Barclays: Κόβει τις τιμές-στόχο από 53%-64% για τις ελληνικές τράπεζες

Τρίτη, 10-Φεβ-2015 17:10

Σε αλλαγή της σύστασης της για τους ελληνικούς τραπεζικούς τίτλους προχωρά η Barclays με σημερινή έκθεση της. Η αγγλική τράπεζα τηρεί πλέον ουδέτερη στάση ως προς τις ελληνικές τράπεζες, προχωρώντας σε σύσταση «equal weight» και για τους τέσσερις ελληνικούς τίτλους. Σημειώνεται ότι η Alpha Bank και Eurobank είχαν σύσταση «οverweight» προηγουμένως.

Βάσει των πρόσφατων γεγονότων, η Barclays αδυνατεί να ευνοήσει κάποια από τις τράπεζες. Όπως σημειώνει, παρά τις τρέχουσες χαμηλές αποτιμήσεις δεν μπορεί να αποκλειστεί περαιτέρω υποχώρηση.  Αντιστοίχως, η Barclays αναφέρει ότι αν υπάρξει κάποια σταθεροποίηση στο πολιτικό σκηνικό της Ελλάδας, ακόμα και αν δεν συνοδεύεται από κάποια βιώσιμη ελληνική λύση, οι τιμές των τραπεζικών μετοχών θα μπορούσαν να επιδοθούν σε ράλι.

Για τη μετοχή της Alpha Bank η Barclays δίνει σύσταση «equalweight” από «overweight» και τιμή στόχο τα 0,34 ευρώ από 0,82 ευρώ προηγουμένως. Για τη Eurobank, σύσταση «equalweight» από «overweight” και τιμή στόχο τα 0,14 ευρώ από 0,39 ευρώ προηγουμένως. Για την ΕΤΕ, παραμένει η σύσταση «equalweight» και τιμή στόχο τα 1,07 ευρώ από 2,31 ευρώ προηγουμένως και τέλος παραμένει η σύσταση «equalweight» για την Τράπεζα Πειραιώς, με περικοπή της τιμής στόχου στα 0,61 ευρώ από 1,42 ευρώ προηγουμένως.

Οι επενδυτικοί κίνδυνοι τους οποίους επικαλείται η επενδυτική τράπεζα είναι οι εξής:

1) Η αποτυχία συμβιβασμού μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και του επίσημου φορέα των πιστωτών της, αυξάνουν τους κινδύνους για έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ (Greek Exit)

2) Ο μεγαλύτερος κίνδυνος βραχυπρόθεσμα , είναι η επιτάχυνση των εκροών καταθέσεων, οι οποίες ξεκίνησαν από την προκήρυξη των πρόωρων εκλογών και συνεχίζονται. Η τάση αυτή, αυξάνει την εξάρτηση των ελληνικών τραπεζών από τη χρηματοδότηση της ΕΚΤ, η οποία με τη σειρά της έχει πολιτικές επιπτώσεις.

3) Η σταθεροποίηση των μακροοικονομικών και η επιστροφή στην ανάπτυξη που σημειώθηκε το 3ο τρίμηνο του 2014, μπορεί τώρα να αντιστραφούν. Η ικανότητα προσέλκυσης ξένων επενδύσεων για να επιτευχθεί οικονομική ανάπτυξη, έχει πλέον περιοριστεί σημαντικά.

4) Η ομαλοποίηση του κόστους καταθέσεων μετά την προηγούμενη κρίση αποτέλεσε βασική κινητήρια δύναμη για την ανάκαμψη των προ προβλέψεων κερδών των ελληνικών τραπεζών. Οι εκροές καταθέσεων και η υποκατάσταση στον ακριβό ELA θα αντιστρέψει αυτήν την πρόοδο.

5) Σε συνδυασμό με την οικονομική σταθεροποίηση, η απομόχλευση του εγχώριου ιδιωτικού τομέα φαινόταν να φθάνει σε ένα τέλος. Η πρόσφατη όμως υποχώρηση της εμπιστοσύνης θα διευρύνει το χρονοδιάγραμμα για θετικούς ρυθμούς αύξησης δανείων

6) Η υποχώρηση του σχηματισμού νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων και των χρεώσεων P&L, έδειχναν ότι η ποιότητα του ενεργητικού ήταν σε πορεία βελτίωσης. Η αποδυνάμωση της κουλτούρας πληρωμών και μία φρέσκια οικονομική επιβράδυνση θα μπορούσε να αντιστρέψει/καθυστερήσει τη βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού των τραπεζών

7) Τέλος, η μεγαλύτερη κρατική παρέμβαση στις ελληνικές τράπεζες θα μπορούσε να αποβεί επιζήμια για τους ιδιώτες μέτοχους των ελληνικών τραπεζών. Αναγκάζοντας τις ελληνικές τράπεζες να αναλάβουν κούρεμα των χρεών του ιδιωτικού τομέα θα μπορούσε να οδηγήσει σε σοβαρές διαβρώσεις των κεφαλαίων τους.

Για να αλλάξει θετικά τη στάση της η Barclays ως προς τις ελληνικές τράπεζες περιμένει να δει μεταξύ άλλων τα εξής:

Η πρόσφατη απόφαση της ΕΚΤ να μην αποδέχεται τα ελληνικά ομόλογα ως επιλέξιμα για παροχή ρευστότητας, αυξάνει τις πιέσεις στην Ελλάδα να αποδεχτεί τα αιτήματα των επίσημων πιστωτών της. Η πρόσβαση στο μηχανισμό ELA έχει διατηρηθεί και επιτρέπει στις τράπεζες να μπορέσουν να διαχειριστούν εκροές στις καταθέσεις τους. Οποιαδήποτε συμφωνία την Ελλάδας με τους επίσημους φορείς θα έχει ως αποτέλεσμα, την επανεκκίνηση των MRO από την ΕΚΤ.

Αν και τα βραχυπρόθεσμα τα κέρδη των τραπεζών βρίσκονται σε κίνδυνο, μεσοπρόθεσμα οι επιπτώσεις σε αυτά φαίνονται ανέπαφα για την ώρα. Αν και θα χρειαστούν αρκετά τρίμηνα ακόμη από τις αρχικές εκτιμήσεις, η κατάσταση της κερδοφορίας των ελληνικών τραπεζών παραμένει ελκυστική.