Τι κερδίζει το Χ.Α. από την παραμονή στις αναπτυγμένες αγορές
Πέμπτη, 27-Σεπ-2012 09:22
Του Βασίλη Γεώργα
Η διατήρηση του χρηματιστηρίου της Αθήνας στη χορεία των αναπτυγμένων κεφαλαιαγορών -έστω εν μέσω «αστερίσκων»- από τον οίκο FTSE, αποτελεί την σημαντικότερη ίσως ένδειξη των τελευταίων δύσκολων μηνών για το πόσο κοντά να γυρίσει σελίδα βρίσκεται πλέον η ελληνική κεφαλαιαγορά.
Αν και στο ελληνικό χρηματιστήριο σχεδόν όλα τα μεγάλα «σπίτια» του εξωτερικού έχουν μειώσει αισθητά τις θέσεις τους ρευστοποιώντας πάνω από 8 δισεκατομμύρια ευρώ την τελευταία εξαετία, η απόφαση ωστόσο για την «μη υποβάθμιση» του Χ.Α., θεωρείται από παράγοντες της αγοράς σημαντική για δύο πολύ συγκεκριμένους λόγους: Αφενός επειδή η ελληνική αγορά κατάφερε να κρατήσει τη θέση της ακριβώς στην χειρότερη χρονική συγκυρία της κρίσης, όταν ακόμη και μια επιστροφή στις αναδυόμενες είχε αρχίσει να φαντάζει ως «λύτρωση» και θεωρείτο σχεδόν σίγουρη.
Και αφετέρου επειδή μια υποβάθμιση θα μπορούσε να λειτουργήσει ανασταλτικά σε μια περίοδο που το Χ.Α. -το οποίο σημειωτέον πληροί σχεδόν όλα τα τεχνικά κριτήρια για να θεωρείται «ώριμη αγορά»- επιχειρεί να βάλει φρένο στην μακροχρόνια καθοδική κίνηση και αρχίζει να προσελκύει ξανά το ενδιαφέρον εγχώριων και ξένων επενδυτικών χαρτοφυλακίων τα οποία διακρίνουν χαρακτηριστικά ενός υπό εκκόλαψη «turn around story» για την ελληνική οικονομία και τις επιχειρήσεις.
Πρωτίστως η απομάκρυνση του σεναρίου για έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη και σε δεύτερο πλάνο η αξιοσημείωτη αύξηση του όγκου συναλλαγών στο Χ.Α. (διαμορφώνεται στα υψηλότερα επίπεδα της ιστορίας) μαζί με την αισθητή άνοδο των κεφαλαιοποιήσεων, αποτέλεσαν καταλυτικούς παράγοντες ώστε να «πεισθεί» ο οίκος FTSE να προσφέρει ακόμη μια χρονική παράταση -την πολλοστή από το 2006- στην ελληνική κεφαλαιαγορά.
Υπό το πρίσμα των παραπάνω, πολλοί διατυπώνουν την άποψη «πως αφού η υποβάθμιση δεν ήρθε τώρα, δύσκολα θα έρθει στο μέλλον».
Ωστόσο το επόμενο και ίσως πιο δύσκολο στοίχημα που θα παιχτεί ως προς την θέση της Λεωφόρου Αθηνών στην παγκόσμια χρηματιστηριακή κατάταξη έχει να κάνει με την επικείμενη (14 Νοεμβρίου) αξιολόγηση του αμερικάνικου οίκου Morgan Stanley ο οποίος έχει προειδοποιήσει από το καλοκαίρι πως ενδέχεται ακόμη και να καταργήσει τον διεθνή δείκτη MSCI Greece, τον δείκτη-καθρέφτη των ελληνικών εισηγμένων επιχειρήσεων στο εξωτερικό ο οποίος έχει «ραγίσει» .
Σε αυτόν έχουν απομείνει να συμμετέχουν μόλις δύο ελληνικές εταιρείες -η Coca Cola 3E και ο ΟΠΑΠ- από την εξέλιξη της κεφαλαιοποίησης των οποίων θα εξαρτηθεί σύμφωνα με τον διεθνή οίκο, το ενδεχόμενο κατάργησής του καθώς εδώ και καιρό έχει πάψει να θεωρείται αντιπροσωπευτικός για τα δεδομένα των αγορών. Ωστόσο και στην περίπτωση της Morgan Stanley το μεγάλο βάρος για την απόφαση της διατήρησης, της υποβάθμισης ή ακόμη και της κατάργησης ή αυτονόμησης του δείκτη MSCI Greece πέφτει στις πιθανότητες παραμονής ή μη της Ελλάδας στη ζώνη του ευρώ, όπως τουλάχιστον η ίδια έχει αφήσει να εννοηθεί.
Ακόμη πάντως κι αν κανείς δεν συμμερίζεται την άποψη που θέλει τα χρηματιστήρια να βρίσκονται ένα βήμα μπροστά από τις εξελίξεις στην πραγματική οικονομία, αν μη τι άλλο δύσκολα μπορεί να απορρίψει το επιχείρημα πως τουλάχιστον στη φάση αυτή η χώρα γλίτωσε από μια αρνητική εξέλιξη: να αποτελέσει, δηλαδή, το πρώτο κράτος μέλος στην Ευρωπαϊκή Ένωση, του οποίου η κεφαλαιαγορά θα έχανε το προνόμιο να θεωρείται «αναπτυγμένη» στα μάτια του διεθνούς κεφαλαίου και θα επέστρεφε πίσω στις τάξεις των αναδυόμενων αγορών.
Οι επιπτώσεις από μια τέτοια εξέλιξη δεν θα περιορίζονταν μόνο στο «πρεστίζ» της αγοράς που ούτως ή άλλως έχει τρωθεί από την κρίση χρέους και τη συνακόλουθη κατάρρευση των αποτιμήσεων των εισηγμένων εταιρειών.
Μια υποβάθμιση θα είχε άμεσο αντίκτυπο και στην δομή των ξένων χαρτοφυλακίων που εξακολουθούν να δραστηριοποιούνται στο Χ.Α., δεδομένου ότι ένα μεγάλο μέρος από αυτά αντιπροσωπεύουν κεφάλαια συντηρητικών θεσμικών επενδυτών (συνταξιοδοτικά κεφάλαια, ασφαλιστικές εταιρείες κ.α.) τα οποία δεν θα είχαν θέση σε μια πρώην αναπτυγμένη αγορά την επόμενη ημέρα της υποβάθμισης.
Με την παραμονή στις τάξεις των αναπτυγμένων αγορών, το ΧΑ «διασφαλίζει» τουλάχιστον πως εδώ που βρέθηκε, δεν θα «χάσει» άλλα μακροπρόθεσμα θεσμικά χαρτοφυλάκια που σε διαφορετική περίπτωση θα ήταν υποχρεωμένα να ρευστοποιήσουν τις θέσεις τους και να αποχωρήσουν, και παράλληλα θα μπορεί να προσελκύσει λόγω των χαμηλών αποτιμήσεων, κεφάλαια υψηλού ρίσκου που δραστηριοποιούνται πιο επιθετικά σε απαξιωμένες αγορές.
Η αίσθηση που επικρατεί είναι πως επειδή το βάρος του δείκτη MSCI Greece στον παγκόσμιο MSCI έχει μειωθεί μόλις στο 0,03%, οι αναταράξεις δεν θα ήταν ισχυρές από μια υποβάθμιση της χρηματιστηριακής αγοράς, πολύ δε μάλλον όταν λογικά η στάθμισή τους στους διεθνείς δείκτες θα αυξανόταν κατακόρυφα και άλλα, πιο επιθετικά χαρτοφυλάκια που ακολουθούν δείκτες, θα έσπευδαν να καλύψουν το κενό.
Αυτό ενδεχομένως να είναι μια πραγματικότητα την οποία ωστόσο ελάχιστοι, αν όχι κανείς δεν θα ήθελε να «τεστάρει», αναλογιζόμενος ότι ακόμη και σήμερα στο Χ.Α. οι ξένοι θεσμικοί επενδυτές ελέγχουν το 35% της κεφαλαιοποίησης του Χρηματιστηρίου (κατέχουν μετοχές αξίας 8 δισ. ευρώ), ενώ οι ξένοι επενδυτές ελέγχουν πάνω από το 53% ή περί τα 12-15 δισ. ευρώ.
Σε κάθε περίπτωση, με την παραμονή του Χ.Α. στις αναπτυγμένες αγορές όχι μόνο αποφεύγεται ο κίνδυνος ενός νέου βραχυχρόνιου σοκ από την υποχρεωτική ολοκληρωτική αποεπένδυση όσων index tracking funds έχουν απομείνει, αλλά ανοίγει κι ένα παράθυρο ευκαιρίας στο Χ.Α να προσελκύσει ακόμη περισσότερα τέτοια παθητικά κεφάλαια στο μέλλον.
Ο κύκλος παρουσιάσεων που προγραμματίζει η ΕΧΑΕ στη Νέα Υόρκη τον Οκτώβριο με τη συμμετοχή των μεγαλύτερων εισηγμένων εταιρειών, θα αποτελέσει ένα σημαντικό crash test για την αξιοπιστία της αγοράς στα μάτια των ισχυρότερων χαρτοφυλακίων του κόσμου, και εύλογα η διοίκηση του Χρηματιστηρίου και οι επιχειρηματίες που θα ταξιδέψουν στις ΗΠΑ αισθάνονται ανακούφιση που το Χρηματιστήριο της Αθήνας διατηρεί την ταμπέλα της αναπτυγμένης κεφαλαιαγοράς.