίζει ασανσέρ καταγράφοντας χαμηλό στα 3,73 ευρώ και υψηλό στα 4,17 ευρώ, και θα συνεχίσει να κινείται στο ίδιο μοτίβο, όσο δεν πείθεται η αγορά ότι η ΔΕΗ θα αποζημιωθεί επαρκώς για τη θυγατρική της. Οι χειρισμοί της κυβέρνησης στην παραχώρηση μετοχικών ποσοστών στις εταιρείες ύδρευσης θα μετρήσουν εξίσου πολύ, τη στιγμή που στην υπόθεση των λιμανιών το νερό δείχνει να έχει μπει στο αυλάκι.
Επιστροφή κεφαλαίων-επενδυτών: Ουδείς αμφιβάλει πως η χρονιά που φεύγει ήταν καταστροφική για την αγορά και ουσιαστικά όσα συνέβησαν με capital controls και τράπεζες απομάκρυναν πολλούς εγχώριους ιδιώτες επενδυτές. Αλλά και ορισμένα από τα μακροπρόθεσμα ξένα θεσμικά κεφάλαια αποχαιρέτησαν τη Λ. Αθηνών, λόγω του εγκλωβισμού που βίωσαν αλλά και το ότι η ελληνική κεφαλαιαγορά άρχισε να χάνει σε βάθος και ενδιαφέρον.
Στο πλαίσιο αυτό, η προσέλκυση νέου χρήματος θα λειτουργήσει ως λυδία λίθος για τη συνέχεια. Το ενθαρρυντικό είναι πως όσο διαρκούσε η καταιγίδα πωλήσεων στις τραπεζικές μετοχές το τετράμηνο Αυγούστου - Νοεμβρίου, τα ξένα funds παρέμεναν σταθερά στην πλευρά των αγοραστών στο Χ.Α διοχετεύοντας αθροιστικά πάνω από 105 εκατ. ευρώ στις μετοχές του FTSE Large Cap, ενώ η συμμετοχή τους ως ποσοστό επί της κεφαλαιοποίησης του Χ.Α αυξήθηκε στο 59,2%. Στο τέλος Δεκεμβρίου με την ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης και την εισαγωγή των τραπεζικών μετοχών στο ταμπλό, το ποσοστό τους στο Χ.Α εκτιμάται ότι θα έχει εκτοξευτεί σε επίπεδα ρεκόρ αν σκεφτεί κανείς ότι ελέγχουν το μεγαλύτερο μέρος από τα συνολικά 11 δις. ευρώ της κεφαλαιοποίησης του τραπεζικού κλάδου. Ωστόσο, τα ποσά αυτά είναι "ψίχουλα" μπροστά σε όσα απαιτούνται για την ουσιαστική επιστροφή της αγοράς στα προγενέστερα επίπεδα, ενώ να σημειωθεί πως ένα πολύ μεγάλο μέρος των κεφαλαίων που ενεργοποιήθηκαν δεν ήταν φρέσκο χρήμα αλλά προήλθαν από εσωτερικές αναδιαρθρώσεις υφιστάμενων θέσεων υπέρ των τραπεζών.
Εταιρική Κερδοφορία: καταλύτης για τη συνέχεια, ανεξαρτήτως των υπόλοιπων παραγόντων, θα αποτελέσει και η αντοχή των εισηγμένων να συνεχίσουν να δραστηριοποιούνται σε δύσκολες οικονομικές συνθήκες. Τα αποτελέσματα των εισηγμένων στο εννεάμηνο του 2015 έδειξαν πως οι αντοχές σε πολλές περιπτώσεις έχουν αρχίσει να δοκιμάζονται. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά η BETA ΑΧΕΠΕΥ, sε μια οικονομία που στο κοντινό μέλλον δεν διαφαίνεται η δυνατότητα νέας χρηματοδότησης από το τραπεζικό σύστημα και οι περιορισμοί κεφαλαίων κάθε άλλο παρά διευκολύνουν την δραστηριότητα εντός της εγχώριας αγοράς, η ρευστότητα που παράγεται εκ των έσω αποτελεί το μοναδικό οξυγόνο που μπορεί να διατηρήσει την επιχείρηση σε μια ομαλή οργανική λειτουργία. Επομένως οι επιχειρήσεις που δυσκολεύονται να λειτουργήσουν σε ένα περιβάλλον με μειωμένη ζήτηση και χαμηλή ορατότητα δεν έχουν λόγο να μην περιορίσουν την φορολογητέα ύλη και να αναστείλουν ενδεχομένως επενδυτικά σχέδια και μερίσματα όταν οι συνθήκες εξομαλυνθούν.
Το σημείο, πάντως, που θα κριθούν όλα, και όχι μόνον για την πορεία της χρηματιστηριακής αγοράς, αποτελεί το μακροοικονομικό περιβάλλον και η πορεία της οικονομίας. Τα σημάδια για την έκβαση που θα λάβει το θέμα αυτό δεν είναι σε καμία περίπτωση ξεκάθαρα και απαιτείται μεγάλη εμπειρία και προσοχή για να μην ξεγελαστεί κανείς από τις σειρήνες ενός "αριστερού success story", αλλά και τους μονίμως καταστροφολάγνους. Το βέβαιο είναι πως το μείζον θέμα της αναδιάρθρωσης του χρέους και της έγκαιρης ένταξης των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ (πάνω στο οποίο έχει στηριχθεί μεγάλο μέρος των κυβερνητικών σχεδιασμών) δείχνει να μένει πίσω, υπό το βάρος των διαρκών αναβολών στην αξιολόγηση της προόδου του 3ου μνημονίου και της μετάθεσης της "καυτής πατάτας" του ασφαλιστικού.
Η ικανότητα της κυβέρνησης να περάσει τους "κάβους" της πρώτης αξιολόγησης του προγράμματος που θα πρέπει να ολοκληρωθεί μέχρι τον επόμενο Φεβρουάριο και του επανασχεδιασμού του ελληνικού χρέους μετά το 2020-2022, θα κρίνει πολλά. Το οικονομικό επιτελείο επιμένει, επίσης, πως στο τέλος του έτους ο ρυθμός της ύφεσης θα είναι λιγότερο από 1%, κάτι που καθιστά, σύμφωνα με το ΥΠΟΙΚ, σίγουρη την επιστροφή στην ανάπτυξη το πιθανότερο το δεύτερο εξάμηνο του 2016. Το Χρηματιστήριο, ως προεξοφλητικός μηχανισμός θα δείξει πολλά για τη συνέχεια.